Αθάνατη ελληνική οικογένεια! Πόσο την αγαπάμε, τη θαυμάζουμε και δεν την αλλάζουμε με καμία άλλη στο κόσμο. Στους κόλπους της αισθανόμαστε ασφάλεια, σιγουριά, απέραντη θαλπωρή. Πάντα όπου και να είμαστε είναι το λιμάνι μας. Το αποκούμπι και το στήριγμά μας σε κάθε στιγμή της ζωής μας.
Αγαπάμε την οικογένειά μας γιατί ακόμα και τις στιγμές που δεν μπορούμε να την ανεχτούμε, υπάρχει μια μαγική δύναμη που μας οχυρώνει με υπομονή στις δυσκολίες και που ακόμα και σ’ αυτές πολλές φορές οι δικοί μας έχουν τόσο γούστο, που αναρωτιόμαστε πόσος αγώνας κι υπομονή απαιτείται για να κρατήσουν από κοινού την οικογένεια ενωμένη.
Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι στο στενό αυτό περιβάλλον τις πιο πολλές φορές θα ακουστούν φωνές και καβγάδες για διάφορα θέματα. Για πράγματα χαζά κι ανούσια που δεν επιλύονται όσα χρόνια κι αν περάσουν. Με εμάς να βρισκόμαστε είτε στο ρόλο του διαιτητή είτε στο ρόλο του μαχόμενου και να συμμετέχουμε ενεργά, διασκεδάζοντας τις πιο πολλές φορές για το αστείο του πράγματος και του λόγου για τον οποίο ξεσπάνε κατά πλειοψηφία όλοι αυτοί οι σαματάδες.
Περνώντας κατευθείαν στην υπερπροστατευτική μαμά, η οποία, έχει μια μόνιμη κι ασίγαστη ανησυχία για σένα και για το αν είσαι καλά. Θέλει να γνωρίζει ανά πάσα στιγμή πού βρίσκεσαι, πόσο αργά θα γυρίσεις, με ποιους έχεις βγει και φυσικά όσο και βαριά ντυμένος να είσαι, ακόμα κι αν έξω έχει καύσωνα, για εκείνη πάντα θα πρέπει να ρίξεις κάτι πάνω σου. Η ζακέτα είναι πάντα στο χέρι της και δε σε αφήνει να βγεις απ’ το κατώφλι του σπιτιού αν δεν υποσχεθείς πως θα τη φορέσεις. Όσα χρόνια κι αν περάσουν πάντα θα φροντίζει και θα προβληματίζεται για σένα με υπερβολική λατρεία. Τόσο που σε πνίγει. Όσες εκρήξεις θυμού κι αν ξεσπάσουν μαζί της, προσπαθώντας να την πείσεις ότι δεν είσαι πλέον μωρό, μια αγκαλιά κι ένα φιλί θα καλμάρει την κατάσταση και θα φέρει τέλος σε κάθε ζήτημα.
Ένας ρόλος που δημιουργεί συνεχώς λόγους διαπληκτισμού είναι η περιβόητη γιαγιά της οικογένειας. Αναμφίβολα πάντοτε θα υπάρχει ένας τρόπος που εκείνη μεγάλωσε τα παιδιά της καλύτερα από ό,τι μεγαλώνουν τα παιδιά της τα εγγόνια της. Κι αυτή η διαφωνία δε σταματάει ποτέ. Απ’ το πόσες φορές την ημέρα θα πρέπει να φάει το μωρό, την ποιότητα του φαγητού και φυσικά την ποσότητα η οποία δεν είναι ποτέ αντικειμενική. Ποτέ ένα γεμάτο πιάτο με φαγητό δεν είναι αρκετό. Πάντα υπάρχει χώρος για περισσότερο. Ακόμα κι αν το εγγονάκι είναι χορτάτο εκείνη θα βρει έναν τρόπο να το φιλέψει με κάποια λιχουδιά, ακόμα κι αν αυτό προκαλέσει εκρήξεις θυμού ανάμεσα στα παιδιά της που δε θέλουν να επεμβαίνει στον τρόπο που διαπαιδαγωγούν εκείνοι τα δικά τους. Ακόμα κι αν φύγει εκνευρισμένη απ’ το σπίτι, την επόμενη ώρα θα σου χτυπάει την πόρτα κρατώντας ένα πιάτο σπανακόπιτα.
Και πολλές φορές η συμπεριφορά της πνίγει τον μπαμπά ή τη μαμά της οικογένειας που σε αυτή την περίπτωση η γιαγιά αποτελεί την πεθερά, δηλαδή τη λεγόμενη «μάνα σου». Αναγκάζεσαι να την «παντρευτείς» κι εκείνη μαζί με τη/το σύζυγό σου. Το μόνιμο παράπονο του ζευγαριού. Πάντα θα είναι εκείνη που έχει υπερβολική αδυναμία στο γιο της ο οποίος κατά μεγάλη σύμπτωση, έχει στη μητέρα του. Γιατί εκείνη μαγειρεύει καλύτερα, τα βγάζει καλύτερα πέρα με το νοικοκυριό και εν πάση περιπτώσει η διένεξη αυτή μεταξύ των συζύγων δε σταματά ποτέ. Η πεθερά θα κατακρίνει τη νύφη της, η οποία ποτέ δεν είναι αρκετή για τον κανακάρη της κι η αντιζηλία αυτή δε λαμβάνει τέλος όσα χρόνια κι αν περάσουν. Όσο η γιαγιά διαμένει μέσα ή κοντά στο σπίτι των παιδιών της, τόσο θα ασκεί επιρροή και θα ανάβει τα αίματα στην οικογένεια.
Και φυσικά το θέμα αυτό δε θα μπορούσε να μην καταλήξει με τα αγαπημένα αδερφάκια της οικογένειας. Λατρεύονται, μισιούνται, διαφωνούν, υστεριάζουν και πάλι απ’ την αρχή. Ο φαύλος αυτός κύκλος επαναλαμβάνεται όσο τα αδέρφια θα τσακώνονται για τα παιχνίδια όσο είναι ακόμη μικρά και για αντικείμενα αλλά κυρίως ρούχα αργότερα όσο μεγαλώνουν. Κάθε στάδιο έχει τη δική της αιτία λογομαχίας. Ο ένας δε θα σταματήσει ποτέ να επεμβαίνει στο χώρο ή τα πράγματα του άλλου κι ο άλλος πάντα θα θυμώνει. Ή ο μεγάλος αδερφός θα καταπιέζει το μικρό ως προστάτης και το μικρό αδερφάκι ως πειραχτήρι θα σπάει τα νεύρα του μεγάλου. Υπάρχουν στιγμές που ο ένας δε θέλει να βλέπει τον άλλο. Καταριέται την ώρα και τη στιγμή που είναι αδερφός του, η κατάσταση περιλαμβάνει από βιαιοπραγίες μέχρι λογομαχίες και πάει λέγοντας. Δεν υπάρχει όμως μεγαλύτερο δέσιμο και αγάπη από αυτή των αδερφών. Οι σφαλιάρες της αγάπης διαδέχονται η μία την άλλη κι απλά ως δια μαγείας κάθε διαφωνία ξεχνιέται στο λεπτό.
Ακόμα και τώρα που ανεβαίνει αυτό το άρθρο, αντηχούν οι φωνές των διπλανών οι οποίοι δε σταματούν ποτέ να τσακώνονται μεταξύ τους με τόση ένταση που είναι σαν να συμμετέχουμε ενεργά κι όλοι οι γείτονες ακούγοντάς τους. Το καταπληκτικό του θέματος με τους κλασικούς χρόνιους οικογενειακούς καβγάδες είναι ότι ο λόγος διαφωνίας θα είναι κάτι μηδαμινό. Μια αιτία που ακούγοντάς τη γελάει ο κάθε εξωτερικός παρατηρητής. Κι όμως είναι αξιοθαύμαστο πως όλες αυτές οι διαφωνίες κρατούν τη φλόγα των μελών της οικογένειας ζωντανή και δε χωρίζουν, αλλά ενώνουν τα μέλη, εφόσον υπάρχει αγάπη.
Αγάπα λοιπόν την οικογένειά σου με τα ελαττώματά της! Δεν υπάρχει δεύτερη!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη