«Περιέγραψέ μου τον εαυτό σου. Με λίγα λόγια. Χωρίς μπόλικη σκέψη, με δύο αυθόρμητες κουβέντες. Το πρώτο πράγμα που σου έρχεται στο μυαλό.» Και ξαφνικά, ενώ χαμογελάς, συνειδητοποιείς πως αιφνιδιάστηκες. Άρχισες να αισθάνεσαι αμήχανα, σαν να ‘σαι εγκλωβισμένος. Σαν να σε στενεύει κάτι. Κι αυτό δεν είναι τα ρούχα σου. Στην πραγματικότητα, ένιωσες να ασφυκτιάς μέσα στην ίδια σου την ανικανότητα να απαντήσεις σε αυτό που, φαινομενικά, έμοιαζε τρομερά οικείο, σ’ αυτό που υποτίθεται πως είσαι ο καταλληλότερος για να το απαντήσεις. Γιατί είναι κάτι που δεν αφορούσε κανέναν άλλον παρά μόνο εσένα. Μα δε σε χώραγε ο τόπος κι έτσι αποφάσισες να αποδράσεις.
Κοίταξες το είδωλό σου σε έναν καθρέφτη. Χάιδεψες το μάγουλό σου. Αναρωτιέσαι πότε εμφανίστηκε αυτή η ρυτίδα στο μέτωπο. Κι αυτή η άσπρη τρίχα στα μαλλιά υπήρχε πάντα; «Παραμέλησα τον εαυτό μου» ίσως ψιθύρισες. Δεν αφιέρωσες ούτε λίγα λεπτά για να παρατηρήσεις τις αλλαγές στην εμφάνισή σου. Αν είναι έτσι, και σου διέφυγαν στοιχεία της εξωτερικής σου εμφάνισης, τότε τι γίνεται μέσα σου; Εδώ τουλάχιστον, έστω κι αργά, βρέθηκες αντιμέτωπος με ένα γυαλί που –θέλοντας και μη– στο βάθος του αντικατοπτρίζει μια αλήθεια σου, πόσο άλλαξες, πόσο ξέχασες να σε προσέξεις. Υπάρχει, όμως, τρόπος να διεισδύσεις μέσα σου, να διερευνήσεις κάθε πτυχή που φαίνεται να παραμένει ανεξερεύνητη;
Ποια ήταν η τελευταία φορά που άνοιξες τα μάτια να κοιτάξεις μέσα απ’ το παράθυρο του εσωτερικού σου κόσμου; Για να ξεχωρίσεις τον ήλιο απ’ τα σύννεφα, τις βροχές από το χαλάζι. Πότε έστρεψες το βλέμμα βαθιά στο υποσυνείδητό σου για να διακρίνεις ποιος είσαι; Τι θες, τι αγαπάς, τι απεχθάνεσαι; Έχεις ποτέ σου αναρωτηθεί ποια είναι τα όριά σου; Εκείνες οι λεπτές γραμμές που ταλαντεύονται ανάμεσα στο «πολύ» και στο «καθόλου» σου. Γνώρισέ τις, αποδέξου τις, φέρε τις πιο κοντά σου.
Μη φοβηθείς να συστηθείς με το εγώ σου, έστω και για πρώτη φορά, ακόμα κι αν συνυπάρχετε σε ένα σώμα χρόνια τώρα. Όσο καιρό και να μοιραστείτε, μπορεί να μην πάψει ποτέ να σε εκπλήσσει. Μπορεί να έρθεις αντιμέτωπος με αντιδράσεις σου που ποτέ δε φανταζόσουν, να σε κάνει να αναθεωρήσεις ξανά και ξανά, καθώς θα υπάρξουν φορές που θα ‘χεις την ψευδαίσθηση πως γνωρίζεις πράγματα για ‘σένα ενώ ουσιαστικά δεν ξέρεις τίποτα. Η ευθύνη δεν είναι όλη δική σου. Αυτογνωσία ονομάζεται κι ίσως να μην εντάχθηκε ποτέ στο σύστημα διαπαιδαγώγησής σου.
