Πολλές είναι οι φορές που κάτι σημαντικό παιδεύει το μυαλό μας κι έτσι χιλιάδες σκέψεις παρελαύνουν μέσα μας. Ερωτηματικά κι υποθέσεις με παρονομαστή τη δική μας λογική έρχονται στην επιφάνεια, αλλά το μόνο που καταφέρνουν –κυρίως αν δεν τα μοιραστούμε– είναι να μας διχάζουν και να μας μπερδεύουν περισσότερο. Παραθέτοντας τους προβληματισμούς αυτούς σε έναν υγιή διάλογο, δίνουμε λύσεις και τροφή στις απορίες μας αλλά κι ένα τέλος στα χαώδη και παράλογα συμπεράσματά μας.

Ουσιαστικά, στην περίπτωση αυτή δεν είναι η απάντηση σε μια ερώτηση το ζητούμενο αλλά η ίδια η ερώτηση. Το μήνυμα το οποίο θέλουμε ύπουλα να περάσουμε στερώντας από κάποιον το δικαίωμα να εκφραστεί και να κατανοήσει το πραγματικό πρόβλημα. Η βιασύνη μας να προλάβουμε να κλέψουμε την παράσταση ξεδιπλώνοντας τα δικά μας θέματα ένα προς ένα και να εκφράσουμε τη γνώμη μας πρώτοι πριν καν μας ζητηθεί, μας φέρνει εν τέλει σε αδιέξοδη θέση.

Γι’ αυτό μην πέσεις στην παγίδα. Για να λάβεις τη σωστή απάντηση σιγουρέψου πρώτα ότι δίνεις τη σωστή ερώτηση. Υπάρχουν ερωτήσεις που παραπλανούν. Που στην πραγματικότητα αποσκοπούν περισσότερο στο να μας κάνουν να νιώσουμε εμείς καλά χωρίς να έχουμε πραγματική ανάγκη να ακούσουμε την ειλικρινή άποψη του άλλου, αρκεί να ακουστεί η δική μας φωνή. Λειτουργούν πιο πολύ σαν δικά μας ηρεμιστικά που δυναμώνουν τις άμυνές μας κι αναπτερώνουν το ηθικό μας, αφού μας επιβεβαιώνουν.

Το κάνουμε εκούσια για να δώσουμε στη συζήτηση την κατεύθυνση που μας συμφέρει. Ρωτάμε εσκεμμένα ώστε να οδηγήσουμε τον άλλο εκεί που θέλουμε εμείς κι όχι εκεί που ο ίδιος ή η συζήτηση επιθυμεί να φτάσει. Όταν παίζουμε εκ του ασφαλούς στη δική μας έδρα, έχουμε το πλεονέκτημα να δίνουμε πάσες υπέρ μας. Ακολουθώντας τη συγκεκριμένη τακτική, έχουμε μεγαλύτερη πιθανότητα να λάβουμε απαντήσεις που μας βολεύουν, καλύπτοντας δικά μας κενά κι ερωτηματικά κατά τρόπο επωφελή μεν αλλά επιφανειακό δε.

Στην περίπτωση που παραβλέψουμε τη μανία μας να υπερισχύσουμε και λειτουργήσουμε ως αντικειμενικοί και καλοί ακροατές, εκεί το έδαφος γίνεται πρόσφορο κι η κουβέντα δίνει καρπούς. Χρησιμοποιώντας τα αφτιά μας για να ακούμε όσο πιο προσεκτικά γίνεται το συνομιλητή μας κι όσα έχει να μας πει, σεβόμενοι πάντα την άποψή του και τις ανάγκες του, τότε μόνο μπορούμε να ανοίξουμε το στόμα μας και να μιλήσουμε κι εμείς με τη σειρά μας.

Αλίμονο, όμως, όταν γινόμαστε έρμαιο του εγωισμού μας και τον αφήνουμε να μας χειραγωγεί. Γιατί τότε δεν ελέγχει μοναχά το μυαλό μας αλλά και την κρίση του άλλου θέτοντάς μας σε μία κατάσταση πιο περίπλοκη απ’ όσο πράγματι είναι. Αντί να προκαλέσουμε καλή διάθεση, δημιουργούμε αμυντικές στάσεις, εκρήξεις θυμού και στιγμές φορτισμένες με λόγια που μπορεί να πληγώσουν όταν ειπωθούν. Το νόημα του διαλόγου χάνεται, λέξεις διασκορπίζονται εδώ κι εκεί κι η στιγμή χαλάει όπως κι η σχέση μας, χωρίς ουσιαστικά να λύνει τίποτα.

Ο φόβος μας καμιά φορά είναι η αιτία που παραλογιζόμαστε. Φοβόμαστε μήπως δε μας αρέσει αυτό που θα ακούσουμε. Δίνουμε βολές με άσκοπες ερωτήσεις και πριν καλά-καλά προλάβει να απαντήσει ο συνομιλητής μας, έχουμε περάσει στην επόμενη ερώτηση. Πετάμε υπονοούμενα κι ατάκες που αιφνιδιάζουν, αδιαφορώντας για το αν στο τέλος παραπλανηθεί, μπερδευτεί και μας δώσει λάθος απαντήσεις. Εμείς πετύχαμε το σκοπό μας -ή τουλάχιστον  έτσι, στιγμιαία, νομίζουμε.

Η ανησυχία για τις συνέπειες κάθε πράξης μας μάς ωθεί στο να μετατοπίζουμε το θέμα της συζήτησης στις δικές μας ανασφάλειες που εν τέλει βγαίνουν στην επιφάνεια με έναν όχι τόσο ωραίο κι αρκετά υπόγειο τρόπο. Υποθετικές ερωτήσεις που δίνουν υποθετικές απαντήσεις που κατά συνέπεια δεν είναι ικανές να καλύψουν τα κενά μας. Ασαφή κι άδεια από νόημα συμπεράσματα φέρνουν ένταση αντί να γεφυρώσουν το χάσμα στην επικοινωνία μας με τον άλλο.

Αν τελικά ισχύει πως ό,τι δίνεις αντίστοιχα και λαμβάνεις, τότε δώσε ένα σαφές ερώτημα, κοίταξε τον άλλο στα μάτια και με ειλικρίνεια, μίλα ανοιχτά, χωρίς ενδοιασμούς κι υπονοούμενα. Αν ο συνομιλητής σου δεν αισθανθεί πως έχει απέναντί του έναν ανακριτή που προσπαθεί να εκμαιεύσει απαντήσεις, θα σε αντιμετωπίσει με ηρεμία, αλήθεια και σεβασμό. Μόνο έτσι γεμίζουν ουσιαστικά τυχόν κενά κι ερωτηματικά.

Συντάκτης: Μαίρη Νταουξή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη