Απλά τα πράγματα. Πιο απλά απ’ όσα έχεις δει σε αισθηματικές κομεντί του σωρού. Τακτικές, μπερδέματα, κρυφά συναισθήματα, άνευ λόγου ταλαιπωρίες και ξεσπάσματα. Κι όλα αυτά για να γίνει το σενάριο πικάντικο, ενδιαφέρον και να δικαιολογεί τις δυο ώρες προβολής στις κινηματογραφικές αίθουσες.
Αυτά συμβαίνουν σε μια εικονική πραγματικότητα. Σ’ εκείνη που ο σκηνοθέτης γράφει «μετά από 2 χρόνια» στο κάτω μέρος της οθόνης και ξανασμίγει τους πρωταγωνιστές για να τους δώσει μια δεύτερη ευκαιρία ή για να τους χωρίσει οριστικά.
Στη ζωή, όμως, το «μετά από 2 χρόνια» δεν είναι σκηνοθετικό εύρημα, αλλά κρύβει πόνο, αστήριχτες ή μη προσδοκίες και σε καθηλώνει στην ελπίδα για ένα όμορφο μέλλον την ίδια ώρα που δε σ’ αφήνει να ζήσεις ό,τι πιο χειροπιαστό έχεις, το εδώ και το τώρα.
Κι έφτασες εδώ επειδή φαντάστηκες ότι παίζεις κι εσύ σε ταινία και σου χρειάζονται τακτικές και βάσανα για να επικυρώσεις τον έρωτά σου. Και σου «σφύριξαν» ότι η εκδήλωση των συναισθημάτων σου ισοδυναμεί με αδυναμία και καταλήγει σε γελοιοποίηση. Πόση βιτρίνα έχει ο κόσμος και πόσο βαρύς ο φερετζές!
Κι έλα τώρα λίγο να μου εξηγήσεις πώς γίνεται μια κοινωνία να σου δίνει το δικαίωμα να βρίζεις χυδαία τον άγνωστο οδηγό μπροστά σου που προβαίνει σ΄επικίνδυνους ελιγμούς και την ίδια στιγμή να σε χαρακτηρίζει αδύναμο όταν ξεστομίζεις την πιο δυνατή φράση, το «σ’ αγαπώ».
Σε βγάζει μάγκα αν φας ξύλο από κανέναν που θα σταματήσει το αυτοκίνητό του να σου κάνει νταηλίκια και σε αποκαλεί «ανθρωπάκι» όταν κάνεις την ψυχή σου, λόγια. Να μπορούσαν όλοι να το κάνουν!
Σου έμαθαν να αμύνεσαι με χίλιους τρόπους και σ’ άφησαν ανεκπαίδευτο στην αγάπη. Σου δίδαξαν με κάθε μέσο να αποσπάς προσοχή και χάδια, αλλά σε φόβισαν ώστε να μην έχει φωνή η δική σου αγάπη και να μη χαρίζει τρυφερότητες.
Λες κι υπάρχει ένα νοσηρό σχέδιο καταδίωξης εναντίον σου κάθε φορά που αφήνεσαι και κάνεις τα λόγια σου να μοιάζουν με το συναίσθημά σου. Κάθε φορά δηλαδή που πράττεις αυθεντικά και πρωτότυπα.
Κι όμως είσαι περήφανος για κάθε φορά που ξόδεψες ένα «σ’ αγαπώ». Και ξέρεις καλύτερα απ’ τον καθένα, ότι όσο τα ξοδεύεις, τόσο σου επιστρέφονται. Ειδικά όταν τα προσφέρεις με ειλικρίνεια.
Δεν υπάρχει αγάπη που να μη ξεγλίστρησε απ’ τα μάτια και να μη φάνηκε λαμπερή σαν ήλιος. Αν την ονόμασες αγάπη είναι το θέμα ή αν την ένιωσες; Αν την υπονόησες είναι το ζήτημα ή αν τη δήλωσες αυθάδικα;
Νιώθεις δυνατός κάθε φορά που μίλησες αγαπημένα λόγια ακόμα κι αν τα λόγια σου δε βρήκαν κάτι ανάλογο εκεί που έφτασαν. Το «σ΄αγαπώ» είναι δική σου υπόθεση, το «μ’ αγαπά» είναι επιλογή άλλου και δική του η ευθύνη να το δηλώσει ή να το μασήσει.
Ξέρεις να δίνεις αγάπη γιατί γνωρίζεις ότι αυτή δε δίνεται ανταλλακτικά. Δε λες το «σ’ αγαπώ» για μια «κι εγώ» απάντηση, αλλά για μια «το ξέρω» που σου γαληνεύει την ψυχή ότι το δώρο σου το είδαν πριν το ξετυλίξεις με λέξεις. Ας βρουν τι να το κάνουν.
Αδύναμος είναι αυτός που κρύβει μέσα σε εγωισμούς ζωές ολόκληρες. Αυτός που βάζει σε αναμονή την ευτυχία γιατί πιστεύει ότι θα τη βρει όταν την ψάξει. Αυτός που ονομάζει το δάκρυ «κάτι μπήκε στο μάτι μου» για να μην μπει κανείς στην ψυχή του. Αυτός που δειλιάζει να ομολογήσει την αγάπη του πρώτος. Αυτός που χτίζει τείχη γιατί δεν ξέρει πώς μοιράζεται η θέα.
Κι αξίζει να μάθεις ότι σ’ έχουν δει να κραυγάζεις αγάπης φωνές και σε καμάρωσαν. Και κάποιες φορές το «σ’ αγαπώ» το πήρες πίσω κι άλλες έμεινε ακάλυπτη επιταγή, αλλά στα μάτια τους ήσουν ήρωας κι ας μη σου το ‘παν. Κι ακόμα κι αν τα μάτια τους σε κοίταζαν με οίκτο που ξεστόμισες τόσο γλυκιά κουβέντα, να ξέρεις σε φοβήθηκαν σαν κάτι δυνατό κι ανίκητο. Άνευ ασπίδας ρίχτηκες στη μάχη.
Κι αν πέρασες τον πόνο του μονόπλευρου, πες τι μπορεί να σε λυγίσει. Τι τάχα να βρεθεί στον δρόμο σου και να τους μοιάσεις λίγος; Δεν πάει ο νους σε τίποτα. Η αγάπη που εξέφρασες φωτιά στ΄αυτιά του άλλου. Και της φωτιάς τη δύναμη τη σέβονται όλοι. Κρίμα αν τους έλειπε αέρας να στην κάνουν πυρκαγιά. Δική τους η έλλειψη.
Κι αν κάποιους στη ζωή αυτή πρέπει να τους λυπάσαι δεν είναι μήτε οι ανήμποροι μήτε οι «τσακισμένοι». Αυτοί έχουν μια δύναμη που ανθρώπου λογισμός δε φτάνει. Είναι εκείνοι που παίρνουν την αγάπη και σου την κάνουνε σιωπή. Δεν έχουν το κουράγιο ούτε άρνηση να φτιάξουν. Τι να τους πεις; «Συγγνώμη που σας χάλασα την ησυχία»; Μπορεί ακόμα κι η τσιμουδιά τους να σου ήταν λατρεμένη. Μα δε θα το μάθουν.
Πιάσε ένα-ένα όλα τα «σ’ αγαπώ» σου και δες αν ένα ήταν ακίνδυνο. Κανένα. Ξέρεις αν σε κάποιον έλειψε ή αν μετάνιωσε που δεν το πήρε; Εσύ από πάνω σου τα πέταξες. Αυτή είναι η δύναμή σου!
Επιμέλεια Κειμένου Βάσιας Δερμεντζοπούλου: Πωλίνα Πανέρη