Ο άνθρωπος απ’ τη φύση του είναι ον κοινωνικό. Έτσι περιγράφεται σε επιστημονικά βιβλία, έτσι δρα και φυσικά δεν αμφισβητείται. Έχει ανάγκη για επικοινωνία, ακόμα κι όταν δείχνει να μη θέλει να αλληλεπιδράσει. Το σώμα αδρανοποιείται, μα η ψυχή ουρλιάζει. Ενδεχομένως να περνάει κάποιες φάσεις μοναξιάς κι άλλες εσωτερικής αδυναμίας, γυρεύει ακόμη και τότε εκείνον τον εξωτερικό παρατηρητή που θα ακούσει και –όχι απαραίτητα– θα κατανοήσει όσα τον προβληματίζουν. Ωστόσο, αυτό (όπως κι όλα) είναι μια σχέση δούναι και λαβείν. Τι γίνεται όταν εμείς εθελοντικά αναλαμβάνουμε ένα ρόλο ανεπίσημου ψυχολόγου;
Φιλικές ή ερωτικές, συχνά στις σχέσεις μας γινόμαστε εκείνος ο δέκτης που μπορεί κάποιος να εναποθέσει τους προβληματισμούς του. Εμπνέουμε και παροτρύνουμε τον άλλον να βγάλει από μέσα του εκείνα που τον ταλαιπωρούν και να μας δώσει την ευκαιρία να αφουγκραστούμε την εσωτερική του αγανάκτηση.
Εκτόνωση η έκφραση για εκείνους κι ικανοποίηση δικών μας κενών κι αναγκών. Ακούγοντας τους άλλους αισθανόμαστε ολοκληρωμένοι κι ενεργοί δίνοντάς τους συμβουλές, ακούμε με προσοχή όσα με θλίψη ή θυμό εκτοξεύει ο συνομιλητής μας.
Ίσως αυτό μας προσφέρει μια επιβεβαίωση, μια ψυχική ικανοποίηση σαν καλοί συμβουλάτορες κι ακροατές. Όταν μας ανοίγει ο εκάστοτε φίλος ή γνωστός την ψυχή του κι αφήνει να βγει από μέσα του το τσουνάμι συναισθημάτων του, αμέσως θέτουμε τον εαυτό μας σε μια ανώτερη θέση, νιώθουμε δοτικοί, χρήσιμοι και περήφανοι για τη βοήθειά μας.
Καμία σχέση με τη διάθεση για κουτσομπολιό και τις δήθεν συμβουλές που πίσω κρύβουν χαιρέκακες προθέσεις. Η φύση μας είναι τέτοια, το dna μας, που μας ωθεί στο να επεμβαίνουμε εθελοντικά και βοηθητικά στις ζωές των άλλων, εκείνες τις στιγμές που όλα δείχνουν πως μας χρειάζονται. Δε μιλάμε για κριτική κι επιδεικτικό κούνημα του δαχτύλου. Δεν έχουμε τέτοιο δικαίωμα, άλλωστε, γιατί κι εμείς έχουμε βρεθεί ή θα βρεθούμε κάποτε σε παρόμοια φάση. Αν μη τι άλλο, δεν είμαστε αψεγάδιαστοι ούτε αλάνθαστοι.
Επιλέγουμε να βοηθάμε ανθρώπους πιστεύοντας πως είμαστε ιδιαίτερα δυνατοί και με κάποιο τρόπο θα «σώσουμε» τους άλλους. Έχουμε την αίσθηση πως μπορούμε να διορθώσουμε τα ραγισμένα βάζα στις ψυχές των άλλων. Να τα αντικαταστήσουμε με καινούργια, πιο γερά και περισσότερο ανθεκτικά. Κι αν όχι να τα αντικαταστήσουμε, έστω να φιλοξενήσουμε μέρος της ψυχής τους στο δικό μας βάζο.
Συμπάσχουμε κι όλο αυτό αποδεικνύει πόσο έχουμε δουλέψει την ενσυναίσθησή μας. Θεωρούμε πως μπορούμε να τους καταλάβουμε είτε γιατί έχουμε περάσει παρόμοιες καταστάσεις με αυτές που ζουν είτε γιατί απλώς συμπεριφερόμαστε όπως θα θέλαμε ιδανικά να συμπεριφερθούν κι οι άλλοι σε εμάς σε αντίστοιχες περιπτώσεις.
Αυτό είναι από μόνο του ένα ισχυρό κίνητρο για να βοηθάμε. Να τους φέρουμε κοντά μας, να τους παρέχουμε ένα ζευγάρι αφτιά, δυο χέρια για αγκαλιά κι ένα στόμα που ξέρει αν πρέπει να μιλήσει και πότε. Υπάρχουν αρκετοί τρόποι επικοινωνίας κι ο καθένας επιλέγει εκείνον που είναι κοντά στα νερά του και τον κάνει να νιώθει ασφαλής.
Όλοι χρειάζονται αγάπη, βοήθεια και συμπόνια. Όχι οίκτο. Κανείς δε θέλει να τον λυπούνται και σε κανέναν δεν αρέσει να νιώθει ανήμπορος. Αντιθέτως σε όλους αρέσει η φροντίδα κι ο σεβασμός.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη