Η αρχή του πανεπιστημιακού βίου για τους μέχρι πρότινος ανήλικους μαθητές είναι αδιαμφισβήτητα κάτι συναρπαστικό. Ενηλικιώνονται και ξεκινούν να ονειρεύονται και να σχεδιάζουν τη δική τους τη ζωή. Κι όλα κυλάνε πολύ όμορφα, μέχρι που έρχεται εκείνη η στιγμή στην καθημερινότητα του κάθε φοιτητή που εισβάλλει η αδιακρισία των γύρω του.
Ξαφνικά, αρχίζουν συγγενείς, φίλοι και γνωστοί, να ενδιαφέρονται στενά για την πορεία των σπουδών σου. Πόσα μαθήματα χρωστάς, πόσα πέρασες, γιατί κόπηκες, πόσα εξάμηνα σου απομένουν και πότε ορκίζεσαι. Είναι εμπειρικώς αποδεδειγμένο, ότι η πλειοψηφία αυτών που με επίμονα ρωτούν, έχουν δει τα πανεπιστήμια μόνο σε φωτογραφίες. Κάτι νοματαίοι απ’ το χωριό, άνθρωποι που έπιασαν αμέσως δουλειά, τύποι που το τελευταίο βιβλίο που άνοιξαν ήταν όταν έψαχναν υδραυλικό στον Χρυσό Οδηγό. Και ακριβώς γι’ αυτούς τους λόγους δε ρωτούν απλώς. Ρωτούν με θράσος.
Καμία υποτιμητική διάθεση δεν έχω απέναντι τους. Ίσα-ίσα πιστεύω πως δεν είναι δυνατόν και ωφέλιμο για έναν πληθυσμό, να αποτελείται αποκλειστικά από επιστήμονες. Ούτε θεωρώ πως η παιδεία του ανθρώπου καθορίζεται από την όποια μόρφωσή του. Όμως πιστεύω ότι ακριβώς αυτή η άγνοιά τους, θα έπρεπε να τους κάνει λίγο περισσότερο προσεκτικούς στο πώς διατυπώνουν τις ερωτήσεις τους κι όχι να συμπεριφέρονται λες κι είναι το πτυχίο σου πεντακοσάευρο που τους το χρωστάς.
Διότι οι φοιτητές δε μεγαλώνουν φακές σε κυπελλάκια. Είναι λίγο πιο απαιτητικό αυτό που κάνουν. Και γι’ αυτό θα έπρεπε να σέβεσαι την προσπάθειά τους. Ούτε είναι όλοι Σημίτηδες για να παραδίδουν το πάσο νταν στην τετραετία, όπως έκανε κάθε φορά ο Κωστάκης με τη χώρα προς το εκλογικό σώμα.
Προφανώς και δε λέω ότι απαγορεύεται η οποιαδήποτε αναφορά στο θέμα. Το πανεπιστήμιο είναι μέρος της ζωής κάθε ανθρώπου και ως τέτοιο ενδιαφέρει και όσους συναναστρέφεται. Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς. Όλοι έχουμε τουλάχιστον δύο αρκετά ενοχλητικούς τύπους στη ζωή μας που όχι μόνο ρωτούν ακαταπαύστως πότε θα πάρουμε πτυχίο λες και θα κρεμάσουν την κορνίζα στο δικό τους το σαλόνι, αλλά μοιάζουν να μην πιστεύουν και πολύ το ότι όντως θα το πάρουμε.
Κι όταν οι άνθρωποι αυτοί συγκροτούν το ευρύτερο οικογενειακό σου περιβάλλον, μία αρκετά άσχημη συνέπεια είναι ότι από εδώ και στο εξής μειώνονται στο ελάχιστο οι οικογενειακές συναθροίσεις κατά τις οποίες δε θα βρεθείς απολογούμενος για τη διάρκεια των σπουδών σου. Στο πρώτο δεκάλεπτο, κάποιος ξεχασμένος θείος θα σου απευθύνει την καταραμένη ερώτηση: «Τι λέει ρε, ακόμα να το πάρουμε το πτυχίο;» Και πρέπει τώρα εσύ να εξηγήσεις στον εγκεφαλικά ανάπηρο τύπο που έχεις μπροστά σου πως όσο και να θες, δεν έχει εφευρεθεί ακόμα τρόπος για να πάρεις πτυχίο στα τρεισήμισι χρόνια.
Επίσης, θα ήθελα να τονίσω, ώστε να καταστεί σαφές πως κανένα πτυχίο δεν «παίρνουμε». Το πτυχίο θα το πάρω εγώ. Μόνο εγώ. Εγώ έκανα ολονυχτίες πάνω από τα βιβλία, εγώ σηκωνόμουν 6 το πρωί για να πάω να δώσω, εγώ ξέρω όλα τα σφολιατοκασεροζαμπονοειδή του κυλικείου μου απ’ έξω. Άρα το πτυχίο μου, θα το πάρω εγώ. Εσύ το πολύ-πολύ να έρθεις να χτυπήσεις κανένα παλαμάκι στην ορκωμοσία αν σε έχω σε εκτίμηση, ή να ενημερωθείς για τη λήξη της πανεπιστημιακής μου ζωής, όταν θα μου τηλεφωνήσεις στη γιορτή μου δέκα μήνες μετά. Γι’ αυτό κομμένοι οι πληθυντικοί.
Και να έλεγα, πως ζούμε σε μία οικονομικά εύρωστη χώρα που μία που παίρνεις το πτυχίο και μία που βρίσκεις δουλειά στο αντικείμενο σου, να το καταλάβω. Πλέον όταν το πτυχίο σηματοδοτεί την πανηγυρική είσοδο του νέου στην ανεργία, τι καημός είναι αυτός, καλέ μου άνθρωπε;
Δεν ξέρω, αλλά νομίζω τελικά ότι εναπόκειται στην προσωπική ευαισθησία και διακριτικότητα του καθενός το πώς θα αντιμετωπίσει το θέμα αυτό. Ο ίδιος που, χωρίς να τον αφορά, θα ζητά να μάθει κάθε τρεις και λίγο πώς πάνε οι σπουδές σου, είναι ο ίδιος που κάθε φορά θα σε ρωτάει αν έχεις σχέση, αν βγαίνεις τα Σάββατα, αν είχατε πολύ ΕΝΦΙΑ φέτος και πόσο σας ήρθε η ΔΕΗ. Δεν είναι δηλαδή ότι τον ενδιαφέρει στ’ αλήθεια η ημερομηνία της ορκωμοσίας σου. Είναι ότι το αδιάκριτο αυτό ον το ενδιαφέρει πάσα πληροφορία που μπορεί έστω και για λίγο να τον κάνει να αισθανθεί κάπως λιγότερο χάλια για τη δική του τη ζωή.
Ή είναι απλώς σαδιστές, που τη βρίσκουν με τον πόνο του άλλου. Γιατί, πιστέψτε με όσο κουλ κι αν το παίζει ένας φοιτητής, πάντα η μικρή και τρυφερή καρδιά του θα πληγώνεται όταν στην επαναλαμβανόμενη ερώτηση «Ορκιζόμαστε, ορκιζόμαστε;» απαντά «Έχουμε ακόμα».
Επιμέλεια Κειμένου Αγγελικής Κοντογιαννάτου: Σοφία Καλπαζίδου