Οι άνθρωποι ανταλλάσσουν πολλές κουβέντες κατά τη διάρκεια της ημέρας τους. Μιλάνε για σοβαρά ή κι ασήμαντα ζητήματα, πετάνε λόγια του αέρα ή ακολουθούν τυπικές συζητήσεις που κλείνουν πάντα με ένα «Να κανονίσουμε, μωρέ, εκείνον τον καφέ που λέγαμε». Έναν καφέ που δε θα πιουν ποτέ, αλλά η τυπικότητα τους επιβάλλει να τον προτείνουν. Και κάπως έτσι, μιλούν ή και σιωπούν όταν θέλουν ή όταν πρέπει και συνεχίζουν αδιάφορα τη μέρα, τη βδομάδα, τη ζωή τους.

Υπάρχουν, όμως, κι εκείνες οι κουβέντες που κάνεις αργά το βράδυ με φίλους ή και νωρίς με τον πρωινό καφέ, κουβέντες που δεν καμουφλάρονται πίσω από σοβαροφάνειες και τυπικότητες. Μιλώ για εκείνες τις συζητήσεις που ο καθένας μονολογεί για πράγματα που αγαπά κι είναι σαν να μπαίνει μαγικά ο κόσμος κι η καθημερινότητα σε ένα στοπ, αφού πια όλα μοιάζουν πιο όμορφα. Μαζί με όλα εκείνα, ομορφαίνεις κι εσύ, σαν να φωτίζεται το πρόσωπό σου, σαν να διαγράφεται στο βλέμμα σου η σπίθα της ευτυχίας.

Γιατί, πράγματι, είμαστε πιο όμορφοι από ποτέ όταν μιλάμε με πάθος για κάτι που λαχταράμε, κάτι που αγαπάμε -είτε είναι η δουλειά μας, είτε είναι κάποιο χόμπι, είτε είναι οι άνθρωποι που περιβάλουν τη ζωή μας.

Το μεγαλύτερο ελιξίριο ομορφιάς ίσως κρύβεται εκεί, σε αυτές τις κουβέντες γεμάτες με αληθινή αγάπη και φιλοδοξία, τις κουβέντες που λειτουργούν σαν γεννήτρια και μας φορτίζουν με δύναμη για την επόμενη μέρα, για εκείνον τον καφέ που δε θα πιούμε ποτέ ή για εκείνη την αναποδιά που ποτέ δεν περιμέναμε, αλλά μας έτυχε.

Στα αλήθεια, ο κόσμος μας θα ήταν ομορφότερος αν πού και πού σταματούσαμε και κοιτάζαμε τον διπλανό μας, αν του δίναμε τη δυνατότητα να ακούσει για αυτά που αγαπάμε κι ίσως έτσι να του εμπνέαμε την εμπιστοσύνη να μας ανοίξει κι εκείνος τα χαρτιά του. Πόσο πιο ευτυχισμένοι θα ήμασταν, πόσο πιο ήρεμοι, πόσο περισσότερο θα χαμογελούσαμε; Αν οι κουβέντες που μας αφορούν ήταν περισσότερες από εκείνες τις αδιάφορες και χιλιοειπωμένες! Ίσως έτσι να ξαναβρίσκαμε κι ένα κομμάτι ανθρωπιάς, που έχουμε χάσει χρόνια τώρα.

Αυτή είναι η μαγεία της αγάπης μας ομορφαίνει, μας γεμίζει και μας υπενθυμίζει πως πέρα από κάθε ανάγκη μας, πέρα από κάθε πρόβλημα που μπορεί να μας απασχολεί, δεν παύουμε να είμαστε άνθρωποι φτιαγμένοι από –και προορισμένοι για– αγάπη∙ άλλοι λίγο λιγότερο, άλλοι λίγο περισσότερο, η λάμψη στα μάτια μας όμως είναι κοινή κάθε φορά που μιλάμε για εκείνα τα πράγματα, πόσο μάλλον τα πρόσωπα, που μας γεμίζουν.

Ο Λέων Τολστόι (γνωστός Ρώσος συγγραφέας) είχε γράψει: Μιλούσαν για τις ανομίες της εξουσίας, για τα βάσανα των αναξιοπαθούντων, για τη φτώχεια που μάστιζε το λαό, όμως στα μάτια τους όλη την ώρα της θερμής κουβέντας τους πλανιόταν ασταμάτητα ένα βουβό ερώτημα: «Θα μπορούσες να μ’ αγαπήσεις;».

Και σε αυτήν ακριβώς τη φράση κλειδώνεται μια βασική αρχή∙ τίποτα ποτέ δε θα μας αφορά περισσότερο απ’ την αγάπη κι όλα όσα μας την εμπνέουν.

 

Συντάκτης: Νάγια Νικολάου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη