Πόσες φορές μετά από ένα καυγά ή χωρισμό κάτσαμε να μετρήσουμε τα σπασμένα, να κάνουμε καταγραφή στο στοκ για τα απολεσθέντα, να υπολογίσουμε για πόσα από αυτά πληρωθήκαμε και για πόσα μας χρωστάνε ακόμη;

Δίνεις, δίνεις, δίνεις…και μετά τι; Δεν μπορεί αυτό να μην έχει καμιά χρέωση. Δίνεις γιατί αναμένεις ότι κάποτε, κάπου, κάπως θα πάρεις κι εσύ κάτι. Αν δεν παίρνεις τότε είτε ο άλλος δε θέλε,ι είτε δεν έχει να δώσει, είτε δεν εκλαμβάνει τις θυσίες σου ως προσφορά.

Δε σου παίρνει κανείς τα πάντα αν δεν επιλέξεις να τα δώσεις εσύ. Για να βρίσκεται έναν άνθρωπος στη ζωή σου υπάρχει ο χώρος που του έκανες στο σπίτι, στον καναπέ, στο κρεβάτι σου. Για να βρίσκεται στην καρδιά σου υπάρχει κάτι που παίρνει από σένα. Και για να παίρνει σημαίνει προσφέρεις.

Δεν έχω ακούσει –τουλάχιστον μέχρι σήμερα- κάποιον που να βάζει το μαχαίρι στο λαιμό του άλλου με την απειλή να του δώσει αγάπη, τρυφερότητα, δώρα, θυσίες, συμβιβασμούς. Κι αν ο άλλος δεν τα ζητά τότε σημαίνει ότι αυτόματα η ευθύνη πηγαίνει σ’ εκείνον που θέλει να τα προσφέρει όπως και η ποσότητα, η ποιότητα ή το κόστος που έχουν για τον ίδιο. Σ’ εκείνον που θέλει να επενδύσει στην ίδια τη σχέση όχι στο σύντροφο αυτόν καθ’ αυτόν και αισθάνεται καλά που το κάνει πρώτα για τον εαυτό του και μετά για τον άλλο. Έχει την ελευθερία της επιλογής να το κάνει. Αυτή η ελευθερία στερεί κατευθείαν το δικαίωμα να «χτυπήσουμε» στον άλλο αυτά που του δώσαμε είτε αυτό θα γίνει πάνω σ’ έναν καυγά, χωρισμό ή μια συζήτηση. Από τη στιγμή που το αναφέρουμε ως παράπονο χάνει την ισχύ της η ίδια η προσφορά. Εξάλλου οτιδήποτε κάνουμε και δε λειτουργεί για εμάς τους ίδιους ή αισθανόμαστε πως δεν λαμβάνουμε όσα μας πρέπουν, μπορούμε να επιλέξουμε να μην το κάνουμε πια ή να μην το κάνουμε σε τόσο βαθμό.

Ο άλλος έχει την ελευθερία της επιλογής αν τα προσφερόμενα θα τον κάνουν να αισθανθεί όμορφα ή άσχημα ή ουδέτερα. Η δοτικότητα δεν έχει πάντα την ίδια εκτίμηση από τον άλλον. Εκεί που πιστεύει κανείς πως έχει δώσει σώμα, εαυτό, ψυχή, χρόνο, χρήμα και στους υπολογισμούς του βγαίνει πλην, ο άλλος μπορεί να εκλαμβάνει την προσφορά ως καθόλου ή ως λίγη.

Έχουμε διδαχτεί όλοι διαφορετικούς τρόπους να εκδηλώνουμε την αγάπη μας κι αν αυτός ο τρόπος δεν είναι ίδιος ή παρόμοιος με αυτόν που ο άλλος έχει διδαχτεί τότε παρεξηγείται ή δεν κατανοείται πλήρως.

Φορτώνουμε τους ανθρώπους με προσδοκίες για το τι περιμένουμε από αυτούς συνυπολογίζοντας τα δικά μας προσφερόμενα αγαθά μέχρι που οι αποθήκες μας αδειάζουν και ως έκπληκτοι κοιτάμε πως μαζί με τα υπόλοιπα κουτιά δώσαμε και το κουτί της αξιοπρέπειας. Κανείς δεν το παρήγγειλε κι όμως στο πακετάρισμα έφυγε κατά λάθος με το κουτί της αγάπης, το κιβώτιο των στιγμών, το σακί της υποχώρησης -τα οποία επίσης κανείς δε ζήτησε. Στην τελική τι θα ήταν η προσφορά αν υπήρχε ως απαραίτητη προϋπόθεση η ζήτηση;

Αναζητώντας στο λεξικό την έννοια της λέξης «ανιδιοτέλεια» βρήκα στον ορισμό ότι είναι χαρακτηριστικό του ανθρώπου που οι πράξεις του καθορίζονται από ευγενή κίνητρα και όχι από προσωπικό συμφέρον. Και ερωτώ: Μήπως το γεγονός ότι αναφέρουμε στον άλλο το παράπονο μας για τα όσα δώσαμε στη σχέση, έχει σκοπό να ικανοποιήσει κάποιο προσωπικό μας όφελος; Αν ναι τότε είναι ιδιοτελής η αγάπη, γιατί η συμπεριφορά μας έχει σκοπό να προκαλέσει τις πράξεις του άλλου ώστε να καλύψει κάποια ανάγκη δική μας.

Και ερωτώ ξανά: Γιατί θυμόμαστε ξεκάθαρα όσα δώσαμε, μα ξεχνάμε όσα έδωσε ο άλλος; Πιθανόν αυτό να θέλει να μας απαλλάξει από τις ευθύνες μιας διαφωνίας ή ενός χωρισμού ή του ότι η σχέση δε δουλεύει ανεβάζοντας μας στο βάθρο του θύματος, του δικαιολογημένου και αυτού που εκτίμησε τη σχέση.

Μόνο αν δίνεις ελεύθερα ξέρει ο άλλος ότι είναι αληθινό αυτό που κάνεις κι εσύ σίγουρος ότι σε αγαπούν αν το κάνουν χωρίς να το ζητήσεις.

Όσα κι αν δίνει κανείς αξίζουν. Αυτό λέω εγώ. Γιατί για να δίνονται πάει να πει ότι πρώτα δίνουν σε εμάς την ικανοποίηση της προσφοράς και μετά στον άλλο την απόλαυση των αγαθών που προσφέρουμε.

Τα όσα επένδυσες σε μια σχέση δε χρειάζεται να λεκτικοποιηθούν για να τα αντιληφθεί ο άλλος. Αργά ή γρήγορα θα τα εκτιμήσει με την παρουσία ή την απουσία σου.

Και στις δύο περιπτώσεις θα είσαι νικητής.

 

Συντάκτης: Μαρία Παναγιώτου