Ο όρος “Instagram famous” δεν είναι τυχαίος. Απευθύνεται σε αυτούς που με τον ένα ή άλλο τρόπο έχουν καταφέρει να τραβήξουν την προσοχή και το ενδιαφέρον του διαδικτυακού κοινού, χτίζοντας ένα μεγάλο και πιστό following club. Άνθρωποι που πολύ πιθανόν να μην έβρισκαν δίοδο προς την προβολή και τη διασημότητα με παραδοσιακούς τρόπους πριν την εποχή των social media. Όπως έλεγε και ο θείος Μπεν όμως (όχι αυτός με το ρύζι) στην ταινία Spiderman,«παντὶ δὲ ᾧ ἐδόθη πολύ, πολὺ ζητηθήσεται»  που σε απλά ελληνικά σημαίνει πως τη μεγάλη δύναμη συνοδεύει και μεγάλη ευθύνη. Αυτοί, λοιπόν, που χτίζουν την εικόνα τους ως παράδειγμα προς μίμηση, θα έπρεπε να έχουν στο μυαλό τους και την ευθύνη προς το κοινό τους και να μην κάνουν κατάχρηση της θέσης τους. 

Προς τα πού το πάω με τα υπονοούμενα; Θα σας πω. Στο ψητό το πάω, εκεί που το πάνε και οι διάσημοι μετά από ένα-δύο μηνύματα. Το σκηνικό πάει ως εξής: ακολουθείς εσύ τον εκάστοτε διάσημο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, γιατί βρίσκεις ό,το αναρτά στο προφίλ του ενδιαφέρον. Αυτό μπορεί να είναι η φωνή του, το γράψιμό του, η φωτογραφίες του, ο τρόπος με τον οποίο γυμνάζεται και ούτω καθεξής. Τα likes πέφτουν βροχή και μια μέρα βρίσκεις το θάρρος να αφήσεις μια αντίδραση, ένα σχόλιο ή ακόμα και ένα προσωπικό μήνυμα. Όταν, λοιπόν, μετά από λίγη ώρα αντιλαμβάνεσαι ότι ο Instagram famous άνθρωπος που εσύ θαυμάζεις τη δουλειά του, έχει απαντήσει, τρελαίνεσαι. Νιώθεις χαρά μα και μια παράξενη εκτίμηση προς το μέρος του που βρήκε το χρόνο και αφιέρωσε λίγα λεπτά από τη μέρα του να σου απαντήσει. Τον άνθρωπο δεν τον ξέρεις προσωπικά, αλλά φαντάζεσαι πως με τόση διαδικτυακή αναγνωρισιμότητα, θα είναι πνιγμένος στα μηνύματα λατρείας. Θα είναι τέλος πάντων, ένα άνθρωπος απασχολημένος που δεν έχει τη ευχέρεια να απαντά σε όποιον του στέλνει μήνυμα. Το ότι διάλεξε εσένα, σε κάνει να νιώθεις και κάπως ξεχωριστός.

Το μήνυμα που πήρες δεν ήταν απλώς ένα «ευχαριστώ». Ήταν μήνυμα πάσα, μήνυμα που σήκωνε συζήτηση. Την υποδέχεσαι εσύ την πάσα και πριν καν το καταλάβεις βρίσκεσαι σε ένα παιχνίδι που η μπαλίστα πάει πέρα δώθε, πιο γρήγορα και μαεστρικά κι από παιχνίδι τένις ανάμεσα σε Τσιτσιπά και Φέντερερ. Πώς φτάσαμε ως εδώ; Εσύ, να μιλάς με έναν άνθρωπο που στα μάτια σου ήταν διάσημος και φτασμένος. Έλα Θεέ και Κύριε!

Και κάπου εκεί, λοιπόν, ανάμεσα στο μπέρδεμα, τη σύγχυση και τον αναβρασμό, τα μηνύματα ξεκινούν να… -τώρα πώς να το πω κι ευγενικά;- να έχουν μια άλφα θερμοκρασία, να τσούζουν, να μην μπορούν να διαβαστούν φωναχτά, να είναι πικάντικα ρε παιδάκι μου. Τι να κάνεις; Δεν ξέρεις. Συνεχίζεις το παιχνίδι; Συνεχίζεις να κάνεις πάσες αν και τώρα το μπαλάκι φλέγεται; Κι αν ο άλλος σταματήσει να απαντάει; Από την άλλη όμως, μπαίνεις σε τέτοιες συζητήσεις με κάποιον ξένο, που δεν έχεις γνωρίσει, που δεν έχει μιλήσει ποτέ ξανά;

Η απάντηση σε αυτές τις ερωτήσεις είναι ξεκάθαρα δική σας. Δεν είμαι εδώ να τραβήξω ηθικές γραμμές για το αν μπορείς να «παίξεις» με κάποιον μέσω μηνυμάτων. Ώριμα παιδιά είμαστε όλοι, και ο καθένας μπορεί να κάνει αυτό που θεωρεί σωστό. Αυτό που θα σχολιάσω όμως, είναι αυτό που είπα και στον πρόλογο του κειμένου – το χρέος που έχει ο διάσημος προς εσένα. Η ανταλλαγή μηνυμάτων οποιασδήποτε φύσης δεν είναι επιλήψιμη κυρίως όταν οι δύο πλευρές προέρχονται από το ίδιο περιβάλλον. Όταν ο ένας έχει το πάνω χέρι λόγο του ταλέντου ή της αναγνωρισιμότητάς του, τότε το πεδίο δεν είναι ισότιμο. Ο ένας παίζει με πλεονέκτημα και τα παιχνίδι είναι άνισο. Η πίεση που μπορεί να νιώσει αυτός που δεν έχει το πλεονέκτημα είναι έμμεση και πολύ ύπουλη. Το status του άλλου μπορεί να σε σπρώξει να πεις και κάνεις πράγματα που μπορεί να μην έκανες κάτω από διαφορετικές συνθήκες. 

Προσοχή λοιπόν. Την ερωτική συζήτηση σε καμία περίπτωση δεν την κατακρίνω. Απλώς βεβαιωθείτε ότι το κάνετε επειδή το θέλετε, και όχι επειδή κάποιος έχει ένα κεφαλαίο Κ στο προφίλ του. 

 

Συντάκτης: Αντώνης Καζούλης
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.