Δεν είναι η απουσία που μας πονά μα οι αναμνήσεις που ζωντανεύουν κάθε που θυμόμαστε το άτομο που μας λείπει. Κάθε χωρισμός είναι δύσκολος και το ίδιο δύσκολα ξεπερνάς κάτι που ήξερες από την αρχή πως έχει ημερομηνία λήξης. Γιατί καλές και οι ιστορίες αγάπης που φτιάχνουμε στο μυαλό μας και προσπαθούμε να τις βιώσουμε μέχρι το τέλος, όμορφες οι αληθινές και υγιείς σχέσεις, μα είμαστε άνθρωποι τρωτοί και αναπόφευκτα δημιουργούμε δεσμούς που γνωρίζουμε πως είναι αδύναμοι απέναντι στον χρόνο. Όχι πως υστερούν σε συναίσθημα, μα οι δυσκολίες κρύβονται αλλού. Είτε ο ένας από τους δύο βρίσκεται ήδη σε σχέση, είτε είναι ξεκάθαρος πως δε θέλει να δεσμευτεί, είτε απλά δεν ταιριάζετε και γνωρίζεις πως όσο και να επιθυμείς να είσαι με το συγκεκριμένο άτομο, ξέρεις πως η συμβίωση μαζί του δεν έχει μακροχρόνιες προδιαγραφές. Και κάπως έτσι μπαίνεις σε μια ιστορία που μέρα με τη μέρα βλέπεις το τέλος να πλησιάζει. Εντελώς συνειδητά και με πλήρη αποφασιστικότητα επιλέγεις πως είσαι έτοιμος να το ζήσεις. Παίρνεις ανάσα και απλά βουτάς, ξέρεις πως ότι και να συναντήσεις στο βυθό του, κάποια στιγμή θα σηκωθείς και πάλι στην επιφάνεια.
Οι σχέσεις αυτές είναι συνήθως έντονες. Ξεχειλίζουν από συναίσθημα και ανεβάζουν την αδρεναλίνη. Στόχος σου είναι να δεθείς όσο το δυνατό λιγότερο μα και οι πέτρες γνωρίζουν πως κάτι τέτοιο δεν υφίσταται καν ως πιθανότητα. Είναι οι σχέσεις που δεν έχουν όνομα και που ελάχιστοι γνωρίζουν την ύπαρξή τους. Είναι οι σχέσεις που δε θέλεις να μοιραστείς αφού ξέρεις πως πλησιάζουν οι μέρες που πια αυτή δε θα υπάρχει, οπότε όσοι λιγότεροι γνωρίζουν γι’ αυτή τόσο καλύτερα. Κι όταν τελειώσουν πονάνε, πονάνε πολύ. Πονά η θύμησή τους και ό, τι την προκαλεί. Πονάνε όσα δεν έγιναν και στο μυαλό σου έρχονται ξανά και ξανά τα λόγια που δεν μπόρεσες να πεις. Και εκείνη η ριμάδα η ελπίδα, πως ίσως το τέλος να μην ήταν και τόσο κοντά, βρίσκει από παντού πατήματα και ζωντανεύει. Δεν μπορείς να κάνες κάτι όμως, γιατί ήσουν μπροστά όταν υπέγραψες το τέλος της.
Αν ακόμη δεν το ‘χεις ζήσει, πολύ πιθανό να σου φαίνεται γελοίο να λυπάσαι για κάτι που επέλεξες. Το μέγεθος των συναισθημάτων όμως δεν μπορείς να το ρυθμίζεις κι αυτό είναι που σε αποσυντονίζει πραγματικά. Κι όταν το τέλος φτάσει, δεν έχεις άλλη επιλογή παρά να το αποδεχτείς. Η πρόληψη ωστόσο σώζει και η εμπειρία στο έχει αποδείξει πολλές φορές.
Αν βρίσκεσαι σε μια τέτοιου είδους κατάσταση ή αν ξαφνικά βρεθείς, ένα να θυμάσαι: φρόντισε τις αναμνήσεις που θα δημιουργήσεις να τις τοποθετήσεις μακριά από το σπίτι και τα στέκια σου. Οι χώροι μιλάνε και συνήθως λένε όλα όσα δε θέλουμε να ακούσουμε. Αν έχεις σκοπό να βρεθείς για λίγες μοναχά φορές με το άτομο «εκείνο», μην κάνεις το λάθος να το κάνεις στο σπίτι σου. Γιατί οι άνθρωποι φεύγουν από τα σπίτια μα οι εικόνες τους μένουν. Μένουν και ζωντανεύουν όταν αυτοί έχουν χαθεί, όταν τίποτα δε θέλεις να τους θυμίζει. Μένουν και ξυπνούν τις νύχτες και περνάνε από όλα τα μέρη που περάσατε μαζί. Γι’ αυτό φρόντισε να μην ξαναπατήσεις σε εκείνα όταν θα έχει τελειώσει όλο αυτό.
Πήγαινε στα μαγαζιά που ποτέ δε σου άρεσαν και που δεν είχες σκοπό να πας. Περπάτησε σε δρόμους που αύριο δε θα θυμάσαι, κάνε πράγματα που δεν είχες σκοπό να κάνεις. Μην εντάξεις μια πρόσκαιρη ιστορία στην καθημερινότητά σου, όσο και αν σου φαίνεται καλή ιδέα. Η κάθε ιστορία έχει το χώρο της και εκείνες με προδιαγεγραμμένο τέλος καθόλου δε χωράνε στη ρουτίνα σου. Είναι περιττές και μόνο λύπη θα σου προκαλέσουν μακροπρόθεσμα. Ακόμη κι αν μπαίνεις σ’ αυτή εντελώς αποφασισμένος πως δε θα νιώσεις και πως δε θα λυπηθείς με το τέλος. Είναι οι εικόνες, όμορφες ή άσχημες που θα αργήσουν να ξεθωριάσουν και θα γίνουν τόσο ενοχλητικές που ίσως και να τις αποστραφείς. Μη δημιουργείς αναμνήσεις σε μέρη που θα χρειαστεί μετά να μείνεις ενώ αυτό που είχατε θα έχει ξοφλήσει προ πολλού.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου