Επιλέγουμε τους ανθρώπους γι΄ αυτό που βλέπουμε ότι είναι αλλά και για όλα όσα αντικρίζουμε στην εικόνα τους, στα μάτια τους, στην ψυχή τους. Τους ερωτευόμαστε τόσο για όλ’ αυτά που είμαστε μαζί τους, όσο και για όλα όσα γινόμαστε όταν είμαστε μαζί τους. Κι αυτό λειτουργεί αμφίδρομα. Επειδή κι εκείνοι νιώθουν παρόμοια συναισθήματα.
Ο υγιής έρωτας συντίθεται από δύο άτομα, καθένα απ΄ τα οποία έχει συγκεκριμένη και ορισμένη αίσθηση της προσωπικής του ταυτότητας. Οι δύο σύντροφοι, μέσω των συγκεκριμένων αυτών στοιχείων του χαρακτήρα και της προσωπικότητας που αντικρίζουν ο ένας στον άλλον, επηρεάζονται με τρόπο που αναδεικνύει το δικό τους ιδανικό εαυτό. Έτσι εξελίσσονται ταυτόχρονα ο ένας μέσω του άλλου κι οι δύο μέσω της σχέσης τους, γεγονός που δημιουργεί έναν άρρηκτο δεσμό αγάπης μεταξύ τους.
Πράγματι, λοιπόν, μπορούμε να φτάσουμε στον ιδανικό εαυτό μας και σ΄ αυτό μας βοηθά ο σύντροφός μας. Αυτό είναι το φαινόμενο Michelangelo, που παρατηρήθηκε και μελετήθηκε από ψυχολόγους, οι οποίοι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι όταν οι σύντροφοι μοιράζονται μια υγιή σχέση και σύνδεση, τότε μπορούν να επηρεάσουν ο ένας τον άλλον με θετικό τρόπο. Μπορούν να τον «σχεδιάσουν» και να τον «ζωγραφίσουν» αναδεικνύοντας μόνο τα θετικά χαρακτηριστικά, που είτε διαισθάνονται είτε αντικρίζουν ο ένας στον άλλον.
Το ψυχολογικό αυτό φαινόμενο «δανείστηκε» την ονομασία του από τον Ιταλό γλύπτη, ζωγράφο, αρχιτέκτονα και ποιητή Michelangelo Buonarroti, διάσημο καλλιτέχνη της περιόδου της Ιταλικής Αναγέννησης. Λέγεται ότι ο Michelangelo ξεκινούσε να δημιουργεί τα γλυπτά του, χωρίς να τους έχει δώσει κάποια συγκεκριμένη μορφή ή σχήμα. Ανακάλυπτε τις μορφές και τα σχήματά τους καθώς σμίλευε το μάρμαρο που χρησιμοποιούσε για τις δημιουργίες του. Ο ίδιος όταν αναφερόταν στα γλυπτά του, έλεγε ότι σμιλεύει το μάρμαρο, δίνοντάς του τελικά το ιδανικό σχήμα φιγούρας που ανταποκρινόταν στην εικόνα που είχε πλάσει για το υλικό του αυτό.
Αν αντιπαραβάλουμε τον τρόπο αυτό γλυπτικής του Michelangelo με τη σχέση δύο συντρόφων, αντιλαμβανόμαστε ότι οι τελευταίοι μέσω της στενής τους σύνδεσης «σμιλεύουν» ο ένας τον άλλον, δίνοντας τελικά την ιδανική εικόνα, που ο ένας βλέπει στην προσωπικότητα του άλλου. Πιο απλά μέσω της σχέσης τους οι σύντροφοι εξελίσσονται, φτάνοντας τελικά στον ιδανικό εαυτό και προορισμό τους, καθώς κι οι δυο αλληλοεπιδρούν σύμφωνα με την εικόνα που έχουν αμφότεροι για τον άλλο. Κι οι δυο μαζί λειτουργούν σαν «γλύπτες», που αλληλοπλάθονται. Αυτό είναι και το ψυχολογικό φαινόμενο Michelangelo.
Αν το σκεφτούμε σε βάθος, θ΄ αντιληφθούμε ότι πράγματι, το φαινόμενο αυτό είναι υπαρκτό στις αισθηματικές σχέσεις. Όταν για παράδειγμα ο σύντροφος που έχουμε επιλέξει, είναι συνοδοιπόρος σε όλες τις συνθήκες της ζωής, δύσκολες κι εύκολες και μας υποστηρίζει, είναι αληθινός κι αυτό αποδεικνύεται καθημερινά, τότε στον άνθρωπο αυτό θα προσφέρουμε ακριβώς όλα όσα μας προσφέρει. Και μάλιστα αυτό γίνεται εντελώς ασυνείδητα. Έτσι μέσα στη σχέση μας «πλάθουμε» ο ένας το χαρακτήρα του άλλου, με βάση όλα όσα εκδηλώνουμε μεταξύ μας και τα ιδανικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και των δυο μας αναδεικνύονται. Μέσα από την υποστήριξη του άλλου απομακρυνόμαστε νοητικά απ΄ τον αληθινό μας εαυτό, προσεγγίζοντας τον ιδανικό. Αυτό δεν είναι γλυπτική;
Έρχεται, λοιπόν, το φαινόμενο Michelangelo να δείξει ότι πράγματι μέσω του άλλου προσώπου και της ποιότητας της σχέσης μας, μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε, προσεγγίσουμε και τελικά αναδείξουμε τον ιδανικό εαυτό μας. Είναι σαν να κοιτάς το σύντροφό σου και στα μάτια του να μην προβάλλεις τον δικό σου εαυτό, αλλά να βλέπεις μόνο το δικό του. Να τον αγκαλιάζεις, δίχως να τον κάνεις ν΄ ασφυκτιά. Να τον προσέχεις χωρίς να τον ακυρώνεις. Και μαζί να νιώθετε και να ΄στε συναισθηματικά ασφαλείς.
Εύλογα θα πείτε πως δεν είναι όλες οι σχέσεις ιδανικές, αλλά ούτε κι οι πρωταγωνιστές αυτών των σχέσεων. Κι ότι υπάρχουν περιπτώσεις που ο σύντροφος με τις πράξεις ή ̸και παραλείψεις του, αλλά και τη γενικότερη συμπεριφορά του κατορθώνει ν’ ανασύρει στην επιφάνεια το χειρότερο εαυτό του άλλου. Πράγματι ισχύει. Στην ψυχολογία η κατάσταση αυτή έχει επικρατήσει ως φαινόμενο Blueberry. Πρόκειται ακριβώς για το αντίθετο του φαινομένου Michelangelo. Όταν δυο άνθρωποι στη σχέση τους εξαρτώνται ο ένας απ΄ τον άλλον, το μόνο που στο τέλος καταφέρνουν, είναι να εκδηλώνουν κι οι δύο το χειρότερο εαυτό τους. Επειδή η εξάρτηση είναι μονόπλευρη, δίχως αμοιβαιότητα. Ενώ βασικό χαρακτηριστικό του φαινομένου Michelangelo είναι η αλληλοϋποστήριξη, που εμπεριέχει και την αμοιβαιότητα.
Το βέβαιο είναι ότι όλοι οι άνθρωποι πέρα απ΄ τον αληθινό μας εαυτό έχουμε και τον ιδανικό. Κι ασφαλώς όλοι αγωνιζόμαστε συνειδητά κι ασυνείδητα, επειδή επιθυμούμε να τον προσεγγίσουμε. Αρκεί, μόνο, να βρούμε το σωστό κι ικανό «γλύπτη», που μέσω της σύνδεσης και της αλληλεπίδρασής μας, θα σχηματίσει τη μορφή του και τελικά θα τον αναδείξει.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου