Κουράστηκα να χαίρομαι με κάτι και να μην μπορώ να μοιραστώ τη χαρά.
Κουράστηκα να λυπάμαι και να μην μπορώ να μοιραστώ τη λύπη.
Κουράστηκα να σκέφτομαι και να μη μοιράζομαι τη σκέψη.
Κουράστηκα να φοβάμαι και να μη μοιράζομαι το φόβο.
Κουράστηκα να νιώθω το οτιδήποτε και να μην μπορώ να το μοιραστώ μαζί σου.
Τι να την κάνω την χαρά αν δεν μπορώ να σου τη δείξω;
Κουράστηκα να χαίρομαι και να μην το βλέπεις.