«Ό, τι αισθάνεσαι να λες» έγραψε ο Μπαλάφας στο ομώνυμο άσμα και συνέχισε «…γιατί περνάνε οι στιγμές». Περνάνε και δε γυρίζουν πίσω ξανά, θα σου πω εγώ. Όμως έχουμε την ευκαιρία από εδώ και στο εξής να μάθουμε να ζούμε κι όχι απλά να επιβιώνουμε.
Τότε που φοβήθηκες να πεις στον άνθρωπο εκείνο πόσο όμορφα σε κάνει να νιώθεις όταν βρίσκεσαι κοντά του, πόσο σε ηρεμεί η φωνή του, πόσο ομόρφυνε τη ζωή σου, αντιθέτως επέλεξες να τον απομακρύνεις και να έχεις εκείνο το ύφος -ξέρεις ποιο- εκείνο με το σηκωμένο φρύδι το οποίο είναι λες και δεν αντέχεις ούτε την ύπαρξή του; Κι αντί να παραδεχτείς πόσο πολύ θέλεις να βρίσκεται στη ζωή σου, εσύ τον έδιωξες ακόμα πιο μακριά. Αντί για το ναι, επέλεξες το όχι.
Έτσι θα έπρεπε να είναι οι ανθρώπινες σχέσεις απλές, όμορφες και κυρίως αληθινές, μα τις κάνουμε περίπλοκες. Κι όταν έφυγε από κοντά σου προσπάθησες να βρεις μεθόδους να ξαναγυρίσει κι έψαχνες κάθε είδους στρατηγικής, ξημεροβραδιαζόσουν πάνω από ένα κινητό τηλέφωνο να βρεις πώς θα καταλάβει ότι νιώθεις κάτι, αλλά όχι και τόσο δυνατό- μη σε έχει και δεδομένο. Μα καρδιά μου, στο συναίσθημα δε χωράει η στρατηγική παρά μόνο η αλήθεια και καμία οθόνη δεν μπορεί ν’ αντικαταστήσει δυο μάτια που σε κοιτούν και καίγονται να σου πουν όλα όσα νιώθουν.
Η αλήθεια μπορεί να καθηλώσει κάθε άνθρωπο, δεν έχεις να ψάξεις τίποτα πίσω από μια αλήθεια που βγαίνει από την ψυχή. Δε σε αφήνει να γίνεις καχύποπτος, σου επιβάλει να βουτήξεις μέσα της κι έπειτα στο χέρι του καθενός είναι κατά πόσο είναι έτοιμος να έχει στη ζωή του έναν άνθρωπο που έχει έρθει σ’ επαφή με το συναίσθημά του. Έναν άνθρωπο που ξέρει να εκφράζεται. Έναν άνθρωπο που μπορεί να πει όσα αισθάνεται. Ο Αϊνστάιν είχε πει πως «αν δεν μπορείς να εξηγήσεις κάτι με απλό τρόπο, δεν το έχεις καταλάβει αρκετά». Ας ξεκινήσουμε από τους εαυτούς μας. Στο συναίσθημα δεν υπάρχει σωστό και λάθος. Λες αυτό που νιώθεις. Είσαι αυτό που νιώθεις.
Έχουμε ξεχάσει ν’ ακούμε το μέσα μας, τα θέλω μας. Μέσα στους θορύβους της πόλης, την πληθώρα πληροφοριών, χαμένοι στο χθες, χάσαμε το τώρα και την επόμενη μέρα ερχόμαστε αντιμέτωποι μ’ ένα ακόμη χθες και πάλι από την αρχή. Με ανείπωτα που θέλαμε τόσο πολύ να πούμε και δεν είπαμε από φόβο μην και ξεγυμνωθούν τα συναισθήματά μας απέναντι σ’ ανθρώπους που μας τα δημιουργούν και καταλάβουν ότι είμαστε τόσο δα μικροί μπροστά σε τόσο δυνατά θέλω. Υπάρχει, πιο όμορφο συναίσθημα από αυτό που μπορείς και μοιράζεσαι;
Μάθαμε να λέμε ψέματα στους ίδιους μας τους εαυτούς. Μα το ψέμα φέρνει κι άλλο ψέμα για να μπορέσει να κρατηθεί, μέχρι που δεν αντέχει άλλο. Λυγίζει κι εκεί μας βρίσκει όλους απροετοίμαστους, αντιμέτωπους με την αλήθεια που έχουμε ξεχάσει και σε λίγο θα μας κάνει να ξεχάσουμε ποιοι είμαστε και ποιοι θέλουμε να γίνουμε. Γεμίσαμε φόβους κι ανασφάλειες και περάσανε τα χρόνια σκεπτόμενοι όσα δεν είπαμε και θα θέλαμε να έχουμε πει. Φοβόμαστε ότι δε θα προλάβουμε. Προλαβαίνεις τώρα, καν’ το τώρα. Βγες από τον κύκλο που ζεις, έχεις ζαλιστεί και το γνωρίζεις, μα δεν κάνεις κάτι. Ξύπνα κι ακολούθησε την ευθεία. Θα έχει εμπόδια, δυσκολίες, πόρτες κλειστές. Μα αν εσύ προχωράς κι αισθάνεσαι, θα φτάσεις εκεί που θες γιατί το κλειδί το έχεις πάνω σου. Κάθε εμπειρία θα είναι μοναδική. Οι κύκλοι σε φέρνουν στο ίδιο σημείο ξανά και ξανά.
Πάρτε τηλέφωνα, συναντηθείτε, πείτε όσα λαχταρούσατε τόσο καιρό μα από φόβο δεν το κάνατε, ας γίνει ό, τι νιώθουμε λέξη κι ύστερα πράξη. Και μη φοβάσαι, αυτά που λες θα μείνουν σε όσους μπορούν να σε νιώσουν. Οι υπόλοιποι ας κάνουν κύκλους γύρω από τους εαυτούς τους, είναι η δική τους πορεία κι οφείλουμε να τη σεβόμαστε. Ας πιούμε στην υγειά του ό, τι μας κάνει να να αισθανόμαστε πολύ, βαθιά. Τουλάχιστον τολμήσαμε να πούμε «μη φύγεις» χωρίς να μας φάει το μαράζι.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου