Υπάρχουν κάποιες στιγμές που συνειδητοποιείς ότι απλώς δε σε χωράει εκεί που βρίσκεσαι. Ότι πρέπει να φύγεις γιατί δε σου αξίζει, σε μειώνει να στριμώχνεσαι και να μη σου κάνουν χώρο. Λαμβάνει ινία η αξιοπρέπεια και σε οδηγεί στο ύψιστο αγαθό που έχει εφεύρει ο χωρισμός, αυτό της απομυθοποίησης.
Στον χωρισμό υπάρχει η πιθανότητα επιστροφής, στην απομυθοποίηση ποτέ. Όταν χωρίζεις υπάρχουν ακόμα προσδοκίες, αισθήματα κι ελπίδες επανασύνδεσης. Στην απομυθοποίηση ούτε προσδοκίες ούτε επιθυμίες ούτε ενθουσιασμός. Κανένα συναίσθημα. Κι αν δεν υπάρχει συναίσθημα, δεν υπάρχει καμιά αξία στο πρόσωπο ή το σώμα ή το χαρακτήρα του άλλου.
Τέλειο φτιάχνουμε κάποιον με την αγάπη που του καρφώνουμε στο κούτελο, την αφοσίωση που του φοράμε και τα μάτια με τα οποία τον κοιτάμε. Έτσι γίνεται πιο ξεχωριστός κι απ’ ό,τι είναι στην πραγματικότητα.
Γι’ αυτό η απομυθοποίηση πονάει παραπάνω κι απ’ τον χωρισμό. Γιατί αυτοί που χάνουν τον μύθο γύρω τους, χάνουν και τη δύναμή τους πάνω στους άλλους. Αλλοιώνεται η εικόνα που είχαν, χάνουν τη μαγεία τους, τη μοναδικότητα και μαζί χάνουν και τους ανθρώπους εκείνους για τους οποίους σήμαιναν το πιο σημαντικό κομμάτι της ζωής τους.
Στον χωρισμό χωράνε δικαιολογίες για τον άλλον. «Εντάξει, μπορεί να δείλιασε», «δεν το θέλε, πιέστηκε», «περνά μια φάση», «θα επιστρέψει». Σφραγίζεις τ’ αυτιά με τα χέρια και σφίγγεις τα μάτια να μη δεις την αλήθεια. Γιατί ακόμα αγαπάς, ελπίζεις κι είσαι ανέτοιμος να απαλλαγείς απ’ τη σχέση. Η αδιάκοπη αναμονή κουράζει και σε ταλαιπωρεί κι ο τέλειος άνθρωπος αρχίζει να ξεθωριάζει και να μην είναι τόσο λαμπερός όπως όταν αγαπούσατε αμοιβαία, να γίνεται όλο και μικρότερος κι όλο πιο άσχημος.
Αν ο χωρισμός κάνει θόρυβο, το ξενέρωμα κάνει πάταγο. Έτσι είναι, η αγάπη χάνεται αν δεν τη φροντίσεις, αν δεν την ταΐσεις με όνειρα, αν δεν τη φιλήσεις με το ίδιο πάθος που σε φιλάει αυτή. Χάνεται κι είσαι ο θάνατός της.
Στην απομυθοποίηση, η αλήθεια είναι τόσο διάφανη που σε κάνει ν’ αναρωτιέσαι γιατί και πώς ήσουν μ’ αυτόν τον άνθρωπο. Τον βλέπεις όπως ακριβώς τον έβλεπαν όλοι γύρω σου, αντιλαμβάνεσαι πόσο ξεκάθαρα φαίνονται οι δειλές συμπεριφορές, οι κούφιες υποσχέσεις. Απομυθοποιείς, από την εξωτερική εμφάνιση μέχρι τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά του.
Γίνεται τόσο περιττός στη ζωή σου που μοιάζει όπως τόσοι άλλοι που πέρασαν και δεν έκατσαν. Ουδέτερος, συνηθισμένος, άχρωμος, αδιάφορος. Κι αυτή η ερμηνεία που δίνεις δεν μπορεί να είναι πιο έγκυρη, πιο αληθινή και συνάμα πιο λυτρωτική.
Όπως βάθρο βάθρο αποθεώνεις τον άλλον, βάθρο και κάτω, τον απομυθοποιείς. Ο εαυτός σου ξεφορτώνει, ξε-βαραίνει, ωριμάζει, απελευθερώνεται. Είναι το χρονικό σημείο που παίρνεις τα φτερά σου να φύγεις και δε σε νοιάζει αν στα τσάκισαν, σε νοιάζει μόνο να αποδεσμευτείς.
Όταν επανειλημμένα απογοητεύεσαι απ’ τον ίδιο άνθρωπο που αγαπάς, όταν τη χρυσόσκονη στην κάνει μαχαιριές και τον έρωτα, αδιαφορία, δεν μπορεί απ’ το να γίνει τελικά ίδιος με τους πολλούς. Σταματάς να πιστεύεις σε δάνεια αγάπης για να συντηρηθεί η σχέση λίγο ακόμα. Το «λίγο ακόμα» δεν ευδοκίμησε ποτέ.
Η μονόπλευρη λαχτάρα είναι μαρτύριο κι ο συμβιβασμός μέσα στην αναμονή σου τρώει την ψυχή κι αναθρέφει την ταπείνωση, την αυτοταπείνωση. Ετεροχρονισμένα μα το συνειδητοποιείς κάποτε. Καμιά σκέψη της ημέρας δεν αφιερώνεται σε ‘κείνον , τα ελαττώματά του παύεις να τα βλέπεις προτερήματα και σταματά να είναι πια προτεραιότητά σου.
Το πιο ενδιαφέρον είναι πως, όσο κι αν έχουμε εξιδανικεύσει έναν άνθρωπο, ο ίδιος μας οδηγεί στην ξενέρα. Με τη στάση του ρίχνει τη μάσκα του ωραίου, βγάζει το ρούχο του καλλωπισμού, με τη συμπεριφορά του πετάει τα παπούτσια της τελειότητας. Γι’ αυτό ο χωρισμός ακόμα κι αν δεν τον πόνεσε, η απομυθοποίηση θα τον προσγειώσει ανώμαλα, απότομα και χωρίς αερόσακο.
Είναι τεράστια η δύναμη να αγαπάς. Και μεγάλος ο πόνος να σε χωρίζουν αν ακόμα αισθάνεσαι. Μα η μεγαλύτερη εκδίκηση είναι η απομυθοποίηση.
Γι’ αυτό, πριν προλάβεις, πρώτη εγώ θα σε απομυθοποιήσω.
Επιμέλεια Κειμένου Μαρίας Παναγιώτου: Πωλίνα Πανέρη