Λένε ότι η αγάπη δεν μπορεί να σε βλάψει. Ότι ο έρωτας τυφλώνει και το πάθος αρρωσταίνει. Λένε ότι στον έρωτα και την αγάπη δε χωράνε κανόνες και στο πάθος δεν υπάρχουν όρια. Ανάμεσα στην αγάπη και το μίσος υπάρχει, μόνο, μια λεπτή κόκκινη γραμμή, που μέσα της εμπεριέχει έρωτα, πάθος, κανόνες, όρια, εμμονή, μίσος, αρρώστια. Αν την παραβιάσεις, όλα ενώνονται. Και τότε δεν υπάρχει πια χρόνος, αλλά τέλος. «Χρόνος, τέλος, θάνατος»: η τριλογία που κυριαρχεί στο μυαλό του δράστη, όταν τελεί ένα έγκλημα πάθους, με μη αναστρέψιμο αποτέλεσμα.
Δυστυχώς τ΄ ακούμε συχνά κι αναρωτιόμαστε για την αιτία, που ώθησε έναν άνθρωπο να διαπράξει το συγκεκριμένο έγκλημα. Πρόκειται για μια ψυχικά διαταραγμένη προσωπικότητα, έναν ψυχικά ασθενή, ένα μυαλό δυστυχισμένο και θολωμένο απ΄ το πάθος του, ή έναν στυγνό εκτελεστή;
Η εγκληματολογία και η δικαστική ψυχολογία εξετάζουν τις παραβατικές κι εγκληματολογικές συμπεριφορές, σχηματίζοντας μια εικόνα για την ψυχοσύνθεση του ανθρώπου, που οδηγείται στο έγκλημα πάθους. Όταν ο δράστης το διαπράττει, κυριεύεται είτε από νοσηρό πάθος είτε από συναισθηματική φόρτιση. Οι ψυχολογικές αυτές διεργασίες αντικατοπτρίζουν και τα κίνητρά του.
Το έγκλημα από νοσηρό πάθος εμπεριέχει εγωισμό, που τρέφεται μόνο με εκδίκηση. Στο μυαλό του δράστη, τη στιγμή του εγκλήματος, επικρατεί η σκέψη «έτσι πρέπει να γίνει κι έτσι θα γίνει». Είναι ένα έγκλημα προμελετημένο και καλά σχεδιασμένο, ώστε να μην εξιχνιαστεί. Αντίθετα το έγκλημα από συναισθηματική φόρτιση στηρίζεται στο έντονο πάθος της στιγμής. Το μυαλό του δράστη αμφιταλαντεύεται μεταξύ της ζωής και του θανάτου ενός προσώπου, που γι΄ αυτόν αποτελεί όλη του τη ζωή. Δεν μπορεί ν΄ αντιληφθεί το λόγο για τον οποίο τη στιγμή εκείνη λειτουργεί ως τιμωρός του ανθρώπου που ισχυρίζεται ότι «αγαπά». Γι΄ αυτό, τις περισσότερες φορές, όταν η εγκληματική πράξη που διαπράττει είτε ο ίδιος είτε άλλο πρόσωπο που δρα για λογαριασμό του, κορυφωθεί και τελικά πραγματωθεί, ο άνθρωπος αυτός, είτε υπό την ιδιότητα του δράστη είτε του ηθικού αυτουργού, κόβει ο ίδιος το νήμα της ζωής του.
Τα βασικά κίνητρα του ατόμου που διαπράττει το εν λόγω έγκλημα είναι ωφελιμιστικά. Κάποια παραδείγματα είναι όταν ο δράστης θέλει ν΄ απαλλαγεί από μια σχέση που ο ίδιος έχει διακόψει, όμως εξακολουθεί να τον καταδιώκει. Όταν ανακαλύπτει ότι αποτελεί μέρος ενός ερωτικού τριγώνου. Όταν επιθυμεί να εξολοθρεύσει τον/τη σύζυγο, ώστε να ζήσει με το άλλο πρόσωπο-εραστή. Αλλά κι όταν σκοτώνει τον ερωτικό του αντίζηλο, με στόχο να πλήξει το «αγαπημένο» του πρόσωπο. Σ΄ όλες τις περιπτώσεις ο έρωτας έχει τον πρωταρχικό ρόλο. Εύλογο είναι το ερώτημα κατά πόσο είναι δυνατό το συναίσθημα της αγάπης να μετατραπεί σε μίσος, που οδηγεί στην αφαίρεση της ανθρώπινης ζωής. Πιο απλά τι συμβαίνει κι η λεπτή κόκκινη γραμμή που τα διαχωρίζει, παραβιάζεται.
Το 2014, διεξήχθη, στην Αθήνα, απ’ το Εργαστήριο Ποινικών και Εγκληματολογικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Αθηνών, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση Νέων Νομικών ELSA Athens, συνέδριο με θέμα «Έγκλημα και Έρωτας». Καθηγητές εγκληματολογίας της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών ανέλυσαν και τεκμηρίωσαν το βασικό ρόλο που διαδραματίζει ο έρωτας στα εγκλήματα που τελούνται είτε από συναισθηματική φόρτιση είτε από νοσηρό πάθος.
Στη συναισθηματική φόρτιση σημαντικό ρόλο έχουν ο γενετήσιος χαρακτήρας του πάθους (ερωτική ορμή) σε συνάρτηση με τα ψυχολογικά στοιχεία του πληγωμένου εγωισμού, του αισθήματος της αδικίας, της κτητικότητας και της γενικότερης ψυχοσύνθεσης του δράστη, ο οποίος είναι συνήθως ευσυγκίνητος κι ευέξαπτος. Ο δρόμος για να φτάσει ο δράστης στη περάτωση της εγκληματικής πράξης, περνά από τρία στάδια, σύμφωνα με τον Βέλγο εγκληματολόγο, Etienne De Greef (1898-1961).
Στο βιβλίο «Έρωτας κι εγκλήματα από έρωτα», αναφέρει ως πρώτο στάδιο, αυτό της ατελέσφορης συναίνεσης. Όταν, δηλαδή, ο δράστης συλλαμβάνει την ιδέα του εγκλήματος χωρίς, όμως, να την επεξεργαστεί και τελικά την απωθεί. Στο δεύτερο στάδιο η ατελέσφορη συναίνεση συνδυάζεται με την αξία του ερωτικού συντρόφου στη ζωή του δράστη, που μπορεί να εκδηλωθεί κι ως εμμονή. Στο στάδιο αυτό συνεκτιμώνται απ΄ τον δράστη κι άλλες πράξεις, ισοδύναμες της εγκληματικής, που όμως δεν οδηγούν ακόμη στην απώλεια ζωής. Ενδέχεται στο στάδιο αυτό να εκδηλωθούν απειλές ή αποτυχημένες απόπειρες. Στο τρίτο και τελευταίο στάδιο επέρχεται η ολοκλήρωση της εγκληματικής πράξης μέσα από παροξυσμό, που οδηγεί στην πλήρη κατακρεούργηση του θύματος. Ασφαλώς και τα τρία αυτά στάδια ενδέχεται να εξελιχθούν μέσα σ΄ ελάχιστο χρόνο.
Απ΄ την άλλη τα εγκλήματα που τελούνται, όπως προαναφέρθηκε, από νοσηρό πάθος, δεν επιδέχονται παρόμοια με την ανάλυση που προηγήθηκε, καθώς προϋποθέτουν μόνο τον προηγούμενο ψυχρό σχεδιασμό του δράστη. Ακολούθως ο δράστης εκτελεί κατά γράμμα όλα όσα προσεκτικά προμελέτησε, ώστε να μην αφήσει οποιοδήποτε, τυχόν, περιθώριο αποκάλυψής του.
Λένε, λοιπόν, ότι η αγάπη δεν μπορεί να σε βλάψει. Κι αυτό πράγματι ισχύει, όταν μιλάμε για αληθινή κι αγνή αγάπη. Επειδή αυτή δεν μπορεί να σου αφαιρέσει τη ζωή, παρά μόνο να στην προσφέρει.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου