Υπεραναλύουμε, λέμε συχνά. Είναι, όμως, έτσι; Αφού στην πραγματικότητα δεν προλαβαίνει να καταλαγιάσει μια σκέψη μέσα στο μυαλό μας κι αμέσως γίνεται δράση, αφού μπαίνει στο παιχνίδι ο παράγοντας του άγχους και της βιασύνης κι εκεί όλα ανατρέπονται. Το απλανές βλέμμα των αυτόματων αντιδράσεων εγκαθίσταται στο πρόσωπό μας, ο κόσμος χάνεται κι εμείς παλεύουμε να σωθούμε χωρίς να έχουμε καταλάβει από τι κινδυνεύουμε.
Άραγε πόσος χρόνος μας μένει να φροντίσουμε το νου μας; Τον εαυτό μας κατ’ επέκταση, τον εσωτερικό μας κόσμο, τη μνήμη μας; Βρίσκουμε ώρα να καθίσουμε να αναλογιστούμε τα όσα πράττουμε κάνοντας στο τέλος της ημέρας τον απολογισμό μας; Πόσες είναι οι φορές εκείνες που σηκώθηκες το πρωί απ’ το κρεβάτι χωρίς τον πανικό να τα προλάβεις όλα; Πόσες στιγμές σου αφιερώσεις για να πιεις με ηρεμία τον καφέ σου, να φας το πρωινό σου και να ξεκινήσεις ήρεμα για τον προορισμό σου; Ή τρέχεις μόνιμα κι εσύ πίσω από ένα μέσο μαζικής μεταφοράς, κολλημένος στο μποτιλιάρισμα κάποιου κεντρικού δρόμου κι εγκλωβισμένος ώρα πίσω απ’ την ουρά των ευθυνών σου;
Θυμήσου πότε ήταν η τελευταία φορά που χάρηκες με την ψυχή σου. Που ένιωσες ευτυχισμένος και πλήρης. Πότε χαμογέλασες ακόμα κι άνευ λόγου απλά και μόνο στη σκέψη κάποιου ευχάριστου γεγονότος; Παγιδευμένοι στο βωμό των γρήγορων ρυθμών της απαιτητικής μας ρουτίνας, λειτουργούμε σαν προγραμματισμένες μηχανές. Μοιάζουμε σαν εκείνα τα ρομποτάκια που εκτελούν κατά γράμμα τις εντολές του κατασκευαστή τους, δίχως ψυχή. Κοιμισμένα στρατιωτάκια την ώρα που οι προειδοποιήσεις του εχθρού ηχούν στα αφτιά μας. Ώσπου τελικά καταφέρει να εισχωρήσει ο εισβολέας «αδράνεια» και να κατευνάσει τη συνείδησή μας για τα καλά.
Δυστυχώς, χωρίς καν να το αντιλαμβανόμαστε, γινόμαστε υπηρέτες μιας καθημερινότητας που τρέχει. Συνειδητά, πιστεύοντας πως την έχουμε επιλέξει, καταδικασμένοι να αναρωτιόμαστε αν τελικά μας έχει επιλέξει εκείνη. Κι έτσι πέφτουμε στην παγίδα του κυνηγητού των ίδιων μας των ονείρων υποσχόμενοι να είμαστε συνεπείς σε όσα δεσμευτήκαμε. Αρνούμαστε να σταθούμε και να αναλογιστούμε τις επιλογές και τις αποφάσεις μας πιο σχολαστικά.
Γιατί ξεχνάμε δυστυχώς ένα πράγμα, πως κάθε μέρα που περνάει μπορεί να κατακτάμε έναν πολυπόθητο στόχο του χθες για τον οποίο σήμερα δεν προλάβαμε να αισθανθούμε υπερήφανοι. Μόνοι μας απορρίπτουμε κάθε ενδεχόμενο προσωπικής ευημερίας, αγνοώντας ένα πράγμα: πως η ευτυχία βρίσκεται στα μικρά.
Σε εκείνα που κάθονται πίσω από το κάθε δέντρο που παραβλέπουμε κοιτώντας μόνο το δάσος μπροστά μας. Κι έτσι χάνουμε τα προφανή κυνηγώντας τα άπιαστα. Πέφτουμε στην παγίδα απροετοίμαστοι να δεχθούμε τις συνέπειες. Φτάνουμε στο σημείο να πιστεύουμε πως κάθε επιθυμία μας αρχίζει να μοιάζει με ένα δύσκολο έργο. Απ’ την πιο απλή έως την πιο πολύπλοκη.
Όλα αυτά γιατί δεν καταφέρνουμε να δαμάσουμε τον ανεξέλεγκτο νου μας. Όλα ξεκινούν από εκεί. Αν κατανοούσαμε πόσο μεγάλη είναι η δύναμη της σκέψης και της συγκέντρωσης δε θα αφήναμε όλα εκείνα τα αρνητικά αισθήματα να αναστατώνουν την ηρεμία μας. Θα δίναμε λίγο χρόνο στον εαυτό μας να ακινητοποιήσει τους δείκτες του ρολογιού, ελέγχοντας εμείς εκείνους κι όχι εκείνοι εμάς.
Δε θα τους επιτρέπαμε να καταπατήσουν τα πολύτιμα αυτά λεπτά που επιθυμούμε να ξοδέψουμε στον αναπαυτικό καναπέ μας, κι όχι δεν είναι πολυτέλεια αλλά δικαίωμά μας. Δε θα στεκόταν καμία ευθύνη που μας φόρεσαν με το έτσι θέλω εμπόδιο στις ώρες που θέλουμε να αφιερώνουμε στον σύντροφό μας και στις συζητήσεις μας μαζί του. Καταλήγοντας να μετανιώνουμε για εκείνους τους ανείπωτους διαλόγους που χάθηκαν μπροστά σε μια λανθασμένη ιεράρχηση προτεραιοτήτων ανάμεσα στις χαοτικές από υποχρεώσεις στοίβες της καθημερινότητας.
Κι ενώ τρέχουμε τόσο πολύ, στην πραγματικότητα παραμένουμε στάσιμοι ενώ ο χρόνος περνάει απ’ τα μάτια μας. Θρηνεί χαμένους περιπάτους σε μέρες με λιακάδα. Χάνει τα γέλια των παιδιών, το καινούριο κούρεμα του κολλητού μας, ξεχνά τα χαλαρά πρωινά, λησμονεί αγκαλιές και τεμπέλικα σαββατοκύριακα. Ημέρες και στιγμές που πέρασαν και τις προσπεράσαμε, χωρίς να κρατήσουμε ούτε μια ανάμνηση σαν υπενθύμιση ενός χαμόγελου.
Η αλήθεια είναι πως χρειαζόμαστε τα πάντα. Ακόμα κι η πίεση που μας τσιτώνει μπορεί πολλές φορές να μας ωφελήσει, δοκιμάζοντας τον εαυτό μας και τα όριά μας φτάνουμε πιο πάνω απ’ όσο θαρρούσαμε πως αντέχαμε να πάμε. Χρειαζόμαστε, όμως, ακόμα περισσότερο να ικανοποιούμε την ανάγκη μας για ουσιαστική ξεκούραση του σώματος και κυρίως του νου μας, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει κάποτε να σταματάς για να κρατάς δυνάμεις πριν εξαντληθείς.
Να εξασφαλίσουμε στιγμές που θα μας βρίσκουν χαλαρούς στον μαλακό μας καναπέ. Μέσα από ένα διάλειμμα θα καταπολεμήσουμε την αναβλητικότητά μας, κι ας μοιάζει οξύμωρο. Να συγκεντρωθούμε και να αναλογιστούμε έναν-έναν τους λόγους που ο εαυτός μας ή οι γύρω μας μάς απογοητεύουν. Να μας δώσουμε χρόνο κι ανάσα να σκεφτούμε ό,τι μας προβληματίζει και να βρούμε λύσεις σε ό,τι μας απασχολεί.
Να ανακαλύψουμε τρόπους με τους οποίους θα διευκολύνουμε την καθημερινότητά μας, κατ’ επέκταση την ποιότητα της ζωής μας. Να καταλάβουμε πόσο σημαντική είναι η αυτοκριτική. Να χαιρόμαστε τους καρπούς των αγώνων μας χωρίς να δείχνουμε άπληστοι και να απολαμβάνουμε τους ανθρώπους που βρίσκονται στο πλάι μας.
Άλλωστε, και τα σωστά και τα λάθη μας, όλα δικά μας είναι. Δική μας κι η ζωή. Αρκεί να καθορίσουμε πώς θα γεμίσουμε πιο εποικοδομητικά το χρόνο μας. Βρίσκοντας τρόπους κι όχι προφάσεις -και σίγουρα όχι τρέχοντας. Γιατί όποιος βιάζεται, σκοντάφτει. Κι αν πέσει θα πρέπει να έχει το κουράγιο να σηκωθεί ξανά.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη