Δευτέρα πρωί.
Σε ένα δωμάτιο οι δυο μας.
Με μισόκλειστα παντζούρια και ορθάνοιχτα παράθυρα.
Να ακούγονται τα γέλια, οι αναστεναγμοί και τα αγκομαχητά μέχρι τον δρόμο.
Να σταματήσει ο χρόνος και να παγώσει η σκηνή.
Σε εκείνα τα κορμιά που κείτονται ολόγυμνα, τυλιγμένα στα σεντόνια.
Εκείνα που βράχηκαν πολλές φορές προτού αλλαχθούν.
Μοιράστηκαν μια μέρα μαζί. Και μια νύχτα.
Γεμάτη -αποκλειστικά- με έρωτα.
Δυνατές συγκινήσεις και λόγια αγάπης που συνόδεψαν τις πράξεις.
Μπάνιο κάτω από το καυτό ντους, αγκαλιασμένοι.
Χωρίς βιασύνες, με προσοχή σε κάθε λεπτομέρεια.
Τα φώτα, η χαμηλή μουσική συνόδευε τα δρώμενα κι όπως πάντα,
τα βλέμματα,
τα βλέμματα που αρχίζουν και τελειώνουν τη σκηνή.
Που δίχως αυτά πέφτεις και κοιμάσαι.
Που με αυτά ξεχνάς ποιος είσαι και παραλύεις, αφήνεσαι στην έντασή τους.
Ξέρεις τι είναι να σε κοιτάζει στα μάτια ο έρωτας της ζωής σου και να σου βροντοφωνάζει σε θέλω, χωρίς να ακουστεί κιχ;