Όταν λείπεις, δεν μου λείπεις. Δεν φοράω τα ρούχα σου για να σε νιώθω πάνω μου, για να μπορώ να ευελπιστώ στην παρηγοριά της μυρωδιάς σου. Ούτε ελπίζω ότι θα μου την επιστρέψεις σαν να μου ανήκει. Δεν ονειρεύομαι τη βραδινή επιστροφή σου. Όταν λείπεις από το σπίτι δεν με νοιάζει. Δεν σε σκέφτομαι και ούτε αναπολώ την προηγούμενη ημέρα, όπου ένας καφές στο κρεβάτι ήταν ένα βασιλικό γεύμα, με όλες τις ανέσεις και τα αρμόζοντα πρωτόκολλα.
Όταν λείπεις, δεν μετράω τις ώρες να γυρίσεις, ούτε προσπαθώ να γεμίσω το κενό με απασχολήσεις δημιουργικές, με γραφές και ποιήματα. Σιγά! Δε σκέφτομαι ότι μπορεί να μην σου λείπω, ούτε ότι μου κλέβεις κομμάτια που στα δίνω οικειοθελώς και μετά τα θέλω πίσω εις τριπλούν. Ούτε ότι πεισμώνω σαν παιδί που του υποσχέθηκαν μια βόλτα στο πάρκο και μετά το ξέχασαν. Όχι, δεν με νοιάζει. Δεν με νοιάζεις τόσο όσο νομίζεις. Αφήνω τα παπούτσια σου να στέκονται εκεί πεταμένα, και τα ρούχα σου να πολλαπλασιάζονται στις καρέκλες. Τα βιβλία σου ανοιχτά και τα χαρτιά σου σκορπισμένα. Να τα μπερδέψω με την ανακύκλωση και να τα πετάξω, σκέφτομαι. Και αν σου είναι σημαντικά τι με νοιάζει; Αφού στο είπα δεν μου λείπεις. Γιατί δεν το καταλαβαίνεις;
Όταν λείπεις δεν νιώθω καμία εξάρτηση από σένα γιατί απεχθάνομαι τις εξαρτήσεις. Μου αρκεί αυτή στο τσιγάρο μου. Άκου τώρα, στα πίσω-πίσω, να έχω και εξαρτήσεις. Ξέρεις πόσο δούλεψα για να μην έχω εξαρτήσεις; Και τι νομίζεις δηλαδή, ότι επειδή μπαινοβγαίνεις εδώ, εγώ θα αλλάξω και θα τις ξαναφορέσω; Ούτε καν σου λέω. Τι δεν καταλαβαίνεις;
Αφού όταν λείπεις χαζεύω σαπουνόπερες και ειρωνεύομαι τους μεγάλους δραματικούς έρωτες. Απορώ ποιον πάνε να κοροϊδέψουν με όλα αυτά τα γλυκανάλατα ερωτικά σενάρια! Απορώ αν υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που τα πιστεύουν αυτά. Θα έκανε λέει τα πάντα για εκείνον και εκείνος για αυτή. Αλλά πάντα κάτι τους χωρίζει και πάντα παλεύουν να το πολεμήσουν. Και στο τέλος τα καταφέρνουν. Ρε τι είναι αυτά; Σε ποιον αιώνα ζούμε; Σιγά μην μασήσω με τέτοια. Εγώ αυτά, στο είπα, για πλάκα τα βλέπω. Έτσι, για να περάσει η ώρα να πάει πέντε, την ώρα που όλοι σχολάνε από τις δουλειές τους κι έρχονται στα σπίτια τους.
Όταν λείπεις ούτε καν σκέφτομαι να μαγειρέψω για να σε περιμένω όταν θα επιστρέψεις. Τι δηλαδή πιστεύεις, ότι επειδή σου αρέσουν τα ζυμαρικά εγώ θα πάω στο σουπερμάρκετ να αγοράσω τα αγαπημένα σου; Ή αν δεν τα έχει το ένα να πάω σε όλη τη γειτονιά για τα βρω; Ή ότι θα βάλω φρέσκο μοσχοκάρυδο γιατί το άλλο είναι λίγο άγευστο; Λυπάμαι αλλά εγώ δεν τα κάνω αυτά.
Όταν λείπεις με κοιτάζω στον καθρέπτη και δεν σκέφτομαι ότι τα μαλλιά μου σου αρέσουν ίσια και ούτε θα καθίσω με τις ώρες να τα φτιάξω. Δεν θα χάσω το χρόνο μου με ανούσιες επιπολαιότητες. «Σε όποιον αρέσουμε» λέω. Όλα και όλα.
Όταν λείπεις βάζω μουσικές που αρέσουν σε μένα και όχι επειδή μου τις έμαθες εσύ. Εγώ τις ήξερα και από πριν εσένα, απλώς τυχαίνει να σου άρεσαν και εσένα. Απλές συμπτώσεις είναι αυτές, μην μπερδεύεσαι με ρομαντισμούς και συνδέσεις εδώ. Τι και αν σκεφτόμαστε τις ίδιες; Στο είχα ξαναπεί, αυτά είναι παιδιάστικοι ρομαντισμοί και εξιδανικεύσεις. Δεν βλέπω κάτι ποιητικό εδώ.
Όταν λείπεις, ανακουφίζομαι στην μοναξιά και στην ησυχία του σπιτιού. Μου αρέσει που δεν με ενοχλείς με τις άπειρες ερωτήσεις σου για το ένα και το άλλο και το συνεχές σου ψάξιμο για ό,τι κινείται. Είναι κουραστικό να πρέπει συνέχεια να κάθομαι και να συζητάμε τα πάντα. Ειδικά αυτό το κομμάτι με τα υπαρξιακά σου ερωτήματα. Τι νομίζεις, ότι με αφορούν; Ή ότι με γοητεύει το ότι έχουμε τις ίδιες ανησυχίες; Ότι μας νοιάζει αυτός ο κόσμος και το πού πάει; Και το πώς σχετιζόμαστε εμείς με το σύνολο; Και όλες τις απογοητεύσεις που φέρνουν τα όνειρά μας που διαψεύστηκαν και τις ματαιώσεις που μας κομμάτιασαν; Όλα αυτά με αφήνουν παγερά αδιάφορη.
Όταν λείπεις, δεν μου λείπει τίποτα. Δεν νιώθω κανένα κενό, ούτε θέλω να σε πάρω τηλέφωνο να σου πω πόσο τυχερή είμαι που υπάρχεις στη ζωή μου. Για όσο. Ούτε πόσο σπάνιο είναι δυο άνθρωποι τόσο φοβισμένοι και φορτωμένοι με τόσες ζωές, όσο εμείς, να μπορούμε να βρίσκουμε ένα ξέφωτο συνύπαρξης. Σιγά το πράγμα.
Όταν λείπεις, λέω ψέματα στο εαυτό μου.