Συγγνώμη,
μπορείτε σας παρακαλώ να μου πείτε πού στρίβω για την ευτυχία;
Ναι, σωστά! Πρέπει να πάρω την πεπατημένη.
Όπως πάντα άλλωστε.
Και κάπως έτσι έγινα και ‘γω πεπατημένος
Ηττημένος για τις νίκες των άλλων.
Πάνω στο άσπρο πουκάμισο της ψυχής μου
Ποδοπατήθηκαν τα όνειρά μου
την ώρα που έκλεβα το φιλί σου ξημερώματα.
Πατημασιές άφησαν παντού όλα όσα δεν τόλμησα
να σου παραδεχθώ,
καθώς φοβισμένος έτρεμα
μη μας δουν όσα ευχήθηκα και κρυφτούν.
Οι ευχές λένε, είθισται να πεθαίνουν ανείπωτες.
Μην τις βλέπεις τις ευχές έτσι καλοντυμένες
με της πιθανότητας το πολύχρωμο φουστάνι.
Θρασύδειλα πλάσματα είναι
Όμοια με μας
Μόλις πραγματοποιηθούν σπεύδουν να κρυφτούν
μέσα στις ρωγμές που ανοίγουν στον νυχτερινό ουρανό
τα πεφταστέρια.
Κάπου εκεί που κρύφτηκε και η πεπατημένη ευτυχία
να σε κρατώ απ’ το χέρι.
Βέβαια υπάρχουν και απορίες που τις συνοδεύουν
στις βραδινές εξόδους τους.
Όταν πεθαίνει μια ευχή τι μένει;
Ποιο κενό ντύνει τότε το κενό της;
Πού είχα μείνει;
Α ναι, στο λερωμένο πουκάμισο.
Λερωμένο από τα βήματα της φυγής σου
που καμιά ευχή δεν μπόρεσε να αποτρέψει.