«Η αγάπη δεν είναι μπακάλικο. Nα μετράς τι έδωσες εσύ. Τι εγώ. Τι ο άλλος.

Ή δίνεις από την ψυχή σου και βγάζεις τον σκασμό. Ή κάτσε στη γωνίτσα σου και μέτρα τι δεν πήρες.»

Ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος από συγκρούσεις. Είναι μέσα στην ανθρώπινη φύση αυτή μάχη με το σκοτάδι και το φως. Το θέμα είναι τι θα επιλέξουμε να ποτίσουμε.

Από τη μία αυτή η φράση της Αλκυόνης Παπαδάκη και από την άλλη ο εγωισμός του «μετά». Οποιουδήποτε «μετά». Η απώλεια ούτως ή άλλως είναι μια καθαρά προσωπική υπόθεση.

Δύο αντίρροπες δυνάμεις, η καθεμία άξια και δυνατή που αντιμάχονται για την πρωτιά. Και οι δύο με δόκιμα επιχειρήματα, που σαν τις σειρήνες θα προσπαθήσουν να σε πάρουν με το μέρος τους.

Από τη μία η ομορφιά και η τρυφερότητα των συναισθημάτων που ένιωσες και μοιράστηκες.

Από την άλλη τα αναπάντητα ερωτήματα, η δίψα του να πατσίσεις, να βγεις και από πάνω αν γίνεται.

Και μπορεί να δικαιούσαι να είσαι θυμωμένος, όμως ξέρω και το εξής, η ικανοποίηση του να τα πεις, να ταπώσεις, να μην σε περάσουν και για μαλάκα βρε αδερφέ, είναι σαν την τσιχλόφουσκα. Είναι γλυκιά μόνο στα πρώτα της πέντε λεπτά. Μετά σκληραίνει, γίνεται ένα ανυπόφορο αμάσητο πράγμα που θέλεις να φτύσεις.

Υπάρχει νομοτελειακή συνέπεια εδώ: ό,τι δίνεις θα λάβεις.

Βγάζεις το σκασμό ή μετράς τι δεν πήρες;

Ο εγωισμός ούτως ή άλλως θα φρικάρει. Αλλά όσο εγωιστική είναι η ανάγκη να πατσίσεις, άλλο τόσο είναι και η αδιαφορία για το θέλημα του άλλου. Το έχω ζήσει, το έχεις ζήσει και πιθανόν να το ξαναζήσουμε.

Η απόφαση του πώς θα διαχειριστείς το μετά, θα κριθεί από το τι θέλεις να θυμάσαι στο τώρα και στο πάντα. Βλέπεις υπάρχουν καταστάσεις στις ζωές όλων μας που έχουν και το κάτι άλλο, το λίγο παραπάνω, αυτό που σε κάνει να θέλεις να κάνεις την υπέρβαση.

Η αγάπη και ο έρωτας λοιπόν σε μάχη.

Γιατί ο έρωτας δεν ξέρω αν είναι μπακάλικο, αλλά είναι σίγουρα εγωιστής, κτητικός, ανασφαλής και ανταγωνιστικός. Έχει και την πλάκα του δε λέω. Αλλά κρατάει λίγο. Η αγάπη πάλι όχι. Αυτή δε δέχεται δεσμά, άν το κάνει, πολύ απλά χάνει. Είναι άχρονη και σε απελευθερώνει.

Ίσως να ταυτιστείς ή να το θεωρείς άκρατο ρομαντισμό όλο αυτό, αλλά να θυμάσαι ότι η αγάπη αγαπάει τις κρυμμένες γωνίτσες, το ημίφως, την απομόνωση.

Το τι μοιράστηκα μαζί σου είχε χρώματα, αισθήσεις, συναίσθημα, μοίρασμα, αποτσίγαρα και τεκίλες. Αυτό που δημιουργήθηκε είχε ενέργεια και δυναμική, καύλα και άφημα. Αυτό και μόνο αξίζει για να μην το ξεφτιλίσω.

Είναι πολύ δελεαστικό το δίλημμα. Το ξέρω. Γιατι όλοι μας θέλουμε με κάποιο τρόπο να έχουμε κερδίσει. Αλλά τι σημαίνει κερδίσω και χάνω όταν μιλάμε για αγάπη και ανθρώπινες σχέσεις; Πάλι αυτά τα δύο είναι αμοιβαίως αποκλειόμενα.

Ίσως πολλές φορές η σκοτεινή πλευρά να νικάει, αλλά σκέφτομαι ότι είναι η νίκη του λιγότερου αγαπησιάρικου, μειονεκτικού εαυτού μου. Αυτού που δεν θέλω πραγματικά να δώ. Αλλά υπάρχει και τον καλωσορίζω, γιατί μόνο έτσι θα τον ξορκίσω.

Έρχεται και στρογγυλοκάθεται στον καναπέ μου, τον κερνάω γλυκό του κουταλιού και μου μιλάει για ψευδαισθήσεις, εξαπατήσεις, έλλειψη ορίων, θυματοποίηση. Τον ακούω και ξέρω ότι σε πολλά έχει δίκιο. Μου θυμίζει και κάτι πολύ οικείο, κάποιον φίλο μου που στο βωμό του «καψίματος» μου επαναλαμβάνει «μην είσαι τόσο ρομαντική ρε συ, θα γίνεις μαλάκας».

Στιγμιαία θέλω να τον αγκαλιάσω και να τον αφήσω να μου κάνει μονίμως παρέα. Αλλά πάλι κάτι δεν με αφήνει. Προτιμώ το μαλάκας.

Ίσως γιατί αυτό είναι πιο αυθεντικό απο την αναγωγή της αγάπης σε πεδίο μάχης. Τους ξέρω τους κανόνες του παιχνιδιού και βαριέμαι να τους παίξω. Είναι σικέ ρε παιδί μου. Δεν έχει πλάκα, γιατί βλέπεις άλλο παιχνιδιάρικο και άλλο παιχνίδι.

Και όχι δεν μιλάω για άκρατη ανιδιοτέλεια, ούτε αυταπάρνηση και αυτοθυσία στα όρια της αυτοκαταστροφής και της αφέλειας.

Αλλά για σεβασμό σε κάτι που όπως και να έχει άξιζε. Το πώς και το γιατί ας το αποφασίσει ο καθένας μόνος του, στη δική του γωνίτσα απολογισμού, με τσιγάρο και τεκίλα.

Στην υγειά μας.

 

Συντάκτης: Μαρία Αγοραστού