Η φιλοδοξία για να φτάσει να γίνει επιτυχία απαιτεί να εργαστείς. Σκληρά κι αδιάκοπα, μέρες και νύχτες, να μην ξέρεις τι θα πει γιορτή, ούτε κυριακάτικος ύπνος. Όλοι μας θεωρητικά έχουμε στόχους και όνειρα. Πρακτικά πάλι, ελάχιστοι τα πραγματοποιούν. Ακριβώς γιατί εννιά στις δέκα υπερισχύει ο οκνηρός σου εαυτός και μετατρέπει την αυτοκινητάρα που μπάνισες στο Car and Driver σε κάρτα μέλους των Friday’s. Το πολύ.
Τι συμβαίνει επομένως κι η φιλοδοξία μας σαμποτάρεται με τέτοια συχνότητα απ’ την τεμπελιά μας; Ο κόσμος να πιστεύει σε σένα, να στοιχηματίζει στα μεγαλόπνοα σχέδια που κατά καιρούς ξεφουρνίζεις και όλοι να αναρωτιούνται τι στο καλό συμβαίνει και παραμένουν όλα στο χαρτί.
Ξέρεις, αυτή είναι η μεγαλύτερη παγίδα του φιλόδοξου που βαριέται να κυνηγήσει όσα επιθυμεί: Η προσμονή των άλλων.
Ο φιλόδοξος που τεμπελιάζει, αναπληρώνει τις ώρες που θα έπρεπε να προσπαθεί, μιλώντας. Και μιλάει πολύ. Για τις επιδιώξεις του, για τα σπίτια που θ’ αγοράσει, τον τέλειο σύντροφο που θα βρει, τη μελλοντική επαγγελματική του αναγνώριση. Τόσο, που μοιάζει να του γίνεται εμμονή. Και κάπως έτσι δημιουργεί προσδοκίες σε όσους τον ακούν. Παραδόξως, οι προσδοκίες αυτές δεν τον παρακινούν για να υλοποιήσει όσα ονειρεύεται. Αρχίζει σιγά-σιγά και βολεύεται στα «πιστεύω σ’ εσένα» των γύρω του. Του αρκούν για να καλύψουν τη φιλοδοξία που τον δέρνει γιατί ακριβώς μέχρι εκεί του φτάνει. Η a priori έγκριση των εξωτερικευμένων προσευχών του από ένα ενθουσιώδες κοινό, συντηρεί αρκετά καλά τη συρρικνωμένη φιλοδοξία του.
Αν είσαι πραγματικά φιλόδοξος δε βγάζεις μιλιά. Πράττεις. Εάν τάξεις κι αποτύχεις, βιώνεις μία ήττα που δεν την αντέχει ο εγωισμός σου. Δε σε ενδιαφέρει το προσωρινό, δε σε καλύπτει. Πλήρως και διαρκώς στοχεύεις στο μεγαλεπήβολο, με το μόχθο να μη σε φθείρει, να μη σε τρομάζει, αλλά να σε προκαλεί για να δεις πόσο ακόμα άραγε να αντέχεις. Είναι προφανές πως κι εσένα σε εθίζει η διεγερτική φύση της αποδοχής, ίσως και λίγο να σε τρέφει, ποτέ δεν το αρνήθηκες. Αλλά δε μένεις εκεί. Αυτάρεσκον θεριό, ατάραχο επί του κινδύνου και διψασμένο δια την κορυφή με αβλαβείς προς το κοινό προθέσεις. Έτσι θα έραβα εγώ την ετικέτα του στο ρούχο της ζωή του.
Όμως ο κατ’ επίφαση φιλόδοξος δε θέλει πραγματικά να πετύχει, δεν τον ενδιαφέρει αυτό. Θέλει μόνο, να δείξει στους άλλους ότι πέτυχε. Να τον θαυμάσουν, να τον ζηλέψουν. Είναι η ντροπή των ναρκισσιστών καθώς φτάνει μέχρι τα μισά. Η ανάγκη του, επιφανειακή και μεσοπρόθεσμη, καλύπτεται με τα χειροκροτήματα πριν ακόμα ξεκινήσει να τρέχει. Δεν αποβλέπει στο βάθρο, του αρκεί ένα στάδιο που τον επευφημεί σαν παίρνει θέση, ακόμα κι αν τελικά πέσει πριν το πιστόλι βαρέσει την έναρξη.
