Ξέπλεκα τα μαλλιά σου, ατίθασα.

Περπατούσαν στην κάμαρα γύρω μου.

Ένα απαλό θρόισμα η κίνησή τους.

Πόρτες και παράθυρα κλειστά

Κι εσύ κινιόσουν κατά τους.

Σ’ ανέπνεα σε μια ανάσα

που τρόμαζε τους ίσκιους.

Τόσο, που τελικά,

έφυγαν από κοντά σου

και λούστηκες στο φως.

Συντάκτης: Γεώργιος Σιλιβάκος