«Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου, συγχώρα με που σε ρωτάω για εκατοστή φορά σήμερα, αλλά πες μου, υπάρχει πιο όμορφη ύπαρξη από εμένα;» Εντάξει, ίσως να μην γίνεται ακριβώς έτσι, όμως η αλήθεια είναι πως μια ματιά γύρισες να τη ρίξεις περνώντας δίπλα από τη θέα του είδωλού σου. Ε, να μην θαυμάσεις το αξιοθέατο;
Δεν είναι και τόσο σπάνιο εξάλλου, να αποπνέει κάποιος τόση αυτοπεποίθηση χαζεύοντας την αντανάκλασή του, που να μη σου επιτρέπει καν να αναρωτηθείς αν την αξίζει. Αλήθεια, τι κρύβει αυτή η τάση -για να μην πούμε εμμονή- κάποιων ανθρώπων με τις γυάλινες επιφάνειες και τους καθρέφτες; Γιατί φαντάζει τόσο μεγάλη ανάγκη σε μερικούς συνανθρώπους μας, το να μη χάνουν ευκαιρία να τσεκάρουν και να θαυμάσουν μεγαλόφωνα ίσως, την εξωτερική τους εμφάνιση; Στ’ αλήθεια, δεν μπορώ καν να διανοηθώ ποιος προφανώς επιφανειακά σκεπτόμενος τύπος κατονόμασε αυτή την κατηγορία ανθρώπων ως «ναρκισσιστές», «ψώνια» και «σνομπ», γιατί είναι σχεδόν βέβαιο πως η πλειοψηφία τους αποτελεί το ακριβώς αντίθετο.
Ακόμη κι αν συμπεριλαμβάνεις τον εαυτό σου στο συγκεκριμένο γκρουπ ανθρώπων, έχεις ποτέ αναλογιστεί τι είναι αυτό που σε παρακινεί να κοιτάζεις διαρκώς τον εαυτό σου, την αντανάκλασή σου, σε όποια εύκαιρη γυάλινη επιφάνεια συναντήσεις στο δρόμο;
Ευρήματα πολυάριθμων ψυχολογικών ερευνών έχουν δείξει πως οι άνθρωποι που είτε απλά αποζητούν διαρκώς την επιβεβαίωση και το θαυμασμό από τον περίγυρό τους, είτε προσπαθούν θορυβωδώς να αποσπάσουν την προσοχή και να γίνουν επίκεντρο της ενασχόλησης των υπολοίπων, τείνουν, σε αντίθεση με την ευρεία αντίληψη, να τρέφουν μακράν περισσότερες ανασφάλειες από εκείνους που ήσυχα και αυτόνομα αισθάνονται εσωτερική αυτοπεποίθηση -την οποία δε νιώθουν την ανάγκη να διαλαλήσουν.
Και πράγματι, τι πιο οφθαλμοφανές από κάποιον που δεν του αρκεί η προσωπική επιβεβαίωση, αλλά χρειάζεται και την αποδοχή του κοινωνικού του περιβάλλοντος για να πορευτεί με λίγη παραπάνω σιγουριά, από αυτές τις συχνές ερωτήσεις που αφελώς εκλαμβάνουμε ως καυχήματα μπροστά από έναν καθρέφτη;
Οι ανασφαλείς άνθρωποι δρουν παραπλανητικά, ίσως ακόμη και προς τον ίδιο τους τον εαυτό, χωρίς να το συνειδητοποιούν πολλές φορές ούτε οι ίδιοι, προκειμένου να επισκιάσουν τις όποιες αμφιβολίες έχουν για το άτομό τους με κομπλιμέντα και με το συνεχές τσεκάρισμα της αντανάκλασής τους, για να επιβεβαιώνουν κάθε τόσο πως όλα βαίνουν καλώς. Μάλιστα, αυτή η προτρεπτική τους στάση θαυμασμού -π.χ. το παραλήρημα του τύπου «μα πόσο όμορφα μάτια έχω», η διαρκής εξάρτηση από τον καθρέφτη κ.α.-, δείχνει πως σφύζουν από σιγουριά και πως απλώς έκαναν μια στάση για να θαυμάσουν το πρόσωπό τους, ενδεχομένως αποτελεί ένα ιδιόμορφα προσαρμοσμένο μέσο στήριξης της συγκεκριμένης αδυναμίας τους.
Μπροστά στο φόβο μην τυχόν κάποιο δηκτικό σχόλιο κλονίσει την εύθραυστη ισορροπία της αυτοπεποίθησής τους, αποπειρώνται στην ουσία να σε προλάβουν, μην αφήνοντας το περιθώριο σε κανέναν να εκφράσει αρνητική γνώμη. Αν το καλοσκεφτούμε, αυτή η μέθοδος θα μπορούσε κάλλιστα να λειτουργήσει ως ένα ιδιαίτερο είδος αυθυποβολής: όσο πιο πολύ πιστέψεις -και κάνεις και τους άλλους να πιστέψουν- πως εντυπωσιάζεις, τόσο περισσότερη αποδοχή νιώθεις πως λαμβάνεις και τόσο λιγότερα χτυπήματα δέχεται η τρωτή σου αυτοπεποίθηση.
Κι εκεί που τελικά νιώθεις πως τα έχεις καταφέρει και τους έχεις πείσει όλους, ξέχασες έναν: Εσένα! Ίσως τον σημαντικότερο όλων, σε προσπέρασες. Εσένα σου αρέσεις; Η αλήθεια είναι πως κάθε φορά που κοιτάζεσαι, σου αρέσεις όλο και λιγότερο. Όσο περισσότερο βάφεσαι, καλλωπίζεσαι και «φτιασιδώνεσαι» -όπως θα έλεγε και η γιαγιά μου- τόσο λιγότερο εκτιμάς και σου αρέσει το πρόσωπο που βλέπεις στον καθρέφτη σου, αλλά δεν μπορείς να σταματήσεις. Μην απορείς, είναι πολύ απλή η διατήρηση του φαύλου κύκλου σου.
Παρατηρείς και κριτικάρεις την κάθε ατέλειά σου τόσο συχνά, ώστε κάθε φορά ανακαλύπτεις και μια νέα, την οποία βέβαια κανείς άλλος δεν προσέχει πάνω σου. Βάφεσαι, χτενίζεσαι, κι αρχίζεις να λυπάσαι που αυτή η επιτηδευμένη εμφάνιση δεν είναι η φυσική σου. Δεν είναι κακό να περιποιείσαι τον εαυτό σου. Είναι όμως ανεπίτρεπτο αυτή η περιποίηση να γίνεται εμμονή και αυτοσκοπός σου, είναι λυπηρό να σε υποβάλλεις σε τόσο ανελέητα σκληρή αυτοκριτική. Θυμήσου το παιδί που κάποτε υπήρξες, που χαιρόταν τη ζωή ξεχνώντας να κοιτάξει τον καθρέφτη, και αναλογίσου: αν το είχες απέναντί σου τώρα, θα του έλεγες όσα λες στον τωρινό σου εαυτό;
Έφτασε καιρός να σε ερωτευτείς στα τυφλά.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου