Τα φιλαράκια μας τα αγαπάμε για πολλούς λόγους. Πρώτα απ’ όλα γιατί βγάζουμε όλα μας τα σπασμένα επάνω τους χωρίς να πουν κουβέντα. Μας ανέχονται εκεί που ίσως να μη μας άντεχε κανείς, αλλά τους ανεχόμαστε κι εμείς. Να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, αυτά είναι αμοιβαία και φυσικά δανεικά. Σήμερα θα σου σπάσει λίγο τα νεύρα το κολλητάρι, αλλά αύριο είναι η δική σου η σειρά. Δεν είναι καθόλου εύκολο να δέχεσαι τις παραξενιές κάποιου, ειδικά όταν οι ιδιοσυγκρασίες σας διαφέρουν. Πόσο μάλλον όταν του έχεις πει εκατομμύρια φορές να μη σου κλαφτεί για εκείνο το μήνυμα που έστειλε, τελικά, στο γκομενάκι αγνοώντας τα κατηγορηματικά δικά σου «Όχι, δεν είναι καλή ιδέα». Χαλάλι όμως τα ξενύχτια σας, αυτό που μετράει στο τέλος είναι πως έχετε ο ένας τον άλλο.
Κι εκτός απ’ όσα σας δένουν κι όλα εκείνα που μαζί έχετε περάσει, αυτό που απολαμβάνεις περισσότερο με το φιλαράκι σου είναι τα ατελείωτα κουτσομπολιά για κοινούς σας γνωστούς, γνωστούς γνωστών, γείτονες, πρώην, καθηγητές, μακρινά ξαδέλφια, τα καγκουρό της Αυστραλίας και τους Ίνκας της Αμερικής. Δεν έχεις τίποτα με τους ανθρώπους, καλά να ‘ναι, αλλά κουβέντα να γίνεται, μωρέ. Δεν τους κρίνεις, εξάλλου, τους σχολιάζεις κοινωνικά -κι έχει διαφορά.
Μπορείς να παραδεχθείς πως και το κολλητάρι σου είναι μανούλα σε όλα αυτά. Ξέρει ποιοι χώρισαν, ποιοι παντρεύτηκαν, πού συχνάζουν κι όλα τα συναφή. Και το στέκι σας σάς παρέχει μπόλικο υλικό∙ παλιοί συμμαθητές, πρώην συνάδελφοι κι εκκεντρικοί περαστικοί. Κάθε φορά που θα βρεθείτε για το κλασικό σας καφεδάκι θα περάσει και κάποιος που ν’ αξίζει να σχολιαστεί. Κι οι ώρες περνούν, παραγγέλνετε καφέ, μετά μεσημεριανό κι ύστερα χαλαρώνετε, αφού τα εξαντλήσατε όλα και δε ‘μειναν και πολλά να πείτε.
Μέχρι που κάποιος γνωστός θα διαβεί το κατώφλι, και σιγά να μην αφήσεις ανεκμετάλλευτο τέτοιο κουσκούς. Φυσικά και θα θελήσεις να το μοιραστείς με την παρέα σου και δε θα ξεχάσεις ποτέ όλες τις επικές στιγμές διακριτικότητας που χαρακτηρίζουν το κολλητάρι σου. Καλό, χρυσό κι άγιο μα δεν ξέρει να κρυφτεί αυτό το παιδί. Έτσι κάθε ανάλογη στιχομυθία καταλήγει πάντα κάπως έτσι:
«Πω πω, γύρνα διακριτικά και δες, ο πρώην της Σοφίας αγκαζέ με την κόρη της κυρά Λένας, της μοδίστρας στη γωνία! Μην κοιτάξεις τώρα, σε ένα λεπτό. Ρε φίλε, δε σου είπα κοίτα διακριτικά και σε ένα λεπτό; Τι καρφώθηκες πριν καλά να τελειώσω τη φράση μου, ρεζίλι γίναμε πάλι! Έβγαλε μάτι το κεφάλι σου που έκανε στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών, λες κι έχεις πάθει νευροκαβαλίκεμα στον αυχένα. Τι είσαι εσύ, ρε παιδάκι μου, δε σου ξαναλέω τίποτα.»
Και φυσικά μετά από αυτό λύνεστε στα γέλια κι οι δύο. Όλοι γνωρίζουμε πως όταν ψιθυρίζεις κάτι στο αφτί του άλλου πρέπει να περιμένει τουλάχιστον τριάντα δευτερόλεπτα μέχρι να καρφώσει τον στόχο, να τον παρατηρήσει εξονυχιστικά και να σου πει αν συμφωνεί ή διαφωνεί μαζί σου για το σχόλιό σου. Με αυτόν τον τρόπο κανείς δε σας παίρνει χαμπάρι -έτσι θες να πιστεύεις, τουλάχιστον. Επίσης όλοι ξέρουμε πως το κουσκούς θέλει στιλ και κομψότητα. Όταν σχολιάζεις κάτι, το κάνεις κρατώντας χαρακτήρα. Αν σε ανακαλύψουν μετά όλο το παιχνίδι χάλασε.
Αλλά το φιλαράκι σου εκεί, τον χαβά του, ανυπόμονο, να μην περιμένει ένα λεπτό, λες και θα πάθει τίποτα. Τον τρώει η περιέργεια, παιδάκι μου, τρελαίνεται αν δεν κοιτάξει κατευθείαν, τον πιάνει σύγκρυο. Παράπονο το ‘χεις μια φορά να φερθεί όπως αρμόζει στην περίπτωση. Αλλά, βέβαια, όταν έβρεχε τακτ, εκείνος κράταγε ομπρέλα. Όχι ότι αυτό σας πτοεί και δε συνεχίζετε ακάθεκτοι τις αναλύσεις περί σχέσεων και λοιπών συμβάντων έντονου ενδιαφέροντος, μέχρι να περάσει το επόμενο υποψήφιο θύμα σας και να κράξεις πάλι το κολλητάρι για τον τρόπο που καρφώθηκε. Γιατί θα το ξανακάνει. Είναι το μόνο σίγουρο πως πρώτα φεύγει η ψυχή του ανθρώπου και μετά το χούι.
Κι εννοείται πως αυτός ο κύκλος επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά. Το αστείο της υπόθεσης είναι πως το αγαπάς το φιλαράκι σου όπως και να ‘χει. Για τους τρόπους του που είναι άτσαλοι, για την απερισκεψία του, για όλα τα καλά και τα άσχημά του. Έχετε περάσει μαζί ατέλειωτες στιγμές να συζητάτε για πράγματα που σας απασχολούν και μετά κάνοντας ένα διάλειμμα για άλλα ασήμαντα και για ό,τι άλλο σας έρθει στο κεφάλι. Δε θα σας πτοήσει τίποτα απ’ το να είστε ο ένας πλάι στον άλλο. Το πολύ-πολύ να αλλάξετε στέκι. Γιατί σε αυτό σας πήρανε χαμπάρι και τρεχάτε ποδαράκια μου.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη