Κάθε αποχωρισμός γεννιέται από τη βιωματική εμπειρία της σύνδεσης και της σχέσης και κάθε σχέση δημιουργείται από το συναίσθημα.
Η πρώτη αίσθηση της ύπαρξης χρειάζεται να χρωματιστεί με την αίσθηση της ασφάλειας και της προστασίας , που σηματοδοτούν την εμπειρία της σύνδεσης με τη μητρική μορφή, και εκφράζονται με την άμεση ανταπόκριση της μητέρας στις ψυχοσωματικές ανάγκες του πλάσματός της, την απεριόριστη αγκαλιά και το χάδι της.
Η αγκαλιά παραπέμπει στην ενδομήτρια ζωή, ανακουφίζει από εσωτερικό άγχος, ηρεμεί και βάζει ένα σημαντικό λιθαράκι στην απαραίτητη εμπειρία της σύνδεσης. Η αντίστροφη διαδικασία πλαισιώνει και το άγχος αποχωρισμού και τη βιωματική εμπειρία του.
Πριν από τον αποχωρισμό, υπάρχει η σύνδεση που γεννιέται στην διάρκεια της κύησης και χρωματίζει την πρώτη αίσθηση της ύπαρξης. Η αρχή των συναισθημάτων ανάμεσα στη μητέρα και το έμβρυο οδηγεί στον πρώτο αποχωρισμό: τη γέννηση.
Οι πρώτοι 6 μήνες της ζωής του μικρού ανθρώπου, είναι η περίοδος της προσαρμογής του στην καινούργια πραγματικότητα. Η περίοδος αυτή δημιουργεί την απαραίτητη ανάγκη της προσκόλλησης. Είναι ανάγκη του νεογέννητου ανθρώπου να νιώθει προσκολλημένος στην μητέρα του. Με αυτόν τον τρόπο αφενός γεμίζει την πρώτη αίσθηση του εαυτού του (της ύπαρξης του) με σταθερότητα, που δημιουργεί ασφάλεια και εμπιστοσύνη και αυτές οι βιωματικές εμπειρίες γίνονται η αφετηρία για την γέννηση συναισθημάτων που τον ενδυναμώνουν, και αφετέρου προετοιμάζεται για τον δεύτερο συμβολικό αποχωρισμό: αυτόν που πραγματώνεται στους 6-7 μήνες της ζωής του.
Το πρώτο άγχος αποχωρισμού στη συγκεκριμένη ηλικία δεν είναι τόσο έντονο όσο η κορύφωσή του, που είναι γύρω στους 18 μήνες.
Τους πρώτους 6 μήνες, η ανάγκη του μικρού ανθρώπου περιστρέφεται γύρω από την ψυχοσωματική του επιβίωση που η αφετηρία και το τέλος αυτής είναι η μητέρα του. Κάθε μέρα που περνάει, κάθε λεπτό που βιώνει την εκπλήρωση των ψυχοσυναισθηματικών αναγκών του, βαδίζει ταυτόχρονα προς το πρώτο άγχος αποχωρισμού. Αλλά οι πρώτοι 6-7 μήνες είναι πολύ μικρό διάστημα ζωής για να σοκαριστεί από το άγχος αποχωρισμού και να το εκφράσει.
Μέσα του κυριαρχεί η ανάγκη να προσαρμοστεί στην καινούργια του πραγματικότητα, να σταθεροποιηθεί σε αυτήν και να νιώθει καλά στην ύπαρξή του.
Η κορύφωση του άγχους αποχωρισμού είναι γύρω στους 18 μήνες, 12 μήνες μετά το πρώτο άγχος αποχωρισμού. Οι εσωτερικές ψυχικές διεργασίες είναι σε άνθιση, η σταθεροποίηση συνεχίζει να εξελίσσεται και έρχεται ένα από τα πιο βασικά εξελικτικά στάδια: η συνειδητοποίηση ότι αποτελεί ξεχωριστή οντότητα από τη μητέρα του.
Η συνειδητοποίηση του βρέφους ότι αποτελεί ξεχωριστή οντότητα από τη μητέρα του είναι σοκαριστική γιατί αφενός η ανάγκη για να εξελιχθεί ως ξεχωριστή οντότητα συγκρούεται με την «απώλεια» που νιώθει ότι πρέπει να βιώσει για να εκπληρωθεί η φυσιολογική εξελικτική διαδικασία της «αυτονομίας». Η εσωτερική σύγκρουση αγχώνει ψυχικά το βρέφος και εκφράζεται με λεκτικές και συμπεριφορικές αντιδράσεις.
Οι εσωτερικές συγκρούσεις είναι δύσκολες να τις διαχειριστούμε ακόμη κι εμείς ως ενήλικες, φανταστείτε λοιπόν τι δύσκολο είναι για ένα βρέφος 18-20 μηνών που είναι και η πρώτη φορά που βιώνει κάτι τόσο έντονο.
Η έννοια της οντότητας είναι πολύπλευρη και περικλείει άλλες όπως το συναίσθημα, η σύνδεση, η σχέση, η αλληλεπίδραση με το περιβάλλον, η συνειδητοποίηση, οι εσωτερικές συγκρούσεις (και πολλές άλλες που δεν χρειάζεται να αναφερθούν τώρα).
Με άλλα λόγια, ο μικρός άνθρωπος έρχεται αντιμέτωπος με πολύ βαθιές ανθρώπινες και υπαρξιακές βιωματικές εμπειρίες «οπλισμένος» μόνο με το συναίσθημα και τη μητέρα του.
Μιλάω για το συναίσθημα γιατί στην ηλικία των 18 μηνών, δεν υπάρχουν αμυντικοί μηχανισμοί, αλλά υπάρχει μόνο το βίωμα. Για την ύπαρξη του μικρού ανθρώπου, η συνειδητοποίηση ότι αποτελεί ξεχωριστή οντότητα από τη μητέρα μου, βιώνεται ως αποσύνδεση από την πρωταρχική κατάσταση που έχτισε και συναισθάνθηκε τον «εαυτό» του.
Βάζοντας λόγια στην ψυχή του, αυτά θα έλεγε:
Μέσα από σύνδεση, ξεκίνησα, εξελίχθηκα, συναισθάνθηκα, βίωσα και έχω υπάρξει. Οδηγός μου στην αρχή της ζωής μου και στην αίσθηση μου είσαι εσύ, η μητέρα μου. Και τώρα φτάνω σε ένα πολύ απαραίτητο για την εξέλιξή μου στάδιο, αλλά το άλμα μου προς την εξέλιξη σφραγίζεται από τον αποχωρισμό και προκύπτει διαμέσου αυτού. Εκτός από αυτό, έρχομαι αντιμέτωπος με την εξελικτική μου ανάγκη να ανακαλύψω εμένα μετά από την συνειδητοποίηση ότι είμαι ξεχωριστός από εσένα. Βοήθησέ με να συνυπάρξω με πρωτόγνωρα συναισθήματα και να επιβιώσω μέσα σε αυτά.
Επάνω σε αυτή την κρίσιμη ψυχική κατάσταση η πιο ουσιαστική βοήθεια είναι και πάλι η ανακούφιση. Στην κορύφωση του άγχους αποχωρισμού δεν προσπαθούμε να τον οδηγήσουμε να βιώσει μόνος του την απώλεια για να ανεξαρτητοποιηθεί, αλλά συνεχίζουμε να του παρέχουμε ψυχική ασφάλεια και ανακούφιση με την παρουσία μας, την αγκαλιά μας, το χάδι μας (σωματική, μη λεκτική επικοινωνία που δίνει μορφή στην έννοια της αγάπης στα μάτια του μικρού ανθρώπου) κι έτσι μέσα ξανά από την αλληλεπίδρασή μας συνεισφέρουμε για πιο ομαλό αποχωρισμό. Και μετά έρχεται η αρχή του εξελικτικού σταδίου της ανεξαρτητοποίησης, που είναι μια πορεία που χρειάζεται να διανύσει ο μικρός άνθρωπος για να αποχωριστεί το πρώτο σημείο αναφοράς της ύπαρξής του: τη μητέρα του.
Είναι η βιωματική διαδικασία που εκφράζει την ανάγκη να αποχαιρετήσει την πρώτη λίμνη συναισθημάτων και να μπει στην αναγκαία έκφραση της καινούργιας, αλλά ήδη υπάρχουσας, πλευράς της ύπαρξής του, την πιο ανεξάρτητη. Την πλευρά που έχει δημιουργηθεί από την αλληλεπίδρασή του με τη μητέρα του, αλλά δεν πραγματώνεται πια μέσα από αυτήν.
Είναι μια υπαρξιακή και ψυχική κατάσταση που όσο μεγαλώνει ο μικρός άνθρωπος μπορεί να διαχειρίζεται εσωτερικές συγκρούσεις και ματαιώσεις χωρίς να καταρρέει. Μπορεί να δημιουργεί και να βιώνει βαθιές σχέσεις, να εκτίθεται και να έχει μια υγιή εικόνα του εαυτού που δεν απειλείται από τα μάτια των άλλων. Να παραμένει ενσυναισθητικός και ταυτόχρονα να μην τον καταπίνει η ευαισθησία του.
Με άλλα λόγια, να μπορεί να ξανασηκώνεται κάθε φορά που πέφτει. Στην ψυχή του να κυριαρχεί η ανάγκη να χαίρεται τη ζωή και να ζει, και όχι απλά να υπάρχει.
Το κακό γίνεται όταν πιστεύουμε ότι η συν-εργατικότητα γίνεται εμπόδιο στην ψυχοσυναισθηματική εξέλιξη του ανθρώπου και βάζουμε τα μικρά πλάσματα σε σκληρούς και αχρείαστους αποχωρισμούς. Θεωρούμε ότι η προσκόλλησή τους σε εμάς και η άφθονη αγκαλιά είναι εμπόδια, ότι η ανακούφιση και η ασφάλεια που τα παρέχουμε σε στιγμές άγχους τα καθηλώνουν σε μια συναισθηματική ανωριμότητα.
Δεν είναι εμπόδια, εφόδια είναι.
Είναι εφόδια, που εγκαθιδρύουν την απαραίτητη αίσθηση εμπιστοσύνης στις βασικές μορφές της ζωής του (γονείς), που με τη σειρά της δίνει το έναυσμα για τη δημιουργία της εμπιστοσύνης στον εαυτό του.
Oι αποχωρισμοί είναι μέσα στην ζωή μας και κεντρικό σημείο στην ύπαρξη μας. Δεν μπορούμε να τους αποφύγουμε αλλά μπορούμε να τους βιώνουμε, να τους αντέχουμε και να τους ξεπερνάμε.
Για να πραγματωθεί όλο αυτό χρειάζεται να νιώθουμε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και να μπορούμε να βιώνουμε ό,τι άγχος και πόνο προκύπτει από τον αποχωρισμό.