Θα φύγεις τη στιγμή που όλα είναι σαθρά και δεν έχουν τίποτα να σου προσφέρουν. Θα φύγεις τη στιγμή που ο κορεσμός μιας κατάστασης έχει γίνει πνικτικός. Όταν όλα μέσα σου, θα έχουν σπάσει και θα έχουν γίνει χίλια κομμάτια, τότε, θα φύγεις. Δε θα σκεφτείς πως ίσως μια ευκαιρία θα αλλάξει τη ρότα της κατάστασης. Θα ξέρεις ότι δεν μπορείς εσύ να αλλάζεις μια κατάσταση, όταν δεν υπάρχει συναίνεση και θέληση γι’ αυτή την αλλαγή κι από την άλλη πλευρά. Κι αυτή είναι η λυτρωτική δύναμη του να ξέρεις πότε πρέπει να φύγεις.

Οι άνθρωποι, πολλές φορές, δε γνωρίζουν και δεν αντιλαμβάνονται αν οι πράξεις τους προκαλούν πόνο, θλίψη και στεναχώρια στους άλλους. Αρκούνται στο να μη βιώνουν οι ίδιοι τέτοια συναισθήματα, χωρίς να σκέφτονται αν είναι οι ίδιοι που τα γεννούν σε άλλους. Αυτή είναι η ψευδαίσθηση ευτυχίας που προσφέρει η απερισκεψία και ίσως και ο ναρκισσισμός. Δε συμπονούν. Δεν κατανοούν πως οι πληγωτικές τους πράξεις έχουν συνέπειες. Ακόμη κι αν γνωρίζουν κλισέ φράσεις όπως «όταν υπάρχει δράση, υπάρχει και αντίδραση», δεν αντιλαμβάνονται πώς και τι αντίκτυπο έχει αυτό στη δική τους ζωή.

Εσύ, όμως, ξέρεις καλύτερα από το να θυμώνεις με αυτούς τους ανθρώπους που «αγοράζουν» ατάκες για να τις «πουλήσουν» ακριβά. Που δεν ξέρουν πώς να χρησιμοποιούν τις λέξεις σωστά, που καμία από αυτές δε συνάδει με τα συναισθήματά τους ούτε και με τις πράξεις τους. Ο συντονισμός ανάμεσα στην καρδιά τους και τις πράξεις τους έχει χαθεί εδώ και χρόνια, άλλωστε, ή ίσως, να μην υπήρχε ποτέ πραγματικός συντονισμός. Μιμούνται, σαν τα μικρά παιδιά, συμπεριφορές που υιοθετούν στην ενήλικη ζωή τους, μόνο και μόνο επειδή έτσι άκουσαν ή είδαν να κάνουν οι άλλοι. Έτσι, λοιπόν, έχεις προστατεύσει τον εαυτό σου με το να μην περιμένεις από ανθρώπους που απλά αντιγράφουν λόγια και φράσεις που άκουσαν, να ξέρουν πώς να διαχειριστούν καταστάσεις.

Στην ουσία, δεν απορείς καν, που θα τους δεις κάποιες φορές να μοιρολογούν γιατί η ζωή τους φέρθηκε άδικα. Που αναρωτιούνται γιατί συνέβησαν σε αυτούς δυσάρεστα γεγονότα, τα οποία θα αφηγούνται με μεγάλη δραματοποίηση. Δε σε αγγίζει η καλά μελετημένη, δική τους θυματοποίηση. Τους αφήνεις να ζουν στην πλάνη τους, χωρίς να αναγνωρίζουν ότι η τεχνική που εφαρμόζουν, η θλιβερή κι αποτυχημένη τακτική της θυματοποίησης, δεν έχει αποτέλεσμα. Καμία κατανόηση, καμία επιείκεια. Φεύγεις! Φεύγεις γιατί αδικήθηκες, γιατί προσβλήθηκες, γιατί δεν μπορείς δεχτείς να σε ταπεινώνουν κι εσύ να καλείσαι να συγχωρέσεις. Καμιά φορά, δεν υπάρχει δικαιολογία που να μπορεί να ξεχρεώσει όλα αυτά που χρεώθηκες συναισθηματικά. Και τότε, είναι ευλογία να ξέρεις ότι πρέπει να φύγεις.

Και πριν κλείσεις την πόρτα πίσω σου οριστικά, φροντίζεις να μην αφήσεις τίποτα μέσα σου. Να ξεσπάσεις, να μην έχεις υπολείμματα τα οποία θα χρειαστεί να μεταμορφωθούν σε απωθημένα. Κλείνεις αυτό που είχε ανοίξει ως κεφάλαιο στη ζωή σου και με αξιοπρέπεια, βάζεις μια σταθερή κι αμετάκλητη τελεία. Βεβαιώνεσαι, πως εσύ είσαι εντάξει με την απόφασή σου κι έπειτα, φεύγεις. Ξέρεις γιατί. Ξέρεις πότε. Ξέρεις τι θυσιάζεις και τι θα άλλαζε ή δε θα άλλαζε αν έμενες. Οπότε, σού γλιτώνεις χρόνο.

Είναι δώρο προς τον εαυτό σου το να φεύγεις για να βρεις την ψυχική σου ηρεμία. Κι όσο γι’ αυτούς που μένουν πίσω, άσ’τους στις επιλογές τους, δεν υπάρχει ωραιότερο συναίσθημα, να βλέπεις στον άλλον να αντιλαμβάνεται πού τον οδηγεί αυτό που έχει επιλέξει.

Συντάκτης: Αλεξάνδρα Τσότσου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου