Φεβρουάριος, 1880
«Εξάδελφε», αναρωτήθηκε φωναχτά ο Ραούλ, «τι είδες; πόση ώρα παρευρίσκεσαι στο δωμάτιο;» Του απάντησα και του εξήγησα πως είχα δει ολόκληρο το εντυπωσιακό θέαμα που προσέφερε εν αγνοία του μαζί με την Μανέτ, την νεαρή υπηρέτρια.
«Εξάδελφε, εσύ που δεν έχεις γευτεί την ηδονή του να σε δέχεται στην αγκάλη του μια όμορφη κοπέλα, δεν γνωρίζεις τις δυσκολίες του να αντιστέκεσαι στον πειρασμό να χρησιμοποιήσεις κάθε ευκαιρία και κάθε μέσον διαθέσιμο σε εσένα για να θρέψεις τας ορέξεις σου.»
Με μία κίνηση τράβηξε τα σκεπάσματα από την Μανέτ και την σήκωσε όρθια μπροστά μου, ολόγυμνη και ακόμα υγρή από την περίπτυξη του. «Θαύμασε πόσο θεσπέσια, γοητευτική ερωμένη είναι η Μανέτ. Ποιος θα μπορούσε να την αρνηθεί; Και καθώς μου έκανε την εξέχουσα τιμή να με δεχτεί στην κάμαρη της χτες το απόβραδο, δε θα μπορούσα παρά να ανταποδώσω την φιλοξενία σήμερα.»
«Είναι πράγματι πολύ γοητευτική» αποκρίθηκα, και νιώθοντας την επιθυμία να απολαύσω και εγώ τις ηδονές που απορρέουν από την ένωση των κορμιών, άπλωσα το χέρι μου πάνω στο γόνατό της. Τα χάδια μου με οδήγησαν ακόμα πιο βαθιά, μέχρι την ζεστή, υγρή, τριχωτή φωλίτσα που τόσο ήθελα να εξερευνήσω.
«Ζητώ συγγνώμη, τιμημένε εξάδελφε» με διέκοψε ο Ραούλ, ακόμα γυμνός και ακόμα σκληρός.
«Η Μανέτ είναι δική μου, τουλάχιστον για απόψε. Αν όμως επιθυμείς να ξεκινήσεις και εσύ το ταξίδι των σαρκικών απολαύσεων, είμαι σίγουρος ότι η αδελφή της, η Ρόζα, θα είναι υπέροχη παρέα για σένα» είπε, τραβώντας το κεφάλι της Μανέτ κοντά στο σώμα του.
«Αν έχεις την καλοσύνη να επιστρέψεις στα ιδιαίτερα διαμερίσματά σου, θα φροντίσω προσωπικώς να σε επισκεφτεί εντός ολίγου»
Τις πρώτες φορές που κάποιος αρχίζει να εξερευνεί την kinky πλευρά του είναι πολύ πιθανό να έχει ηθικούς ενδοιασμούς. Πώς μπόρεσα να το κάνω αυτό; Τι σκεφτόμουν; Μήπως είμαι τελικά ανήθικος; Τείνει να υπάρχει μια έντονη σύνδεση ανάμεσα στη σεξουαλική ζωή κάποιου και στην αίσθηση της ηθικής του. Όμως η σύνδεση αυτή ευσταθεί; Εξυπηρετεί τον οποιοδήποτε ή είναι ένα ανόητο πρόσχημα που μας εμποδίζει να ζήσουμε την ζωή που μας αξίζει;
Για να το ανακαλύψουμε, ας ταξιδέψουμε μαζί πίσω στο παρελθόν, σε έναν χρόνο στον οποίο η πεποίθηση πως η άμεμπτη ηθική πάει χέρι με χέρι με την αποχή από τις σαρκικές απολαύσεις για ηδονιστικούς σκοπούς.
Βικτωριανή Περίοδος: Βασιλεία της Βικτωρίας στην Αγγλία (1837-1901).
Μια εποχή που άφησε το στίγμα της όσο λίγες. Αρκετό καιρό πριν, η χώρα είχε πέσει στον έλεγχο των Πουριτανών, ενός θρησκευτικού τάγματος τόσο παγιωμένων συντηρητικών απόψεων που ακόμα και σήμερα το χρησιμοποιούμε ως προσβολή. Τόση ήταν η καταπίεση των Πουριτανών, που οι Βρετανοί αποφάσισαν να ξαναγυρίσουν στην μοναρχία – έτσι ακολούθησε μια περίοδος χαλαρών ηθών κατά την οποία ο κόσμος, ας μου επιτραπεί η έκφραση, πηδούσε ασύστολα. Η βασίλισσα Βικτωρία κατάφερε να παντρέψει τους δύο κόσμους και να δημιουργήσει μια κοινωνία όχι χρυσής τομής αλλά δύο ταχυτήτων και προσώπων.
Το ένα πρόσωπο της Βικτωριανής κοινωνίας είναι εξαιρετικά ερωτοφοβικό.
Η Βικτωριανή ηθική απέτρεπε κάθε είδους έκφραση ερωτισμού, συναισθημάτων, σεξουαλικότητας, ακόμα και αποδοχής του ανθρώπινου σώματος. Στις παραλίες οι άνδρες και οι γυναίκες έκαναν μπάνιο σε ξεχωριστά σημεία, χρησιμοποιώντας μια παράξενη ξύλινη κατασκευή, σαν κουβούκλιο με ρόδες, μέσα στο οποίο φορούσαν το μαγιό τους (φυσικά μπλουζάκι-σορτσάκι για τους άνδρες και κανονικό φόρεμα για τις γυναίκες).
Αν ήθελες να εκφράσεις τα συναισθήματά σου, ήταν αδιανόητο να το έκανες ευθέως – έπρεπε να χρησιμοποιήσεις τη γλώσσα των λουλουδιών. Και φυσικά, οι νύφες της μεσαίας τάξης άκουγαν για πρώτη φορά στη ζωή τους πώς γίνονται τα παιδιά στο γαμήλιο κρεβάτι τους, ούτε για αστείο πριν από αυτό.
Η κοινωνία είχε αποστειρωθεί εντελώς. Μπορεί να είχε θυσιάσει πολλά στο ζήτημα της αμεσότητας και των διαπροσωπικών σχέσεων, αλλά σε αντάλλαγμα είχε εξυψωθεί – είχε αποκοπεί από την ζωώδη, σαρκική φύση της και είχε ανέλθει σε ένα υψηλότερο επίπεδο πολιτισμού και ευγένειας.
Ή και όχι.
Αυτό ήταν μόνο η επιφάνεια. Άσχημη, κρύα, απάνθρωπη, και εντελώς αντίθετη με ό,τι υπήρχε από κάτω. Όταν σκοτείνιαζε ή όταν δεν κοιτούσε κανείς, άντρες και γυναίκες παραδινόντουσαν στην αρχέγονη καύλα που το κοινωνικό τους προσωπείο καταπίεζε.
Μια ολόκληρη χώρα μιλημένη στο ίδιο κοινό μυστικό, συνεννοημένοι πρωταγωνιστές στο ίδιο θέατρο τάξης και ηθικής, πολίτες ενός Λονδίνου που όταν τα φώτα έσβηναν, οι δρόμοι γέμιζαν βία, πόρνες και όπιο. Ακόμα και υπόγεια περιοδικά κυκλοφόρησαν, τα οποία περιέγραφαν την έκφυλη φύση των Βικτωριανών με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες. Και φυσικά οι ερωτικές ακολασίες ήταν το λιγότερο, η βία και η καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων είχε φτάσει σε πρωτόγνωρα επίπεδα, με αποκορύφωμα την πώληση των παιδιών απόρων οικογενειών προκειμένου να χρησιμεύσουν ως καθαριστές καμινάδων, καθαρίζοντάς τις με τα μικροσκοπικά σώματά τους. Τα παιδιά αυτά σπάνια ζούσαν αρκετά για να φτάσουν σε διψήφιες ηλικίες. Από αυτή την φριχτή, διπρόσωπη κοινωνία εμπνεύστηκε ο Stevenson και έγραψε το Dr Jekyll and Mr Hyde.
Ορίστε λοιπόν. Η ιστορία μίλησε. Όχι μόνο η αποδοχή της ερωτικής μας ταυτότητας δεν είναι ανήθικη, αλλά η καταπίεσή της βγάζει το χειρότερο εαυτό μας.
Γιατί, αν σπρώξεις κάτι κάτω από το χαλί και το αφήσεις εκεί για πάντα, κάποια στιγμή θα σαπίσει. Ερωτευτείτε λοιπόν άφοβα, και αφήστε την φαντασία σας να οργιάσει – θα σας κάνει πραγματικά καλύτερους ανθρώπους.