Γιατί η αλήθεια είναι πως ανεβαίνουμε τις σχολικές βαθμίδες χωρίς ανάσα. Ριχνόμαστε με μανία στην παγίδα της γνώσης, της εξωτερικής και συχνά εντελώς επιφανειακής, τρέχοντας να κορνιζάρουμε τα πτυχία μας στον τοίχο. Αποστηθίζουμε τόνους από βιβλία κι εξαιρούμε απ’ τον κανόνα την εξερεύνηση του ίδιου μας του εαυτού. Καταπίνουμε έστω τις στοιχειώδεις πληροφορίες για την Ιστορία, τη Γεωγραφία, την Άλγεβρα, τα πολιτικά δρώμενα, μας μαθαίνουν να ‘μαστε κοινωνικά αποδεκτοί μα κανένα εξώφυλλο ποτέ δεν είχε τίτλο «Ανακαλύπτω ποιος είμαι».
Η προσωπική μας ταυτότητα σε όλα σχεδόν τα χαρακτηριστικά συλλαμβάνεται συγκριτικά καθώς μεγαλώνουμε. Περιβαλλόμαστε απ’ όλη τη θαλπωρή των γονέων μας που μας συμβουλεύουν να γίνουμε σαν τον αδερφό μας ή σαν εκείνο τον άριστο συμμαθητή μας. Να προσφέρουμε, να πετύχουμε τους στόχους μας (κι ας είναι περισσότερο δικοί τους), να γίνουμε καλοί επιστήμονες, να παντρευτούμε πριν τα τριάντα. Μαθαίνουμε να τρέχουμε στους ρυθμούς της ζωής που μας ορίζουν, κλείνοντας τα μάτια σε ερεθίσματα που θα ήταν ικανά να μας ξυπνήσουν απ’ τον λήθαργο. Τα ίδια μας τα πρότυπα γίνονται, τελικά, το δικό μας εγώ. Μα όταν τα πρότυπα δεν είναι δικά μας, δε μας ανήκει ούτε το εγώ μας. Μια μέρα εισέβαλαν μέσα μας, το σφετερίστηκαν κι αυθαίρετα το έκαναν δικό τους. Και κάπου στην πορεία, αυτό το εγώ καταπλακώθηκε από συγγενικά «για το καλό σου» κι ιδανικά καλούπια μιας κοινωνίας που μόνο ιδανική δεν είναι.
Και γύρω σου ακούς να σου πιπιλάνε τα αφτιά με τη λέξη «ευτυχία». Πώς θα γίνεις ευτυχισμένος, αν δε γνωρίζεις τι είναι αυτό που πληροί τα «θέλω» σου; Όχι τα εικονικά, μα τα πραγματικά δικά σου. Και τι σημαίνει «θέλω»;
Έρχεται μια μέρα που μια αφορμή, ένα γεγονός ή ένας άνθρωπος, σου προκαλεί μια αντίδραση έξω από τα νερά σου. Σε φέρνει αντιμέτωπο με κάποια αχαρτογράφητη περιοχή του εαυτού σου που ποτέ δεν είχες φανταστεί πως υπάρχει μέσα σου. Εκπλήσσεσαι, σε ενοχλούν πράγματα που κάποτε δε σε άγγιζαν, σου αρέσει αυτή η νέα εκδοχή, μα πώς τόσο καιρό νόμιζες πως δε σου άρεσε; Δεν είναι τα γούστα σου αυτά, τελικά. Κι αυτό το παγωτό που πάντα σου έπαιρναν και συνήθισες κι εσύ να παίρνεις δεν ήταν ποτέ στις γεύσεις σου.
Ανοίγεις τα μάτια σου στη μέση της νύχτας. Δεν το ονειρεύτηκες, τώρα μπορείς και βλέπεις. Να σπας καλούπια, άμυνες, «πρέπει» των άλλων. Μαθαίνεις πώς να ξεδιπλώνεσαι σαν μια κόλλα χαρτί και να βάζεις τις σκέψεις σου σε μια σειρά. Το μόνο που είχες πάντοτε ήταν ο εαυτός σου. Μάθε να τον φροντίζεις, να τον αγαπάς, να τον διαβάζεις, να τον εκφράζεις, κι αν χρειαστεί, να έχεις το θάρρος να τον περιγράψεις στους άλλους μέσα από λέξεις μα περισσότερο από πράξεις.
Γιατί αν δεν ξέρεις ποιος είσαι, είσαι ένα φτερό στον άνεμο. Γι’ αυτό σου χρωστάς να σε μάθεις κι ύστερα να το φωνάξεις παντού. «Αυτός είμαι και σε όποιον αρέσω.» Μέχρι τώρα έπεφτες στην παγίδα να νοιάζεσαι πώς θα αρέσεις στους άλλους κι όχι σε ‘σένα. Ξεκίνα απ’ την αρχή, λοιπόν, και μην αλλάξεις τίποτα, αν δε θες εσύ να το αλλάξεις!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη