Παιδάκι ακόμη να υποπέσεις στο παραμικρό ατόπημα μ’ αγωνία απέφευγες. Σύμφωνοι, τα παιδιά συχνά δε συντονίζουν λόγια ή κινήσεις και το ακλόνητο άλλοθι της άγουρης ηλικίας τα δικαιώνει πανηγυρικά στ’ απανταχού δικαστήρια κοινωνικής ευπρέπειας. Μα εσύ λαχταρούσες ν’ αναβαθμιστείς στον υποδειγματικό γιο και στην άψογη κόρη, στο άξιο τέκνο που δε σπάει πορσελάνινα βάζα μα συναρμολογεί μ’ επιδεξιότητα τα κομμάτια της γονεϊκής αποδοχής. Και τα χρόνια κυλούσαν, τα πιάτα άθικτα παρέμεναν, η μαμά φιγουράριζε καμαρωτή και με άρτια σερβίτσια στις συγκεντρώσεις γονέων και κηδεμόνων.
Στα σχολικά έδρανα διεκδικούσες μ’ επιμονή αξιοθαύμαστη την απόλυτη δημοφιλία κι έτσι το να κακοκαρδίσεις ακόμα και τον τύπο του πίσω θρανίου που σημάδι σε είχε βάλει στις σαΐτες (οι πληροφορίες ότι σου απηύθυνε ειδικές ευχαριστίες στην απονομή χρυσού μεταλλίου της τοξοβολίας ελέγχονται ως ανακριβείς) φάνταζε πράξη επαναστατική κι άκρως επικίνδυνη για τη σταθερά αρεστή σου φύση.
Κι αιωνίως ο ίδιος μοιραίος παρανομαστής. Η αφεντιά σου να προβάρει μάσκες στ’ αποκριάτικα πάρτι της ψυχαναγκαστικής επιδοκιμασίας.
Δίπλωμα έβγαλες για δίκυκλη μηχανή με σκοπό απώτερο και καθόλα σεβαστό το ταιριαστό κούρνιασμά σου στην αγκαλιά του ροκά μηχανόβιου. Στη συνέχεια πάρκαρες τ’ όχημα στο υπόγειο του σπιτιού, φόρεσες τ’ αθλητικά σου παπούτσια κι επιδόθηκες σε μακρινούς περιπάτους κι εξουθενωτικό τρέξιμο στη φύση παρέα με τον αθλητή οικολόγο του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου.
Κάπως έτσι εφόδια απέκτησες πολλά και παράπονο κανένα δεν έχεις. Τις καταδύσεις στα δάχτυλα τις παίζεις και στους καρχαρίες μοστράρεις μ’ αυθάδεια τη λαμπερή οδοντοστοιχία σου. Τους γραμμωμένους κοιλιακούς σου επιδεικνύεις περήφανα στο γυμναστήριο της γειτονιάς και στη γλώσσα των Μάγια μυήθηκες επιτυχώς αφού σύμφωνα με ακριβείς πληροφορίες του αρραβωνιαστικού επανέρχεται δυναμικά στο προσκήνιο των δημοφιλέστερων διαλέκτων παγκοσμίως.
Πολλές αρνήσεις σιγοψιθύρισες, μα τελικά σε καταφάσεις υπέκυψες. Τη γνώμη σου δεν την υπερασπίστηκες και τις πιο ανιαρές ταινίες της χρονιάς εσύ τις παρακολούθησες. Να γράφεις ποθούσες μα την πένα παράτησες και σ’ ασχολίες πλήρως συμβατές του κυνισμού της εποχής στράφηκες σε μια απέλπιδα προσπάθεια ν’ αποτινάξεις την ετικέτα του αιθεροβάμονα απ’ την ανασφαλή σου πλάτη.
Τις περιττές φιλοσοφίες και τις διεισδυτικές ερωτήσεις έκοψες επιτέλους μαχαίρι καθώς ο κόσμος μας διψά για επιφανειακές κολακείες κι αστραφτερές σέλφι. Και like πάτησες αμέτρητα σε αντιπαθείς τύπους με τσεκαρισμένο σύνδρομο ναρκισσισιστικής διαταραχής.
Τα πολύχρωμα ρούχα σου τα καταχώνιασες σε μια γωνιά της ντουλάπας μιας και πολλά βλέμματα προσέλκυαν και σχόλια πάσης φύσεως αποσπούσαν. Το μικρό μαύρο φόρεμα προτιμάς πια και το καρό μπλε πουκάμισο καθώς, ακριβώς όπως κι εσύ, πάει μ’ όλα.
Έγινες ένας άλλος λοιπόν. Γιατί τι σημαίνει άραγε λιγότερος ή περισσότερος; Θα μπορούσες να τοποθετήσεις ανθρώπινες ψυχές στη ζυγαριά της αξιοσύνης και ν’ αποφανθείς για το ποια είναι η πιο βαριά;
Στο τέλος της ημέρας και στο τέλος της ζωής μέτρα τις στιγμές που ήσουν η πιο ανεπιτήδευτη εκδοχή σου, με το εκτυφλωτικό φως και τ’ αποπνικτικό σου σκοτάδι, με τα εκκωφαντικά γέλια και τ’ απεγνωσμένα δάκρυα, με την ατσάλινη τόλμη και το φοβισμένο βλέμμα. Έπειτα μέτρα ανθρώπους. Τους γενναίους, όσους στάθηκαν δίπλα σου στα «ναι» και στα «όχι» σου, στις παταγώδεις αποτυχίες και στους ιλιγγιώδεις θριάμβους, στις κοπιαστικές ορειβασίες και στα Κυριακάτικα χουχουλιάσματα στο κρεβάτι.
Τώρα ξέρεις. Λιγότερος ή περισσότερος δε γίνεσαι ποτέ για όσους αληθινά σε αγάπησαν. Η αποκριάτικη μάσκα θα πέσει με κρότο στο πάτωμα κι η πρόσκληση για το πάρτι της υποκρισίας χίλια κομμάτια θα γίνει τη μαγική ώρα που θ’ αγκαλιάσεις τον εαυτό σου δίχως όρους κι αναμονές αποδοχής.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη