«Λυπάμαι που θα στο πω, αλλά ο ρομαντισμός έχει πεθάνει»
Πόσο τραγικό!
«Οι άνθρωποι σήμερα, προσεγγίζουν τις σχέσεις σαν να είναι επιχείρηση, συνεταιρισμός, σαν συμφωνία όφελους και ζημιάς»
«Δεν το βλέπω έτσι, ο ρομαντισμός δεν έχει πεθάνει»
«Και μετά όλα είναι μια παρέλαση, ένα παιχνίδι υποκρισίας, δεν ξέρεις αν πας ή αν έρχεσαι. Σα να στέκεσαι καταϊδρωμένος στη μέση μιας μάντρας μεταχειρισμένων αυτοκινήτων και να απαριθμείς τα υπέρ και τα κατά. Και να λες στο τέλος, οκ, υποθέτω αυτό μου κάνει»
«Ξέχνα τον ρομαντισμό για λίγο. Επειδή διαφωνώ μαζί σου. Και πες μου μόνο αυτό. Τι σου λέει το ένστικτο σου; Aυτή η πρώτη απάντηση που βγαίνει έτσι αυθόρμητα, ποια είναι;»
Με κοίταξε μπερδεμένος. Άρχισε να μετακινείται στην καρέκλα του άβολα.
«Δεν ξέρω αν μπορώ να το απαντήσω αυτό…»
Τον παρατήρησα. Παρατήρησα αυτό το μπερδεμένο και εύθραυστο της ύπαρξης μας.
Η ανθρώπινη κατάσταση δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα συνονθύλευμα προσμονής, φόβων, ανασφαλειών, αναμονής και όλα αυτά παγιδευμένα σε ένα κουτάκι ψεύτικης περηφάνιας που έχουμε ονομάσει «πισινή». Τι κρίμα, πραγματικά. Δηλώνω το ίδιο ένοχη.
«Δεν ξέρω αν μπορώ να το απαντήσω, πιστεύω ότι μέχρι τώρα έχω κάνει πολλά, και δεν νομίζω ότι είναι διατεθειμένη να με συναντήσει ούτε καν στα μέσα της διαδρομής. Το έχω ξανακάνει, και δεν έχει νόημα, έφαγα τα μούτρα μου»
«Ξέρω ότι ακούγεται λίγο κλισέ και βαρύγδουπο, αλλά δεν υπάρχει καμία σχέση που να έχει τον ίδιο βαθμό αμοιβαιότητας, ακριβώς την ίδια στιγμή. Πάντα κάποιος θα δίνει λίγο παραπάνω και οι ρόλοι αυτοί θα εναλλάσσονται, έτσι υπάρχει και μια βασική ισορροπία»
«Το ξέρω μωρέ αυτό, αλλά είμαι στα μέσα, αν θέλει ας έρθει να με βρει εκεί»
«Ξέχνα τα μέσα ρε παιδάκι μου, εσύ μπορείς να πας όλη τη διαδρομή για πάρτη της;»
Πόσο απελπιστικά ρομαντικό αυτό από την πλευρά μου. Και όμως το εννοούσα με κάθε κομμάτι της ύπαρξης μου.
Με κοίταξε σα να έβλεπε τον πιο μαζοχιστή άνθρωπο του κόσμου. Πώς τολμάω να προτείνω την παντελή παράδοση σε κάτι που οι περισσότεροι θεωρούν ουτοπία, κάψιμο, χάσιμο εαυτού;
«Ναι, μπορώ, αλλά δεν θα το κάνω. Τα πράγματα είναι απλά, αν ήθελε θα ερχόταν. Και δεν θέλει. Έτσι είναι ρε εσύ, ή θέλεις και έρχεσαι ή δεν θέλεις και την κάνεις, τελεία και παύλα. Και εγώ αν όντως ήθελα θα ήμουν εκεί τώρα, κάτω από το σπίτι της. Δεν ξέρω ρε συ μάλλον δεν είναι ο τύπος μου, είναι όλα διαφορετικά με αυτή, άστο μαλακία»
Νάτη η μεγαλύτερη αδικία που κάνουμε στον έρωτα. Εδώ μπροστά μου.
Τον υπεραπλουστεύουμε.
Όμως τίποτα δεν είναι απλό όταν υπάρχει ουσία. Ουσία δεν σημαίνει βαρύ και σοβαρό, αλλά βαθύ και αληθινό. Ακόμη και αν διαρκέσει ένα μήνα. Πολλές φορές πιπιλάμε το «τα πράγματα είναι απλά: θέλω και είμαι, δεν θέλω και δεν είμαι». Παραμυθιάσματα που κάνουμε οικειοθελώς στον εαυτό μας, μπας και βρούμε ένα άλλοθι για τη δειλία μας.
Το αξίωμα τα πράγματα είναι απλά, θα το δεχτώ μόνο όταν μιλάμε για σχέσεις που έχουν ένα καθαρά ξεκάθαρα σεξουαλικό περιεχόμενο, χωρίς περαιτέρω υποχρεώσεις και δεσμεύσεις.
Οποιαδήποτε άλλη σχέση που ενέχει έστω και το μίνιμουμ μοίρασμα και επικοινωνία δεν είναι και δεν θα είναι ποτέ απλή. Και αυτή είναι η ομορφιά του ρομαντισμού. Στο μπερδεμένο, σε αυτό που πάντα θα σου ξεφεύγει, στο μη-διαχειρίσιμο. Στο να μην μπορείς να καταλάβεις το γιατί, αλλά να συνεχίζεις να το σκέφτεσαι, να το θέλεις, να το ποθείς.
Πόσο μα πόσο άδικο να αφήνουμε τον ρομαντισμό ανεξέταστο. Έστω και αν τον υπεραναλύσουμε, πάλι καλύτερο είναι από τον να τον μειώσουμε στην πολικότητα «θέλω- δεν θέλω».
Περισσότερο από το να χάσουμε τον εαυτό μας στο κυνήγι του ρομαντισμού, φοβόμαστε το να ανακαλύψουμε αυτό που κρύβεται για εμάς πίσω από τα τείχη που οι ίδιοι έχουμε χτίσει για τον εαυτό μας. Μπορούμε λοιπόν να σταθούμε εκεί με την καρδιά στο μανίκι και να διεκδικήσουμε αυτά που θέλουμε; Μπορούμε να δεχτούμε να παραμερίσουμε έστω και προσωρινά τα προστατευτικά αξιώματα, που έχουμε τόσο πειστεί ότι στέκουν και να τολμήσουμε το βήμα παραπέρα; Και τι συναρπαστική περιπέτεια να πάμε παραπέρα, να ανακαλύψουμε και αυτή μας την πλευρά.
Τα βαρίδια του παρελθόντος τα κουβαλάμε σαν πολύτιμα πετράδια γύρω από το λαιμό μας ή σαν αλυσίδες σκλαβιάς;
Η αδιαμφισβήτητη ισορροπία στις σχέσεις μας είναι να μπορούμε να δώσουμε χωρίς περιορισμούς, να ρισκάρουμε και να ελπίζουμε ότι ο παραλήπτης δεν θα το χρησιμοποιήσει όλο αυτό εναντίον μας. Να μπορούμε να δίνουμε και να μην νιώθουμε ότι αυτό που δώσαμε μας άφησε ένα ανεκπλήρωτο κενό. Δίνουμε γιατί έχουμε και ξέρουμε ότι ανά πάσα στιγμή θα ξαναγεμίσουμε. Αλλά πόσο φοβόμαστε να δώσουμε με το ντεπόζιτο να αδειάζει;
Και όμως, ίσως μόνο αυτή η υπέρβαση θα το ξαναγεμίσει.
Ρομαντικό δεν είναι το λουλουδικό και οι σοκολατίτσες, ούτε οι αμοιβαίες υποσχέσεις περί δέσμευσης και παντοτινής αφοσίωσης. Ρομαντικό είναι να είμαστε διατεθειμένοι ακόμη και κάτω από συνθήκες φόβου να κάνουμε την υπέρβαση εαυτού και να δούμε και τι στο διάολο έχουμε εκεί πίσω από τα τείχη μας. Να πάμε όλη τη διαδρομή για πάρτη του/της, ακόμη και αν φάμε τα μούτρα μας, ακόμη και αν αυτή/oς δεν είναι αυτό που έχουμε τσουβαλιάσει ότι είναι ο «ένας».
Ο ρομαντισμός δεν είναι στόχος, δεν είναι σκοπός που πρέπει να κατακτηθεί και μετά να αράξουμε περήφανοι, ότι εντάξει το κατακτήσαμε και αυτό, σαν να έχουμε το βαλσαμωμένο κεφάλι του λιονταριού στον τοίχο τους σαλονιού μας. Δεν είναι αντικείμενο προς επίδειξη, ούτε στόχος προς κατάκτηση.
Είναι τρόπος ύπαρξης, οδηγός επιβίωσης, μέσο διαχείρισης.
Είναι το συνεχές ταξίδι μας πίσω από τα τείχη μας και η πίστη ότι ίσως εκεί πίσω από αυτά θα βρούμε κάτι αξιόλογο για εμάς πάνω από όλα, και μετά για τον άλλο/η.