Το δήθεν ακομπλεξάριστο «Ζωή είναι αυτό που συμβαίνει τώρα» είναι το μότο των αναβλητικών. Να τρέξουν γιατί; Να κοπιάσουν για καρπούς που θα αδράξουν στο μακρινό, στο πολύ μακρινό μέλλον; Να χάσουν στιγμές του παρόντος, παλεύοντας για ένα αβέβαιο αύριο; Όχι αγάπη μου, είναι πολύ γιόλο η φάση τους για να προσπεράσουν το instamoment, ακόμα κι ως χάσταγκ. Καλύπτονται με τα λίγα, με τα εύκολα, με αυτά που τους εξασφαλίζουν μία μέτρια ζωή, και παίρνουν λίγες τζούρες απ’ τα πολλά που θέλουν μα δεν μπορούν, μέσα από θεωρητικές μεθοδολογίες και προκαταβολικά μπράβο.
Λογίζουν την επιτυχία ως πολυλογά ντελάλη, ποτέ σαν υπαρκτή συνθήκη. Κι αυτό δε θα ήταν καθόλου κακό -ο καθένας έχει το απόλυτο δικαίωμα να ζει τη ζωή που του αρκεί- εάν δεν ήταν ήδη πολύ ενοχλητική η ομιλούσα απραξία τους.
Εάν πάλι εσύ που αναβάλλεις τις επιδιώξεις σου το κάνεις από φόβο κι όχι από ανυπαρξία κινήτρων ή προσωπικά τέλματα, έχω να σου πω πως κανείς δεν ξεκίνησε δίχως να τρέμει ολόκληρος εμπρός στο ανεπιθύμητο ναυάγιο. Δεν υπάρχει εύκολος δρόμος, ούτε εχέγγυα εξασφαλίσεων. Για να μη σου πω ότι ο φόβος σου είναι ίσως και το μόνο πιστοποιητικό ότι κάπου, κάπως, κάποτε θα πετύχεις.
Από μικρούς μας μαθαίνουν να κατακτούμε στόχους, επιβραβεύοντας μας για κάθε έναν που πετυχαίνουμε. Όπως την πρώτη φορά που περπατήσαμε. Πόσες φωτογραφίες, βίντεο και πόσα χάδια δε λάβαμε γιατί σταθήκαμε για πρώτη φορά στα δικά μας πόδια, ανεξάρτητοι κι ηρωικοί. Θα ‘χεις ανοίξει άλμπουμ ή σίγουρα θα σου ‘χουν μιλήσει για το χαμόγελο που είχες όταν τα κατάφερες. Για το φουσκωμένο στέρνο σου και τα σφιγμένα χείλη όταν έκανες εκείνο το πρώτο βήμα και πάλευες για το επόμενο.
Έτσι και τώρα.
Σήκω, για να μάθεις επιτέλους να περπατάς. Όπλισε τις ευχές σου με σφαίρες στόχων, όχι μοιρολατρικών στεναγμών. Μην αφήνεις άλλο τα λόγια σου, να υπνωτίζουν τις πράξεις σου. Μία ζωή υπό μόνιμο σχεδιασμό, όσο ελκυστική κι αν φαίνεται, ποτέ δε θα σχηματίσει εκείνο το χαμόγελο στο πρόσωπο σου. Το χαμόγελο του πρώτου σου βήματος. Της πρώτης, ολόδικής σου νίκης.
Το χαμόγελο για τ’ όνειρο εκείνο, που το ‘ντυσες με σάρκα και όστα.
Και καμία ζωή φίλε μου, δεν αξίζει χωρίς αυτή την γκριμάτσα στις αποσκευές της.