Η έννοια του Πατερναλισμού ορίζεται ως «η, υπό το πρόσχημα της προστασίας, άσκηση πολιτικής που στοχεύει στον έλεγχο και την κυριαρχία επί των πολιτών». Ο Πατερναλισμός μπορεί να πάρει πολλές μορφές σε κάθε σύστημα και σε κάθε επίπεδο. Η ουσία του όμως παραμένει η ίδια, η οποία είναι η οποιασδήποτε μορφής εξουσία, από ένα «δυνατό» σε έναν πιο «αδύναμο» κρίκο της.
Όπως και κάθε μορφής ιδεολογία, έτσι και ο Πατερναλισμός μπορεί, και έχει, χρησιμοποιηθεί και σε συνειδητό και σε ασυνείδητο επίπεδο. Η συνεχής του παρουσία, έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη μιας τάσης να ψάχνουμε πάντα έναν «μπαμπά» να μας σώσει. Και ο οποίος βέβαια, θα αναλάβει τις ευθύνες αυτού του σωσίματος. Ο πυρήνας μια τέτοιας αντίληψης, εκτός του ότι βασίζεται σε παρωχημένες Χριστιανικές ιδεοληψίες, εμπεριέχει και κάποια κριτήρια συμμόρφωσης ως προς το πώς «πρέπει» να είναι κάποια πράγματα όσον αφορά την ηθική ή μη υπόσταση του κοινωνικού γίγνεσθαι.
Κάπως έτσι πιστεύω, ένα μεγάλο μέρος της Ελληνικής κοινωνίας αντιμετωπίζει πολλά πράγματα, όπως για παράδειγμα σκάνδαλα καλλιτεχνών, βάσει των οποίων κρίθηκαν οι μέχρι τότε καριέρες τους. Δε θα μπω σε λεπτομέρειες και συγκεκριμένα ονόματα, αλλά όλοι γνωρίζουμε για γεγονότα, όπου πολύ γνωστοί και αξιόλογοι καλλιτέχνες καταδικάστηκαν κυριολεκτικά στην αφάνεια, επειδή ήρθαν στην επιφάνεια πράγματα που αφορούσαν κυρίως την προσωπική και σεξουαλική τους ζωή.
Και δε μιλάω για σκάνδαλα όπου ο ποινικός κώδικας δεν ήταν αρκετός για να τα συμμαζέψει, αλλά για πράγματα όπου δυο ενήλικες μοιράστηκαν και συμφώνησαν να μοιραστούν, είτε αυτό είναι ο σεξουαλικός τους προσανατολισμός, είτε κάποια σχέση με μεγάλη διαφορά ηλικίας, είτε μια σεξουαλική τους ενασχόληση που δεν παρέβαινε κάποιους ποινικούς κανόνες, παρά μόνο τους υποκειμενικούς ηθικούς κανόνες μιας κοινωνίας όπου ζει και αναπνέει μέσα σε ένα πατερναλιστικό και εντελώς διαστρεβλωμένο πλαίσιο Χριστιανικής ηθικής.
Είναι πραγματικά θλιβερό, το πώς συμπεριφορές στις οποίες εμείς οι ίδιοι αναμφισβήτητα θα εμπλεκόμασταν πίσω από κλειστές πόρτες, όταν αφορά κάποια άλλα πρόσωπα κατευθείαν μπαίνουμε σε μια διαδικασία σταυρώματος και τους καταδικάζουμε. Λες και είμαστε οι ύψιστοι κριτές ενός τάγματος ηθικής, μιας σταυροφορίας στο να προστατεύσουμε αυτά που έχουμε ορίσει ως θέσφατα και τα οποία θέσφατα, ούτε καν τα έχουμε εξετάσει ποτέ, ούτε έχουμε αναρωτηθεί ποιανού είναι και γιατί τα έχουμε υιοθετήσει ως στάση ζωής.
Αντιδρούμε σπασμωδικά στο διαφορετικό, στη διαφορετικότητα των άλλων. Ίσως γιατί υποσυνείδητα, μας υπενθυμίζει δικές μας τρωτές πλευρές που δε θα θέλαμε να δούμε. Γιατί μέσα από όλα αυτά, βλέπουμε τη δική μας μεμπτή και εύθραυστη φύση και πρέπει να αναλάβουμε τη ευθύνη αυτής μας της πλευράς. Αν το κάνουμε, θα είμαστε εμείς μόνο υπεύθυνοι για την ελευθερία μας και κανένας άλλος. Γιατί ελευθερία χωρίς ευθύνη, δε γίνεται. Εμείς όμως έχουμε συνηθίσει στον «μπαμπά», στον σωτήρα, είτε αυτό λέγεται θρησκευτική ηθική, όπου τα διδάγματα της ερμηνεύονται κατά το δοκούν, είτε κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι.
Και κάπως έτσι αναπαράγουμε έναν στείρο συντηρητισμό με το πρόσχημα μιας ηθικά σωστής κοινωνίας, ενώ ήδη γνωρίζουμε και εμείς οι ίδιοι πως κάνουμε προβολές πάνω στους άλλους, δεν αποδεχόμαστε την ίδια μας τη φύση, και γινόμαστε οικειοθελώς τα πρόβατα που θα τα πάει ο ίδιος ο βοσκός για τη σφαγή. Μέσα από μια στείρα άρνηση να δούμε αμερόληπτα ένα θέμα, όπως αυτό των καλλιτεχνών και των σκανδάλων τους, πείθουμε τους εαυτούς μας ότι έχουμε αξίες και ιδανικά που εκείνοι δεν έχουν. Και δεν είναι ειρωνικό, ότι παρότι δηλώνουμε υπέρμαχοι μιας χριστιανικής ηθικής, το κομμάτι της συγχώρεσης και της κατανόησης, της ανεκτικότητας, της ποικολομορφίας, της αγάπης , ούτε καν τα βάζουμε στο πλαίσιο αναφοράς μας;
Εκτός κι αν αφορά μόνο εμάς. Τότε θα ξεσηκωθούμε και τα υπόλοιπα γαργάρα. Άντε να ξεκολλάμε σιγά-σιγά.
Επιμέλεια Κειμένου Μαρίας Αγοραστού: Σοφία Καλπαζίδου