Το πιο πρωτόγνωρο μεθυστικό ταξίδι ξεκινάει όταν δύο άνθρωποι συναντούν τη μαγεία της έλξης. Γίνονται μάρτυρες της γέννησης αυτών των εξαιρετικά κρυμμένων συναισθημάτων που φυλούσαν ώσπου να βρουν το κατάλληλο έδαφος. Ξεκινάει με ένα βλέμμα. Ένα όμορφο νεύμα προϊδεάζει το φλερτ ώσπου να φέρει αυτούς τους δύο ανθρώπους κοντά που να μην μπορούν ο ένας χώρια από τον άλλο. Το μυαλό δεν είναι ικανό ακόμα να σκεφτεί, θαμπωμένο από ενθουσιώδη κύματα αυθορμητισμού αφήνεται και περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να δώσει τον ουσιαστικότερο ρόλο για την αλλαγή της πλοκής μιας όμορφης ιστορίας. Τη λογική.
Καλύτερα κρυμμένη να ‘μενε. Γιατί ακριβώς εκείνη τη στιγμή που η γνωριμία με τον άνθρωπο αυτό μπορεί να οδηγήσει πιο βαθιά εκείνη ανεξέλεγκτα χτυπάει την πόρτα σε φοβίες. Κι αυτές με τη σειρά τους ανοίγουν όλα τα κεφάλαια του παρελθόντος άσχημα και μη, δίνοντας στον εγκέφαλό μας τροφή για σκέψεις που περισσότερο βλάπτουν παρά ωφελούν.
Λες και οι άνθρωποι έχουν οδηγό πλοήγησης. Και αντί να ρουφήξεις τις σελίδες του νέου βιβλίου που είναι μπροστά σου και να αφεθείς στο νόημα των γεγονότων, παίρνεις έναν στιλό και κρατάς σημειώσεις, ανατρέχεις πίσω να θυμηθείς ξεχασμένους ρόλους, προσπερνάς σελίδες θεωρώντας πως δεν έχουν καμία σημασία. Μοναδικός σου σκοπός, να προεξοφλήσεις το καλύτερο αποτέλεσμα για τον εαυτό σου. Θέλεις εκείνος ο άνθρωπος που στέκεται μπροστά σου να σου εγγυηθεί από τις πρώτες σας κιόλας στιγμές πως δε θα θυμίζει σε τίποτα παλιές αναμνήσεις. Πως δε θα σου ξύσει ούτε άθελά του τις πληγές.
Οι απαιτήσεις σου δίνουν και παίρνουν. Θέλεις από την αρχή, ένα άγνωστο για σένα άτομο να σου ησυχάσει τους φόβους, να καλύψει τυχόν ανασφάλειες που προέρχονται από το παρελθόν από το πρόσφατο παρελθόν και πιο πίσω ακόμα χωρίς καν να το γνωρίζει. Προσδοκάς να σου χαρίσει την ευτυχία που σου στέρησαν όλοι οι άλλοι. Αναζητάς το ιδανικό και το αναζητάς σε κάθε πρόσωπο που έρχεται στη ζωή σου αγνοώντας πως αυτό καταδικάζει το μέλλον σου μαζί του. Η μαγεία εξαφανίζεται, οι ανέμελες βόλτες σας γεμίζουν με πολύωρες συζητήσεις στις οποίες ψάχνεις να βρεις απαντήσεις που δεν έχει να σου δώσει. Και σε εκείνο το σημείο αν ο άνθρωπος αυτός περάσει όλα τα τεστ, προάγεται τελικά.
Κι αφού περάσει το τεστ μετά δε θα πείραζε αν τελικά τύχαινε να τον πληγώσουμε εμείς. Γιατί εμείς έχουμε άφεση. Μια άφεση δοσμένη από την πλεονεκτική μας θέση να προσμετράμε τα δικά μας λάθη βγάζοντάς τα λιγότερα κάθε φορά. Γιατί μόνο εμείς πληγωθήκαμε ανεπανόρθωτα. Μόνο εμείς δικαιούμαστε να παίζουμε τον ρόλο του θύματος. Είναι που εμείς στα δικά μας μάτια πληρούμε το ιδανικό προφίλ εκείνου που αγαπάει παράφορα, που δίνεται, που ανταποκρίνεται σε κάθε προσδοκία. Πιστεύουμε πως όπως βλέπουμε εμείς εμάς, έτσι μας βλέπει κι εκείνος. Αδιαφορώντας για την άποψή του που όταν δε συμφωνεί με τη δική μας θεωρείται κατακριτέα έως άδικη.
Πόσο λάθος κάνουμε. Αντί να αναλογιστούμε και τις δικές του θάλασσες ωκεανών που μπορεί να έχει πλεύσει για να φτάσει ως εδώ. Βγάζουμε προς τα έξω μια πτυχή του εαυτού μας που εγωιστικά αποζητά επιβεβαίωση αντί να επιβεβαιώσουμε σε εκείνον που έχουμε δίπλα μας πως ξεκινάμε απ’ το μηδέν. Αυτό είναι και το πιο δίκαιο. Να γείρουμε στο πλάι του ξεχνώντας όσα δεν ανήκουν πια στο παρόν. Να απελευθερώσουμε τις σκέψεις μας σαν κενές σελίδες που λαχταρούν να γραφτούν ξανά απ’ την αρχή.
Είναι πιο όμορφο να δίνουμε στη ζωή το νόημα που της αρμόζει παρά νόημα σε μια ζωή που δε μας ανήκει πια. Και τη δύναμη να μας εξουσιάζει, δίνοντάς μας το δικαίωμα να κρίνουμε ανθρώπους, να τους βάζουμε στον βωμό των συγκρίσεων και των προκαταλήψεων. Σκηνικά που μας καθιστούν ευάλωτους σε όμορφες νέες περιπέτειες που μόνο χαρά μπορούν να μας προσφέρουν. Και μετά να σκύβουμε το κεφάλι λέγοντας πως δεν αγαπηθήκαμε ή πως δεν υπάρχουν «άνθρωποι» πια για μας.
Και ποιος είναι τελικά για εμάς;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου