Όποια κι αν σε σκεπάζει, θα κρυώνεις. Όποια κι αν σου μιλά δε θα ‘ναι εγώ. Όποια κι αν σ’ αγκαλιάζει δε θα γεμίζεις. Όσα σ’ έκανα να νιώσεις, να κάνεις και να σκέφτεσαι, με καμιά άλλη δε θα τα ζήσεις.
Τώρα πια είσαι κάποιος που συστήθηκα μαζί του, έζησα δυο στιγμές και χαθήκαμε. Χθες όμως, ήσουν κατιτίς παραπάνω. Κόψε ύφος και σταμάτα να μου λες για όσα κέρδισα από σένα. Γιατί θα σου ευχηθώ κάθε φορά που είσαι μαζί της και φέρεσαι έτσι όπως σ’ έφτιαξα εγώ, να το θυμάσαι βασανιστικά. Παραδέξου το να τελειώνουμε. Για τα πιο σημαντικά που έζησες εγώ ήμουν ο λόγος. Κατά βάθος το γνωρίζεις. Χωρίς να σ’ αλλάζω, σε δίδασκα. Χωρίς να σ’ αγγίζω, ωρίμαζες.
Ίσως να έμαθες κι άλλα από μένα που δεν αντιλήφθηκες ποτέ. Όπως το να λες ευχαριστώ, μα θα ξέχασες να το πεις φεύγοντας. Μια μέρα θα το πεις, μια μέρα που δε θα μπορείς να το αρνηθείς ούτε στον εαυτό σου. Και θα ‘ναι εκείνη η μέρα που θα διψάς γι’ αυθεντικούς ανθρώπους δίπλα σου, που θα ψάχνεις αγκαλιά να σε καταλάβει και που θα πεινάς από αγάπη όπως ήταν η δική μας. Θα ‘ναι εκείνη η στιγμή που θα ψάχνεις την αναρχικότητά μου μες τα κατεστημένα σου, το αναίσθητο γέλιο μου μες τη σιωπή του καθωσπρεπισμού σου, τον παλιμπαιδισμό μου μες τα σωστά του κόσμου σου.
Η τρέλα κι η υπερβολή μου σού έμαθαν όλες τις ωραίες λέξεις από άλφα. Αγωνία, απρόβλεπτο, αδρεναλίνη και την πιο σπουδαία, την αγάπη. Κοτζάμ άντρας κι έπρεπε να σου μάθω ότι αξίζεις να αγαπιέσαι, αξίζει και ν’ αγαπάς. Μέσα απ’ τα μάτια μου μπόρεσες να δεις πόσο όμορφος άνθρωπος είσαι. Σταμάτησες να αδικείς το παιδί που κρύβεις μέσα σου και δεν επέτρεπες ούτε στους άλλους να το αδικούν. Σε έμαθα να ντύνεσαι. Όχι με ρούχα. Το γαμάτο στιλ θέλει φορεμένο ένα χαμόγελο και κάτι από προσωπικότητα, τίποτα άλλο. Κι όσο πιο πραγματικά ελεύθερος γινόσουν μαζί μου, όσο πιο αποδεσμευμένος από όσα ορίζουν οι κανόνες ή ο εαυτός σου, τόσο πιο αγαπητός ήσουν και στους άλλους.
Μάθαμε μαζί να λέμε, μα κυρίως να αισθανόμαστε, τη μοναδική φράση που κρύβει μέσα χαρά και λύπη, το «μου λείπεις». Και πως γι’ αυτές τις λέξεις μικραίνει κανείς χιλιόμετρα. Μάθαμε τη σημασία της επικοινωνίας αυτής που ακούς τον άλλον χωρίς να βγάζει λέξη. Να τις τρέμεις αυτές τις σχέσεις που αφήνουν σημάδια ακόμα κι όταν κλείσουν οι πληγές.
Μάθαμε να κρατάμε ο ένας τον άλλον, χωρίς να μας φοβίζει ο γκρεμός. Να ξοδεύουμε χωρίς να ξοδευόμαστε. Να προσφέρουμε χωρίς να μας νοιάζει το αντάλλαγμα. Μάθαμε μες στον κυνισμό του κόσμου να βρίσκουμε ρομαντισμό για δύο. Σ’ έμαθα πως αν δε διεκδικήσεις, χάνεις και χάνεις οριστικά.
Μόνο μ’ έναν άνθρωπο μαθαίνεις να κάνεις έρωτα μέχρι να λιώσεις, να αφήνεσαι να ανακαλύψεις κάθε πιθαμή του κορμιού του. Είναι εκείνος που σε κάνει να τρέμουν μύες του σώματός σου που δε γνώριζες πως είχες, μέχρι εκείνη τη στιγμή. Ο ένας που φιλούσες χωρίς να σε νοιάζουν τα φιλιά που σκορπάς. Αυτόν για τον οποίον όλα τα έδινες φτάνει να ήταν κάπου εκεί κοντά.
Εδώ τα μάθαμε όλα. Μα στο «εκεί» σου φρόντισε να τα θυμάσαι. Ποιος ήσουν και ποιος έγινες. Είναι αχάριστοι οι άνθρωποι, αλαζόνες κι εγωιστές. Τους δίνεις τα πάντα και για τα ίδια «πάντα» σε αδειάζουν, σε πετάνε χωρίς να προσπαθούν καν. Ανθρωπάκια είναι, φτηνές ψυχές και κούφια μυαλά. Μα ένα μόνο με καθησυχάζει, πως καμιά άλλη δε θα πάρει τη θέση μου. Κάθε κοριτσάκι που θα φιλοξενήσεις στο κρεβάτι σου δύσκολα θα σφηνώσει στην καρδιά σου. Την έφτιαξα στα μέτρα μου και δεν μπορεί να χωρέσει άλλη εκεί, μάθε το.
Σου έδειξα πως οι δυναμικοί άνθρωποι στον έρωτα γίνονται αδύναμα παιδιά. Ναι ρε, για μένα μιλάω. Που ως το τέλος συνέχιζα να σου μαθαίνω την ένταση που βγαίνει απ’ το πάθος. Συνέχιζα να σου ξυπνώ το θάρρος να αποκτήσεις αυτό που θες πραγματικά και το θράσος που χρειάζεται αν σου κλέψουν κάτι που σου ανήκει.
Αν τώρα δείχνεις μπινελίκι για να επαναστατήσεις, να σου θυμίσω ποιος σου έμαθε να φέρνεις τα πάνω-κάτω για να πετύχεις το σκοπό. Να μπαίνεις με φόρα στο κενό και να τραβάς ως το τέρμα. Να μη σκέφτεσαι πολύ και να μη φοβάσαι τίποτα απ’ όσα είσαι φτιαγμένος να ηγείσαι. Να βλέπεις δρόμο κι ας είσαι σε έρημο.
Σου έμαθα πως μ’ ένα παγωτό και μια βόλτα ξεκινούν οι μεγάλοι έρωτες. Να αγαπάς την απουσία, σου έλεγα κι ύστερα το επαναλάμβανες κι εσύ. Σου έμαθα πώς μια κιθάρα ένας ουρανός κι ένας άνθρωπος είναι ικανά να γεμίσουν τη ζωή όπως δεν καταφέρνουν χίλια δυο άλλα πράγματα μαζί.
Κι αφού στα έμαθα όλα εγώ, πώς στο διάολο έμαθες να ζεις χωρίς εμένα;
Επιμέλεια Κειμένου Μαρίας Παναγιώτου: Ιωάννα Κακούρη