Υπάρχουν εκείνες οι σχέσεις που σου τραντάζουν το είναι και σε καταπίνουν ολοσχερώς μέχρι να αμφισβητήσεις κάθε λογική του κόσμου όλου. Σου προκαλούν τόσο εθισμό στο σύστημα που αν δε βρεις την απαιτούμενη δόση να επιζήσεις, ξεκινάς να κλοτσάς αξιοπρέπειες, να κατεβάζεις μπουκάλια, να βάζεις τέρμα θύμισες να σε πονέσεις κι άλλο και μάταια βασανίζεις το μυαλό με τα πολλά ερωτήματα που δεν μπορείς να απαντήσεις.

Ώσπου μια μέρα, λυτρωτική μέρα, η λήθη αντικαθιστά όλα τα παραπάνω αναγκαστικά γιατί απλώς πρέπει να ζήσεις και μετά απ’ αυτό. Καταλαγιάζουν τα πυροτεχνήματα, σβήνουν οι καρδούλες και χάνεται όλος ο μύθος που έπλασες γύρω απ’ τον έρωτα. Η αναγκαιότητα που φοβόσουν μήπως μείνει παντοτινή, γίνεται ανάμνηση. Ο άνθρωπος που αγαπήθηκε χάνει την αίγλη του, γίνεται ξένος.

Όταν προκαλέσεις το απόλυτο ξενέρωμα και σπρώξεις έναν άνθρωπο μακριά, θα σου φερθεί με τον ίδιο τρόπο. Όχι εσκεμμένα μα απολύτως φυσικά, το ίδιο φυσικά όπως τον ξενέρωσες. Όσο κομματιάζεις έναν άνθρωπο που σ’ έχει βάλει μέσα του ως κάτι σημαντικό, κομματιάζεις και τον εαυτό σου μαζί. Διαλύεις την εικόνα σου και βεβαιώνεις ότι δεν είσαι το τέλειο που έπλασε στο μυαλό του, βοηθάς στην καταστροφή της εξιδανίκευσής σου. Σε απομυθοποιείς.

Και μην εκπλαγείς καθόλου όταν δεν αντιδράσει που θα σε δει μετά από καιρό ή όταν δε σε διεκδικήσει όπως παλιά. Πάνε αυτά! Ο ενθουσιασμός διαρκεί όσο συμπεριφέρεσαι με τρόπο που αξίζει να σε ερωτευτούν κι η αψεγάδιαστη εικόνα σου διατηρείται όσο είσαι ικανός να την κρατήσεις.

Καμιά φορά δεν είναι ότι χάσαμε κάποιον απ’ τη ζωή μας. Είναι ότι χάσαμε όλα αυτά που ζήσαμε μαζί του. Είναι που κολλήσαμε σε κάτι αναμνήσεις λες και δεν υπήρχαν άλλες πριν από αυτές. Ή δε θα υπάρξουν ξανά στο μέλλον. Είναι που σε κάτι πρωινά δώσαμε παραπάνω αξία από κάποια άλλα. Και που κάποια κουσούρια τα βαφτίσαμε λόγους να αγαπήσουμε. Είναι που σε κάποιους δοθήκαμε χωρίς περιορισμούς και δώσαμε όσα τελικά δεν ήταν να μας έρθουν πίσω.

Αν δεις μετά από πολύ καιρό τον άνθρωπο με τον οποίο μοιράστηκες σώμα, καρδιά κι ένα χωρισμό, θα έχει χάσει μια μαγεία. Θα είναι ανάμεσα σε πολλούς γνωστούς κι αγνώστους και θα μοιάζει ίδιος με αυτούς. Θα σου θυμίζει κάτι, αλλά θα είναι ακαθόριστο αυτό το κάτι. Θα φέρνει στο μυαλό κάτι από παλιά συνήθεια, κάτι από φιλί, αλλά άγευστο φιλί. Θα θυμίζει εκδρομές, στιγμές, λόγια, αλλά θα ‘ναι τόσο μακριά για να τα δεις ξεκάθαρα. Θα ξυπνήσει μυρωδιές μα θα μπερδεύονται μες στον πολύ χρόνο που πέρασε και θα ξεθωριάζουν. Και θα ‘χεις ένα χτυποκάρδι που δε θα μπορείς να εξηγήσεις. Αξιοθαύμαστο που δεν ορίζεις την καρδιά.

Εκείνη η μέρα έρχεται χωρίς προειδοποίηση κι όταν είσαι σε θέση πια ν’ αντικρίσεις αυτόν τον άνθρωπο και ν’ αντιμετωπίσεις ώριμα τον εαυτό σου. Όταν νηφάλιος αντιληφθείς όσα σας έδεσαν κι όσα σας χώρισαν. Όταν θα μετράς πιο πολλά αδύναμα σημεία του απ’ τα δυνατά του, όταν τα λάθη του θα τα βλέπεις με γυμνό μάτι, όταν θα κοιτάς ακριβώς αυτό που είναι και δε θα σ’ επηρεάζει κανένα συναίσθημα για να είσαι αντικειμενικός.

Τον είδες μετά από μήνες ή χρόνια και δεν αισθάνθηκες κανένα μεθύσι απ’ τα μάτια του. Ούτε καν έπεσε το βλέμμα σου στα χείλη του κι ας δεν ξεκολλούσε κάποτε. Ούτε καν πρόσεξες πού πήγε και κάθισε όταν μπήκε στο μαγαζί. Ούτε με ποιους ήταν, ούτε καν αν ήταν γκομενοδουλειά. Σου ήταν παντελώς αδιάφορο το χαμόγελο που λάτρευες κάποτε και βασικά δε σ’ ενδιέφερε τίποτα απ’ ό,τι έκανε στη ζωή του. Ούτε που μπορείς να θυμηθείς τις λεπτομέρειες στο κορμί του κι ας κάποτε τις περιέγραφες με απόλυτη ακρίβεια και με τα μάτια κλειστά. Ήταν όλα θολά. Έμοιαζε κάτι απροσδιόριστο από ένα παρελθόν παλιό κι αγύριστο. Αυτό ήταν λοιπόν, τον ξεπέρασες!

Όταν ο έρωτας πάρει τα φτερά του και φύγει, μένει η ψυχρή λογική της πραγματικότητας. Στεγνή και χωρίς χρυσόσκονη. Κάποιοι άνθρωποι στη ζωή μας είναι όσα τους δώσαμε την αξία να γίνουν. Και που χωρίς μαγεία είναι ίδιοι με τους πολλούς κι ασήμαντοι μες στη σημαντικότητα των άλλων.

Κι αν όλα αυτά τα πω πολλές φορές και τα μάθω απέξω, μπορεί και να τα πιστέψω μια μέρα.  Όταν σε δω ύστερα από πολύ καιρό, θα ‘χω ένα ανεξήγητο χτυποκάρδι, θα ‘χω μυρωδιές κι αναμνήσεις θολές. Τόσο θολές που θα σε κατατάξω στο αγύριστο παρελθόν μου. Θα πω πως έχασες τη μαγεία και πως είσαι όσα δε θυμάμαι πια.

 

Συντάκτης: Μαρία Παναγιώτου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη