Ενός λεπτού σιγή για όλους τους κόσμους που γκρεμίσαμε, τα ειδυλλιακά κάστρα που ξεστήσαμε, τους ιππότες ή τις πριγκίπισσες που εγκαταλείψαμε στη μέση του δρόμου μας.
Ενός λεπτού σιγή για εκείνα τα τουβλάκια του Jenga που με αγωνία στεριώναμε και για τη μία μοιραία κίνηση που τον πύργο μας κατεδάφισε. Χάσαμε ή κερδίσαμε, τελικά; Αδιαμφισβήτητα αλλάξαμε. Γιατί, το ξέρεις πια καλά, κάθε «αντίο» ξηλώνει έναν κόσμο και χτίζει έναν άλλον, ολοκαίνουριο κι άφθαρτο. Και ποιοι είμαστε εμείς, παρά αρχιτέκτονες κι εμπρηστές ταυτόχρονα, εμπνευστές και δήμιοι των πιο ιδιαίτερων ονείρων μας;.
Τα παραμύθια μας έμαθαν να προσμένουμε το ευτυχισμένο τέλος, αυτό που ο γαμπρός φιλάει τη νύφη, το ρύζι κινείται απειλητικά προς την κακιά μάγισσα κι η κολοκύθα προβιβάζεται –με συνοπτικές διαδικασίες– σε αστραφτερή άμαξα.
Και τι γίνεται, ωστόσο, με όσα «αντίο» έπρεπε να πεις; Τη στιγμή που τα κινηματογραφικά φιλιά δίνουν τη θέση τους στα αλλεπάλληλα χασμουρητά, εσύ φεύγεις. Παίρνεις το μοδάτο σκουφάκι σου –χειμώνας βαρύς έξω, εξάλλου– κι αποχωρείς. Φυσικά θα καλέσεις και μια μεταφορική για τα υπόλοιπα πράγματα. Μα τώρα για το πρακτικό του πράγματος καθόλου δε σκοτίζεσαι. Αισθάνεσαι απλώς παγωμένος.
Ένας κόμπος έχει σταθεί στο λαιμό σου, ο ίδιος που σε συντροφεύει συχνά-πυκνά στους αποχωρισμούς σου. Κι αναρωτιέσαι αν επιθυμείς να κλάψεις ή να γελάσεις, να κουλουριαστείς στο εφηβικό σου κρεβάτι ή ν’ ανασάνεις με ανακούφιση. Θα σηκωθείς και θα συνεχίσεις, το δίχως άλλο. Για το υπόλοιπο έργο, για τον σεναριογράφο που σου ετοιμάζει μεγαλειώδεις ατάκες, για τον σκηνοθέτη που μελετά το καλό σου προφίλ, για μια ζωή μαγική που σε περιμένει να τη βιώσεις.
Μην κοιτάς πίσω. Έτσι δε σου έλεγαν πάντα; Απλώς φύγε, επέμεναν. Αποφασιστικά, ακαριαία. Ωστόσο, προς Θεού, μην κοιτάξεις πίσω. Κι αν το κάνεις; Τι, στ’ αλήθεια, περιμένεις ότι θα δεις κι από τι τρέχεις για να ξεφύγεις; Θα δεις συντρίμμια, ασφαλώς. Ίσως πονέσεις, λοιπόν. Στενάχωρο θέαμα ν’ αντικρίζεις το χάος εκεί όπου κάποτε υψώθηκε μια σχέση.
Περίμενε, όμως. Συναρμολόγησε και πάλι τα κομμάτια. Ωραία, ο πύργος ξαναχτίστηκε. Απ’ έξω φαντάζει ο ίδιος, σε διαβεβαιώνω. Κάνε μια εξερευνητική βόλτα κι έπειτα βολέψου στην αγαπημένη σου γωνιά. Σύντομα τα συντρίμμια θ’ αποτελούν μια άγαρμπη παρένθεση στη χολιγουντιανή σου ιστορία. Στο λόγο μου, σε άνθρωπο δε θα μιλήσω για ό,τι συνέβη.
Δυσκολεύεσαι, βλέπω. Σαν να νιώθεις ξένος στο παλιό σου καταφύγιο. Κι αναζητάς ξανά την έξοδο. Τώρα κατάλαβες. Το παρελθόν, ακόμη και αν το επισκεφτείς φορώντας σατέν υφάσματα, να σε κάνει ευτυχισμένο αδυνατεί. Φαντάσματα περιφέρονται στο άλλοτε επιβλητικό οικοδόμημα και τρέφονται απ’ την απροθυμία σου να αποδεσμευτείς απ’ τις σκιές και να λουστείς το φως του αγνώστου.
Μα τα φαντάσματα ξεγλιστρούν απ’ την αγκαλιά σου κι ένας κόσμος σου γνέφει με νόημα. Σου σφυρίζουν σαν Σειρήνες γέφυρες ολοκαίνουριες κι εσύ χαμογελάς διστακτικά. Μπορεί το πεπρωμένο να σου φέρει αύριο κιόλας έναν μεγάλο έρωτα ή απλώς μια αξιοπρεπή συντροφιά. Ποιος το γνωρίζει, ίσως ανταμώσεις και πάλι τον συμμαθητή που ντρεπόσουν να διεκδικήσεις χιλιάδες χρόνια πριν ή τον παλιό συνάδελφο της πρώτης σου δουλειάς που πήρε το αφτί σου ότι χώρισε.
Ενδεχομένως να μη συμβεί τίποτα απ’ τα παραπάνω σύντομα και να περάσεις πολλά Σαββατοκύριακα παρακολουθώντας επαναλήψεις του αγαπημένου σου σίριαλ. Θα παραγγείλεις σουβλάκια και θα στα παραδώσει ένας μεσόκοπος βαριεστημένος ντελιβεράς. Θα παχύνεις. Μα κάποτε –και στοίχημα σου βάζω– θα σηκωθείς απ’ τον καναπέ σου. Για αρχή, θα γραφτείς στο γυμναστήριο. Για έκπληξη, θα πας κιόλας! Και θα χτίσεις έναν άλλο κόσμο. Θα υφίσταται για τόσο όσο εσύ τον χρειάζεσαι. Σύμφωνοι; Ούτε για ένα δευτερόλεπτο παραπάνω.
Κόσμοι υπάρχουν πολλοί, εξάλλου, και χτίζονται με λαχτάρα μεγάλη. Τον ουρανό φιλοδοξούν ν’ αγγίξουν και την αθανασία να κατακτήσουν. Και θα το κατορθώσουν. Ακόμη κι αν κάποτε γίνουν χίλια κομμάτια, τελικά θα ενωθούν με τις αναμνήσεις σου και θα ρίξουν γέφυρες σε σκηνικά διαφορετικά και σε σενάρια φρέσκα.
Τα «αντίο» μην τα φοβάσαι, λοιπόν. Κάθε αποχωρισμός και μια ελπίδα, κάθε τέλος και μια υπόσχεση, που τα τουβλάκια τοποθετεί ένα-ένα και το Jenga ξαναβάζει στο παιχνίδι.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη