Ένα πρόσωπο με ένα φωτεινό χαμόγελο και δυο βουρκωμένα μάτια είναι η έκφραση που θα αντικρίσεις, όταν ο γονέας θα ακούσει μια φράση που είναι μαζί αναγνώριση των κόπων του αλλά και της ποιότητας του χαρακτήρα του παιδιού τους κι αυτή δεν είναι άλλη από την εξής απλή: «Συγχαρητήρια για την ανατροφή του παιδιού σας.»
Είναι εκείνες οι στιγμές που θα σκύψει το κεφάλι με συστολή και συγκίνηση. Όχι, γιατί αυτό που άκουσε, είχε αρνητικό πρόσημο, αλλά γιατί εκείνη τη στιγμή υπεργεμίζει με όλες εκείνες τις αναμνήσεις της γονεικότητας, σαν να παίρνει τη δική του τζούρα νοσταλγίας. Θα θυμηθεί εκείνη τη φορά, που το στομάχι του είχε γίνει κόμπος και το βράδυ αναστέναζε, μέχρι που ξέσπασε σε λυγμούς που τους έπνιξε για να μην ακουστούν, να μη γίνουν η αφορμή να δημιουργηθεί μια ακόμη αντιπαράθεση. Εκείνη τη φορά που έμεινε να σκέφτεται και να αναρωτιέται μέρες ολόκληρες πώς θα αντιμετωπίσει την κάθε δυσκολία του παιδιού του, χωρίς να το πατρονάρει, να το πιέσει, να το αδικήσει. Τότε, που αφουγκράστηκε τα προβλήματά του, συναισθάνθηκε τις δυσκολίες του κι όλο αυτό τον έβαλε σε μια θέση εκκίνησης να αντιμετωπίσει μαζί του, όλα αυτά που στα δικά του μάτια, φαίνονταν βουνό.
‘Επειτα, όταν τα μάτια θα έχουν πια εντελώς βραχεί, θα θυμηθεί τότε που παρέμεινε δίπλα του βράχος. Να πολεμάει τις ύαινες και τους δράκους που έβγαιναν από το παραμύθι όταν ήταν νήπιο, εξηγώντας του πώς να δίνει τη δική του μάχη. Πως η γενναιότητα δεν είναι πάντα στο μεγάλο ξίφος, αλλά κυρίως η ανάγκη και η σκέψη να το παρακάμψεις. Όλες εκείνες τις φορές που προσπάθησε να το προετοιμάσει για τους εχθρούς του αύριο με το όνομα «αποτυχία», που θα υπάρχουν και θα ακολουθούν μετά από κάθε μικρή η μεγάλη νίκη. Μετά θα ανακαλέσει το τότε, που ζορίστηκαν μαζί για να βρουν τον πιο σωστό τρόπο έκφρασης, όταν εκείνο δυσκολευόταν να επικοινωνήσει το θέλω του, τον φόβο του, ή ακόμα και να διατυπώσει αυτό που γνωρίζει. Τότε που πρότεινε πώς να το μεταφέρει στον φίλο του, στη δασκάλα και στον τυχαίο άγνωστο που θα βρεθεί μπροστά του. Που συμβούλευσε πώς θα μιλήσει στον καταστηματάρχη, πώς θα διεκδικήσει μια φιλία, μια παρτίδα ενός παιχνιδιού και πώς θα γίνει μέλος σε έναν αγώνα. Πώς θα ενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο και πώς όλο αυτό θα τον απορροφήσει.
Σκουπίζοντας πια τα πρώτα δάκρια, θα χαμογελάσει για εκείνες τις στιγμές που του είπε να μην αλλάξει για να είναι αρεστό. Που του εξήγησε πως ο χαρακτήρας του, θα είναι αυτό που θα τον διακρίνει και πως αξίζει να αισθάνεται την κάθε του στιγμή με αυθεντικότητα. Πως μόνο τότε θα καταλαβαίνει νηφάλια πότε κάτι είναι λάθος, ποτέ υπάρχει κίνδυνος και πότε μια κατάσταση πρέπει να τερματιστεί. Κι έπειτα, πώς να την αφήσει να φύγει για να την εξετάσει από μακριά με άλλο μάτι.
Συνειρμικά θα πηγαίνει ο νους σ’εκείνα τα βράδια, με τις ατελείωτες συζητήσεις με τον σύντροφο, την κολλητή και τον συνάδελφο. Σε όλες εκείνες τις ατελείωτες κουβέντες που τον οδήγησαν να μην τον πάρει από κάτω, αλλά και να αντιμετωπίσει χωρίς έπαρση το δύσκολο έργο της ανατροφής ενός παιδιού. Που τον βοήθησαν να καταλάβει και τον ίδιο, πως ένα παιδί, όσο κι αν το αγαπάς, πρέπει να του προσφέρεις κι άλλα πράγματα. Πως η κηδεμονία του, εμπεριέχει πολλά και ακόμη περισσότερα, όσο εκείνο θα οδεύει τον δρόμο της εφηβείας κι έπειτα της ενηλικίωσης. Πως αν δεν είναι εκεί, φάρος, οδηγός, παρών, όλα θα πάνε στράφι.
Δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να κατανοήσει έναν γονιό στον μέγιστο βαθμό, αν δεν έχει υπάρξει κι ο ίδιος. Γι’ αυτό κι έχει μάθει να δέχεται σκληρή κριτική και μια καλή κουβέντα δε θα την αναζητήσει. Κι όταν του προσφέρεται για το παιδί του, που τώρα έχει γίνει μια ολόκληρη ξεχωριστή προσωπικότητα, είναι λες και δικαιώνεται απόλυτα για όλες εκείνες τις πίκρες που του έδωσε η κοινωνία, όταν πήρε τον τίτλο του αυτό. Πως τελικά, κάνει όντως ό,τι καλύτερο μπορεί για εκείνο το πλάσμα. Πως δικαίως ακούει τη διαίσθησή του και προχωράει. Και σίγουρα το να βλέπει το τέκνο του χαρούμενο είναι το μόνο που χρειάζεται ουσιαστικά, εκείνη η αναγνώριση, τη στιγμή που κάποιος περνάει χρόνο με το δικό του παιδί και του μεταφέρει όλα αυτά που έχει αποκομίσει, είναι ανεκτίμητη.
Αυτό και μόνο είναι αρκετό για να νιώσει αγαλλίαση και να συνεχίσει. Αν και θα συνέχιζε να το κάνει έτσι κι αλλιώς, γιατί ποτέ δεν παύεις να είσαι γονιός, άπαξ και πάρεις τον τίτλο σου.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου