Έχεις σκεφτεί ποτέ πως πίσω από μια επιτυχημένη απόπειρα να πείσεις κάποιον να σου κάνει μια χάρη δεν κρύβεται η πειθώ και η εύστοχη επιχειρηματολογία σου αλλά κάτι διαφορετικό; Έχεις συλλογιστεί ποτέ πως μπορεί να μην είσαι τελικά τόσο καλός στη λήψη συλλογικών αποφάσεων, αλλά το γεγονός πως οι άλλοι ενστερνίζονται τις απόψεις σου σε κάνει να πιστεύεις πως είναι οι σωστές;
Οι άνθρωποι, από τη φύση μας, θέλουμε να έχουμε το έλεγχο της ζωής μας και –γιατί όχι;- και των άλλων, στο βαθμό που μπορούμε. Για λόγους ανασφάλειας κι εγωισμού πιστεύουμε πως αν πείσουμε τους γύρω μας πως στις περισσότερες περιπτώσεις η γνώμη μας είναι σωστή, αυτόματα ανεβαίνουμε level, λες κι είμαστε σε κανένα βιντεοπαιχνίδι. Πώς όμως πείθουμε τους άλλους να ακολουθήσουν τις ιδέες μας; Και, αλήθεια, αυτοί πόσο εύκολα πείθονται από αυτές;
Ο φόβος, είναι ένα συναίσθημα αρκετά ισχυρό, το οποίο μπορεί να επηρεάσει ένα μεγάλο ποσοστό της καθημερινής συμπεριφοράς μας. Είναι αυτός επίσης που καθοδηγεί τις σκέψεις και τις αποφάσεις μας όταν νιώθουμε έντονα το συναίσθημα της αυτοπροστασίας. Τείνουμε να ακολουθούμε καταστάσεις και γεγονότα τα οποία μας κάνουν να νιώθουμε ασφαλείς ή τουλάχιστον δε μας προξενούν φόβο και άγχος. Κάτι ανάλογο γίνεται και όσον αφορά την υπακοή ή συγκατάθεσή μας σε προτάσεις και ιδέες άλλων. Ο φόβος έχει αρκετά ενεργό ρόλο σε αυτές τις καταστάσεις, υπό την έννοια της πιο έμμεσης υπόστασής του. Όπως άλλωστε είναι εμφανές, είναι πολύ πιο πιθανό να συμφωνήσουμε με κάποιον από τον οποίο κατά κάποιο τρόπο επισκιαζόμαστε, παρά με κάποιον που γνωρίζουμε πως η ενδεχόμενη διαφωνία μας μαζί του δε θα έχει αρνητικές επιπτώσεις σε εμάς και τη σχέση μας μαζί του.
Γνωρίζοντας εμπειρικά πως ο φόβος που νιώθει κανείς απέναντί μας είναι δυνατόν να επηρεάσει τη σκέψη του και να αυξήσει τις πιθανότητες να συμφωνεί μαζί μας, μήπως τελικά θέλουμε να φοβούνται οι άλλοι; Πριν βιαστείς να απαντήσεις αρνητικά, σκέψου πόσο αυθόρμητα μπορεί να περνάς έστω κι ασυναίσθητα μια άποψη σε κάποιον που δε νιώθει απαραιτήτως τρομερή σιγουριά απέναντί σου. Ακόμη κι αν πρόκειται για κάτι εντελώς ασήμαντο, ακόμη κι αν έχεις δίκιο ήδη.
Το να σε φοβούνται, ίσως και να σε βολεύει πολλές φορές, χωρίς να το έχεις συνειδητοποιήσει καν. Θέλουμε να μας σέβονται βέβαια, όχι να μας φοβούνται, άλλα αν κάτι πρέπει οπωσδήποτε να γίνει με τον τρόπο που κρίνουμε εμείς σωστό, «ε, ας μας φοβηθούν και λίγο», σωστά; Η δίψα για εξουσία άλλωστε είναι ένα αρχέγονο συναίσθημα και ποιος αρνείται την ανθρώπινη υπόστασή του; Κι εκεί ξεκινά το πρόβλημα. Κάπως έτσι, από κάτι τόσο απλό αρχικά, μπορεί να γεννήθηκαν κι οι χούντες. Μιλώντας για το ακραίο σενάριο στην προκειμένη, που όμως για βάση του έχει τον φόβο ως μέσο λήψης αποφάσεων.
Πέρα όμως από τη συνειδητή χρήση της έννοιας του φόβου, είναι άλλο το να μπορείς να συμβιβαστείς με την ύπαρξή του, άλλο το να κατευνάσεις μια επιθυμία σου να τον χρησιμοποιήσεις κι άλλο το να λειτουργείς ενστικτωδώς. Κι αν δεν μπορεί κανείς να σε κατηγορήσει για την ενδόμυχη επιθυμία σου να σε φοβούνται, γιατί ίσως δεν είναι κάτι που ελέγχεις, το θέμα είναι αν θα έπρεπε. Είμαστε «κατασκευασμένοι» έτσι ώστε να θέλουμε να έχουμε δίκιο, να είμαστε ηγέτες, να μας ακολουθούν, να μας δέχονται, να μας υποστηρίζουν; Αν ναι, γιατί προβαίνουμε στην τεχνική αυτή; Μήπως ο στόχος είναι να φαγωθούμε μεταξύ μας κι όποιος μείνει; Ο φόβος είναι μονόδρομος; Άλλωστε ο φόβος είναι ένα από τα συναισθήματα που βιώνουμε αρκετά συχνά κι είναι απολύτως λογικό να τον συνδέουμε με ανθρώπους. Η χειριστικότητα είναι στη φύση μας και δύσκολα κανείς ξεφεύγει από αυτή, ακόμη κι αν καταβάλλει σημαντικές προσπάθειες.
Όμως, δεν είναι ότι δεν υπάρχει τρόπος. Είναι απλώς ότι είναι πιο μακρύς. Το πιο σημαντικό είναι να έχουμε γνώση αυτής μας της συμπεριφοράς, επίγνωση των επιπτώσεων και τη στοιχειώδη ενσυναίσθηση για να κατανοούμε πότε κάνουμε κατάχρηση αυτής με αποτέλεσμα κάποιοι άλλοι να νιώθουν μη ελεύθεροι. Γιατί όσα κερδίζεις με τον φόβο, πάντα ενδόμυχα θα ξέρεις πως ποτέ δεν έγιναν δικά σου. Και δικαίως.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου