Τι μας κρατάει στο να προσπαθούμε; Σε μια δουλειά, σε μια σχέση, στη ζωή μας γενικά; Τι είναι αυτό που μας σηκώνει αν λυγίσουμε και μας δίνει το έναυσμα να συνεχίσουμε;
Η ελπίδα. Η ανάγκη να πιστέψουμε πως υπάρχει ακόμα η πιθανότητα να γίνουν τα πράγματα καλύτερα. Κι είναι μια ανάγκη αρχέγονη, από την αρχή ύπαρξης του ανθρώπινου γένους. Κάποιοι την είπαν Θεό, κάποιοι την είπαν μοίρα, κάποιοι πεπρωμένο.
Όταν στο παρελθόν χρειαζόταν να επιβιώσει ο άνθρωπος από λοιμώξεις ή ασθένειες ή καταιγίδες ή ανεμοστρόβιλους, από καταστάσεις δηλαδή που δεν μπορούσε να ελέγξει και να εξηγήσει, έστρεφε την τελευταία ελπίδα του σε μια ανώτερη δύναμη που θα τον λύτρωνε από τις δυσκολίες.
Ο κάθε άνθρωπος χρειάζεται να εναποθέτει πάνω σε κάτι την ελπίδα του. Είναι εκείνο το σημείο που μια κατάσταση ή ένα γεγονός ξεφεύγει από τα όριά του, ξεπερνά τις δυνάμεις του και δεν μπορεί να κάνει κάτι περισσότερο από αυτό που έκανε ήδη. Που οι προσπάθειές του έφτασαν τέρμα, που οι αντοχές του δεν έχουν άλλο να δώσουν, που κάποιος άλλος ή κάτι άλλο θα πρέπει να υπάρχει για να τον βγάλει από τη δύσκολη θέση.
Aνέκαθεν δημιουργούσαμε κάποιες ιδεολογίες που σκοπό έχουν να δικαιολογήσουν την ύπαρξή μας, να της δώσουν νόημα, να εκλογικεύσουν γεγονότα ή να δοθεί απάντηση σε όσα δεν είμαστε ικανοί να δώσουμε. Όταν αιώνες πριν, ο άνθρωπος προσπαθούσε να γλιτώσει από τα θηρία, δημιούργησε στη φαντασία του το Θεό του φόβου, μετά Θεό όρισε τον ήλιο, τη γη, το πουλί ή άλλο φαινόμενο το οποίο τον εντυπωσίαζε κι ήταν αδύνατο να κατανοήσει. Μέχρι σήμερα επιδιώκει να εξηγήσει κάτι, ακόμα κι αν η θεωρία του είναι αυθαίρετη ή γενική, αντί να πει ότι δε γνωρίζει. Ο φόβος του αγνώστου τον ωθεί να ανακαλύψει οτιδήποτε θα τον καθησυχάσει, να νοηματοδοτήσει κάτι που δεν έχει νόημα, απλώς για να του δώσει σκοπό.
Ίσως από την άλλη να είναι ο φόβος να πάρουμε την ευθύνη που μας αναλογεί από τα λάθη μας. Αν υπάρχει κάτι ανώτερο που καθορίζει τη ζωή μας, τότε είμαστε ήσυχοι και απαλλασσόμαστε από την ευθύνη να το αναλάβουμε οι ίδιοι. Αν για παράδειγμα προσεχόμασταν να αποκτήσουμε ένα ολοκαίνουργιο αμάξι και βλέπαμε ότι ο Θεός δεν ακούει την προσευχή μας, τότε αν ζητήσουμε συγχώρεση αφού το κλέψουμε, υπάρχει η πιθανότητα να μας συγχωρέσει. Έτσι, ενώ έχουμε την ανάγκη να αποκτήσουμε κάτι που είναι πέραν από τις οικονομικές μας δυνατότητες, απευθυνόμαστε σε κάτι ανώτερο που είναι το ίδιο το οποίο θα μας απαλλάξει των ευθυνών μας αν κάνουμε την παράνομη πράξη, αλλά «το μετανιώσουμε πραγματικά». Είναι η ύπαρξη μιας ανώτερης δύναμης που θα έχει την ευθύνη αντί του εαυτού μας.
Μέσα στη λογική και το συναίσθημα, δηλαδή τις δυνάμεις και τις αδυναμίες μας, είμαστε καταδικασμένοι να δημιουργούμε πνευματικές ιδεολογίες για να εξηγήσουμε το φυσικό ή το υπερφυσικό, το ηθικό και το ανήθικο, το απάνθρωπο, τα λάθη μας και το άγνωστο το οποίο υποτίθεται είναι γραμμένο μοιραία στο πεπρωμένο μας. Την ανάγκη του ανθρώπου να πιστεύει σε κάτι ανώτερο τη γέννησε η αμάθεια, ο φόβος και τα διατήρησε η ευπιστία, η ελπίδα και η παράδοση.
Όταν οι κοινωνικές συνθήκες μεταβάλλονται, αλλάζει και το αντικείμενο της πίστης μας ώστε να εξυπηρετεί την ανάγκες μας τη δεδομένη στιγμή. Είναι το ίδιο με το να κάθεσαι σε μια παρέα και να έχουν όλοι τις γνώσεις και τη λογική να αμφισβητήσουν τη θρησκεία, αλλά μετά από λίγα λεπτά να μιλούν για ζώδια και ταρώ.
Σήμερα, που οι Δώδεκα Θεοί του Ολύμπου και οι Μάγισσες της Σμύρνης έγιναν μύθοι κι έσβησαν, που οι καφετζούδες τσαρλατάνεψαν, σήμερα που η ανεξαρτησία και το «εγώ» έγιναν πρωταγωνιστές της ζωής κάποιοι θα την πουν εαυτό. Πίστη στον εαυτό. Κι είναι μια πίστη που δίνει ένα σκοπό και μια αξία στη ζωή, εναποθέτοντας τις ευθύνες και τις δυνάμεις στον εαυτό τον ίδιο, χωρίς να περιμένει κανείς τον από μηχανής θεό ή τη θεά μοίρα να ξεμπλοκάρουν τον άνθρωπο ή να τον σώσουν.
Για τους ορθολογιστές αυτό που μας κυβερνά είναι οι πολιτικοί και αυτοί που έχουν τα χρήματα. Είναι οι ίδιοι που υποστηρίζουν ότι ενάντια στη θρησκεία ή τη μοίρα, είναι η ίδια η κοινή λογική.
Η ανάγκη να πιστέψουν οι άνθρωποι κάπου δε θα αλλάξει ποτέ, όσο υπάρχουν ερωτήματα που δεν μπορούν να απαντήσουν. Μπορεί να αλλάξει το κάτι στο οποίο πιστεύουν. Η ανάγκη όμως θα παραμείνει ίδια. Στην τελική είναι η ανάγκη να κρατήσουν λίγη μαγεία στη ζωή ή να έχουν κάπου να απευθύνουν την ευχή τους όταν θέλουν να πάνε όλα καλά.
Επιμέλεια Κειμένου Μαρίας Παναγιώτου: Σοφία Καλπαζίδου