Φωνές ικανές να σπάσουν τοίχους
χέρια κινούμενα σαν κύμα σε τρικυμία
η πίστα του τσακωμού μόνο για μας
τα κορμιά μας λικνίζονταν κατά μήκος της
χτύπος στην πόρτα
καμία φωνή
καμία χορευτική κίνηση με τα χέρια.
Έφυγες.
Κατέβηκα απ ‘τη πίστα
Θα κάνω ένα μπάνιο.
Τρέχει το νερό
ν ‘ανακουφίσει τους ανοιχτούς μου πόρους απ ‘το χορό.
Ακούω τη πόρτα.
«Δε θέλω να σε δω», σκέφτηκα.
Θα κάνω σαν να μην υπάρχεις.
Είσαι ο χειρότερος χορευτής
δε μου αξίζει τέτοιος παρτενέρ.
Βγαίνω από το μπάνιο
κανείς, ήμουν μόνη.
Θα πλύνω τα πιάτα
«Έπρεπε να τα είχε πλύνει αυτός» , σκέφτηκα.
Πάντα λέει ότι θα τα πλύνει
ποτέ του δε το κάνει.
Ακούω τη πόρτα.
«Θα του τα ψάλλω ένα χεράκι.»
Βαδίζω στο σαλόνι αδιάφορη.
Κανείς, ήμουν μόνη.
Τα δάκρυά μου σαν νότες
πάνω σε πεντάγραμμο
πέφτουν στο μετανιωμένο μου κορμί.
Ένα χέρι απλώνει
Και βγάζει τη τελευταία μου νότα
Από το μάγουλο
«Χορεύουμε;»
Αγκαλιασμένοι,
μετανιωμένοι.
Μέχρι το τέλος πρέπει να παλέψεις.
Να χορέψεις
αν μπεις στον χορό.