Παιδική ηλικία. Τα καλύτερα χρόνια του ανθρώπου· ίσως πουν οι περισσότεροι. Και μάλλον δεν έχουν άδικο. Καμία υποχρέωση, καμία ευθύνη, μόνο ανεμελιά, σχολείο και παιχνίδι. Τότε που η μόνη μας έγνοια ήταν αν θα τα πάμε καλά στα μαθήματα του σχολείου κι αν θα έχουμε πολλούς φίλους. Και το πρώτο δεν ίσχυε καν για όλους μας. Είναι η αθώα ηλικία που όλα μας φαίνονται απλά, με πρώτες και καλύτερες τις ανθρώπινες σχέσεις. Βλέπουμε τον κόσμο με άλλο μάτι. Έχουμε τα γυαλιά της καλοσύνης και του ονείρου. Εκτός από γενναιοδωρία κι αγάπη από τους ανθρώπους δεν είναι δυνατό να αντλήσουμε κάτι άλλο. Βέβαια όντας τόσο αθώα πλασματάκια είναι δεδομένο ότι το μυαλό πετάει στους αιθέρες. Ονειρεύεται κυρίως το απόγευμα, το διάλειμμα και το σαββατοκύριακο. Ποια είναι η κοινή χορδή όλων αυτών; Φυσικά, το σύμβολο της αγνής αυτής ηλικίας. Το παιχνίδι.
Αν και πλέον οι εποχές έχουν αλλάξει άρδην, τα παιχνίδια στη γειτονιά δεν έχουν πάψει να πραγματοποιούνται από κάθε ηλικιακή ομάδα παιδιών. Μπορεί τα ηλεκτρονικά παιχνίδια να άντλησαν σημαντικό μερίδιο από τις ώρες παιχνιδιού, όμως κάποια παραδοσιακά παιχνίδια ποτέ δε θα χάσουν την αξία τους. Σε γενεές και γενεές από τους παππούδες μας μέχρι τα παιδιά μας, αυτά τα παιχνίδια μόνο όμορφες αναμνήσεις μπορούν να σου αφήσουν. Κουτσό, λύκοι κι αρνάκια, κρυφτό, βασιλέας, σκοτεινό δωμάτιο. Αδιαμφισβήτητα το πιο δημοφιλές παιδικό παιχνίδι όλων των εποχών, στο οποίο όλοι μας αφιερώσαμε ώρες και ξεκαρδιστήκαμε από τα γέλια δεν είναι άλλο από το κρυφτό. Δε θα είμαστε υπερβολικοί αν πούμε πως δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην το έχει παίξει με τα φιλαράκια του στα χρόνια που ήταν μαθητής και δεν το ξαναθυμήθηκε στα φοιτητικά χρόνια, παίζοντας σε κάποια παιδική χαρά- πιθανότατα τύφλα στο μεθύσι.
Το παιχνίδι είναι αρκετά απλό, κάτι που το κάνει κατανοητό από τα παιδιά μικρής ηλικίας και γι’ αυτόν το λόγο και τόσο αρεστό. Ο «τυχερός» είναι αυτός που φυλάει, δηλαδή κλείνει τα μάτια του, μετράει το γνωστό «5-10-15» (κάτι που μάλλον εξηγεί και το γεγονός ότι η προπαίδεια του 5 πάντα μας ήταν και πιο εύκολη) και μόλις φτάσει στο 100 τα ανοίγει και ψάχνει να βρει τους υπόλοιπους, οι οποίοι έχουν κρυφτεί. Σκοπός όσων έχουν κρυφτεί είναι να βρουν αφύλαχτη τη «φωλιά» αυτού που μετρούσε και να φωνάξουν το όνομά τους, ώστε να μην είναι αυτοί που θα φυλάξουν στον επόμενο γύρο. Αν αυτός που μετράει βρει κάποιο άλλο από τα παιδιά, τότε τρέχει πίσω στη φωλιά, προσπαθώντας να προλάβει αυτόν που εντόπισε και φωνάζει το πολυπόθυτο «φτου» μαζί με το όνομα του παιδιού που αποκάλυψε. Η καρδιά βέβαια κτυπάει κόκκινο όταν μετά το εκατό ακούμε: « μπροστά μου, πίσω μου, δεξιά μου και αριστερά μου δε γίνεται.» Κάπου εκεί αυτός που κρύβεται ξέρει πως έφτασε η στιγμή η τύχη του να του σταθεί. Δεν πρέπει να γίνει αντιληπτός. Ενώ από την άλλη οφείλει να τρέξει όταν αυτός που μετράει απομακρυνθεί από τη φωλιά, αν θέλει να έχει πιθανότητα να κερδίσει. Μη νομίσετε βέβαια ότι αυτός που μετράει δε ταν κάνει πάνω του από τρομάρα όταν πετάγονται από το πουθενά οι κρυμμένοι και τον κοψοχολιάζουν. Αυτή είναι άλλωστε και η νοστιμάδα του παιχνιδιού.
Αγαπημένο παιχνίδι ολόκληρων γενεών, το έχουν παίξει οι γονείς μας, τα μεγάλα μας αδέλφια και ξαδέρφια, οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας. Ευκαιρία για κοινωνικοποίηση, δημιουργία νέων φιλιών και μην ξεχνάμε και το παιδικό φλερτ. Ποιος από μας την ώρα του παιχνιδιού δεν πήρε την κοπελίτσα μαζί του, στο μέρος που είχε επιλέξει να κρυφτεί, με τη δήθεν δικαιολογία να τη βοηθήσει και να την προστατέψει από το παιδί που φυλούσε;
Το κρυφτό επίσης ήταν ευκαιρία και για λίγη γυμναστική, αν μπορούμε να το θέσουμε έτσι. Είτε ήσουν είτε δεν ήσουν καλός στη γυμναστική, αναγκαζόσουν να τρέξεις την ώρα του παιχνιδιού για να μην προλάβεις να φανερωθείς. Πολλές φορές απορούσες και συ με τον εαυτό σου όταν ξεπερνούσες τον τσιλιαδόρο. Τι στο καλό, πώς πάτωνες στη γυμναστική στο σχολείο; Εδώ κόντεψες να φτάσεις το ρεκόρ του Κεντέρη.
Οφείλουμε να ομολογήσουμε πως πάντα υπήρχε κι ο τύπος που κρυβόταν αλλά κάποιος τον κάρφωνε. Κυρίως γιατί στο παιχνίδι συμμετείχαν και μικρά παιδιά, τα οποία δεν μπορούσαν να κρατήσουν μυστική τη θέση τους ούτε καν μέχρι το εκατό. Βέβαια το παιχνίδι μπορεί να χαλάσει επίσης από έναν μπαμπά που μαρτυράει τη θέση του γιου του, για να τον πειράξει, με τη συνέχεια που όλοι φανταζόμαστε. Τον μικρό να ουρλιάζει από παράπονο και τους άλλους να βγαίνουν από τις κρυψώνες με σκυφτό κεφάλι, που φανερώθηκε άδικα η τόσο καλή κρυψώνα τους. Είναι τόσα πολλά που μπορούμε να θυμηθούμε, με παιδικούς φίλους, παιδικούς έρωτες και τους τυπικούς «χαλάστρες». Τόσες αναμνήσεις, τόσα όμορφα λόγια που μπορούμε να τα διηγούμαστε για ώρες. Ευχή είναι όλα αυτά να μην αποτελέσουν στο μέλλον παρελθόν κι η τεχνολογία να μη πάρει τη θέση αυτών των παιχνιδιών που γέμιζαν τη ζωή μας με τσιρίδες και χαμόγελα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου