Ένα πράγμα θεωρώ πλέον δεδομένο στη ζωή μου, τη μουσική. Δεν υπάρχει ξεκίνημα χωρίς να μην έχει υπάρξει ένα τραγούδι να με συντροφεύσει σ’ όλες μου τις μηχανικές κι άκρως καθημερινές κινήσεις. Κάποτε δεν ήξερα και θυμάμαι πως εκείνη με πήγε εκεί που ήθελε για να καταλήξω σήμερα σ’ αυτό που είμαι. Μη βιάζεσαι, θα σε ταξιδέψω, μουσική είναι, κάτσε αναπαυτικά, βάλε τα ακουστικά σου και πάμε.
Ήταν εφηβεία, κι όλοι είχαμε αυτό το έντονο συναίσθημα της επανάστασης. Της έντονης επιθυμίας να απεξαρτηθούμε από την οικογένεια, να νιώσουμε τη δύναμη του «εγώ» και να περηφανευτούμε στην παρέα. Θέλαμε την «Ελευθερία» μας, να ανοίξουμε τα δικά μας φτερά και να ορίσουμε –ασφαλώς- με επιτυχία τη ζωή μας.
Ήταν εκείνη η περίοδος που η Rock σκηνή, η Heavy Metal μας εξέφραζε μέσα από τους Πατέρες της Rock, όπως οι Black Sabbath, Iron Maiden, Judas Priest, AC/DC, Metallica, Deep Purple, Rainbow. Με τραγούδια, που άγγιζαν και τα δεκάλεπτα ερμηνείας, γιατί το μπάσο ή κιθάρα είχαν το δικό τους χρόνο εκτέλεσης. Ένιωθες, το νεύρο, τον δυναμισμό να κατρακυλάει μέσα σου κι ήταν αρκετό να σημειώσεις τη δική σου επανάσταση στο σπίτι. Είχες συντροφιά όλα αυτά τα θρυλικά κομμάτια που έμειναν στην ιστορία.
Σε ακολουθούσαν και στη φοιτητική σου ζωή, και το παρουσιαστικό σου δεν ξέφευγε από εκείνο που είχαν τα είδωλά σου. Μια μικρή κόπια ήταν και μη σου πω, ότι ο αγαπημένος σου ερμηνευτής κάπου θα δέσποζε πάνω σου, με μια κονκάρδα, ένα σημάδι, κάτι που μαρτυρούσε πως ήταν αυτός. Σε μένα όχι, ήταν ένα μεγάλο σημάδι στο φοιτητικό μου δωμάτιο με το όνομα «Ozzy». Άργησε να φύγει από τον τοίχο, μάλλον, όταν έφυγα κι εγώ μετά τις σπουδές. Μου έκανε παρέα όλα αυτά τα χρόνια και μου θύμιζε την ιδιαιτερότητα της χροιάς του. Ένας Βρετανός, μια παρέα νέων από το Birmingham με ένα άγαλμα σε μια πλατεία που λεγόταν «Iron Man», ποιος θα το πίστευε πως θα έγραφαν ιστορία, μεγάλη κληρονομιά δημιούργησαν και μας άφησαν να έχουμε.
Μεγαλώνοντας, όμως, ωριμάζεις, εκτιμάς αυτό που σε γαλούχησε σε άλλα είδη μουσικής. Κάπου νιώθεις πως τα συναισθήματα σου θέλουν να βρουν τρόπο διαφυγής. Αναζητάς το επόμενο είδος που θα σε εκφράσει. Κάποιοι παραμένουν στο ίδιο, άλλοι το αφήνουν γιατί πιστεύουν πως ο κόσμος εξελίσσεται. Πολλά είδη μουσικής υπάρχουν όπως και τα συναισθήματα. Ο καθένας μας εκφράζεται μέσα από αυτά και υπάρχουν περιόδους ταύτισης.
Εκείνη την περίοδο ήταν η στιγμή που η καρδιά χτύπησε πραγματικά. Ούτε ο «Ozzy» δεν μπορούσε να βοηθήσει, αλλά κάτι σε «Δέστε μου μάτια», ήταν ότι έπρεπε. Καψούρα το εξήγησαν κι είχε χρόνια διάρκεια. Δεν ήταν μόνο η κάψα που σε ταλαιπωρούσε και σε τραβούσε σαν μαγνήτης να εμφανιστείς σε πίστες με την τρελή παρέα που είχε τον ίδιο πόνο με σένα, αλλά ήταν ότι το ζούσες,
Πέρα από το γεγονός του έρωτα, οι στιγμές που βίωνες για εκείνο το άτομο σου έδινε ζωντάνια, χαρά κι ευφορία. Είναι τρέλα να αγαπάς τον εαυτό σου μέσα απ’ αυτό, δεν τον έχεις ξαναδεί έτσι και το αποδέχεσαι. Ναι, έχεις πλέον γυρίσει σε καψούρικα τραγούδια κι η έξοδος σου, κάθε Σάββατο βράδυ είναι σε ένα συγκεκριμένο μέρος – μπουζούκια. Όχι, βέβαια, υπάρχουν κι άλλα είδη, όπως το έντεχνο, η Ελληνική Ροκ, παλιά λαϊκά και πολλά άλλα, αλλά όχι, στην καψούρα λίγα είναι τα τραγούδια που θες να ακούς ξανά και ξανά.
Ακόμα κι αυτό, όμως, δεν κρατάει για πάντα. Η καψούρα κάποτε τελειώνει κι εσύ θυμάσαι τις τρέλες που έκανες για εκείνο το άτομο. Ούτε κι εκείνα τα τραγούδια θες να ακούσεις πια. Ξινίζεις και το πρόσωπο σου, σαν να ήταν ένας πυρετός που πέρασε. Όλα είναι περαστικά και μέσα σ’ όλα αυτά, αναζητάς και βρίσκεις τον εαυτό σου. Τις δικές σου, μουσικές προτιμήσεις. Κάποιοι καταλήγουν, σε μουσική με λιγοστά λόγια, beat, άλλοι, στην jazz κι άλλοι δεν έχουν άποψη, ό,τι παίζει το ράδιο, αρκεί να έχει ωραία μελωδία.
Θα σου πω, πως ύστερα από πολλές εναλλαγές και προτιμήσεις στη Μουσική, το σίγουρο είναι ότι πρώτα θα παίξει το ράδιο στο σπίτι και μετά θα γίνουν όλα τα υπόλοιπα. Το είδος της μουσικής που πλέον με εκφράζει είναι αυτό που δεν πίστευα ότι θα με κέρδιζε.Έχει μυρωδιά και μελωδίες Λατινικής Αμερικής. Κι αν δεν ξέρεις τους στίχους ή δεν καταλαβαίνεις τα λόγια, απλά κλείσε τα μάτια κι άσ’ το τραγούδι να σε συνεπάρει.
Να σε μαγέψει, να σε ταξιδέψει σε στιγμές, σε λάθη, πάθη, αγάπες, περασμένες καταστάσεις. Σ’ όλα αυτά, που βρίσκονται μέσα καλά κρυμμένα, και θέλουμε που και που να τα φανερώνουμε δίχως να το ξέρει κανείς. Ναι, μέσα από τη μουσική, είναι το μέσο που μας επιτρέπει να ξεγυμνώνουμε τον εαυτό μας για δυο λεπτά καθαρής διαφάνειας μέχρι να ξαναντυθούμε στο τέλος κάθε τραγουδιού. Κάθε βράδυ, νιώθω πως είμαι εκτός συνόρων και θωρώ πως μια μέρα εκεί θα ζήσω.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου