Οι σκιές απλώνονται κι αθόρυβα ακολουθούν,
σε αγγίζουν στην ψυχή κι έρχεται το κρύο.
Ακούγονται κάποιες νότες, γυρνάς να ζήσεις με θέληση.
Οι νότες απομακρύνονται και μένεις πάλι μόνος.
Προχωράς.
Προχωράς;
Μα πού να πας;
Ολόγυρα μόνο κενό,
οι σκιές απλώνονται κι αθόρυβα ακολουθούν,
σε αγγίζουν στην ψυχή και κάνει τόσο κρύο.
Μια μυρωδιά από ένα άρωμα θαμπό σε κατευθύνει.
Η μυρωδιά χάνεται και στέκεις πάλι μόνος.
Στέκεσαι.
Στέκεσαι;
Μα πού να σταθείς;
Ολόγυρα μόνο κενό
και βουτάς.
Πέφτεις,
πέφτεις.
Ώσπου να σηκωθείς ξανά με μια στάλα δύναμη.
Οι πληγές ανοιχτές, δείχνουν ποιος είσαι,
τι είσαι.
Ο ουρανός έχασε μια πινελιά από το μπλε και γέμισε μαύρο.
Το αγαπημένο,
μα τόσο επικίνδυνο.
Οι σκιές λυγίζουν και ξεμπλέκουν τα δίχτυα τους από πάνω σου.
Είσαι ελεύθερος.
Είσαι άνθρωπε;