Τα μάτια των παιδιών εσωκλείουν την αθωότητα όλη. Έχουν αστείρευτη αγάπη και δίψα για μάθηση. Είναι λαμπερά, γυαλίζουν από χαρά, και δε σου πάει η σκέψη μήτε η επιθυμία να τα στεναχωρήσεις. Σκέψεις και λέξεις τους σε κάνουν να ξεχνιέσαι και να αφήνεις στην άκρη τα «ενήλικα» θέματα με τα οποία συνηθίζεις να ασχολείσαι, μέχρι η κούραση να σε βρει στο πάτωμα αγκαλιά με εκείνα και τα παιχνίδια τους. Και τότε θα ταξιδέψεις σε μέρη με φανταστικούς δράκους και νεραΐδες, λαμβάνοντας αστείρευτες δόσεις ευτυχίας.
Τι γίνεται, όμως, όταν το γλυκό και χαρούμενο παιδικό προσωπάκι αποκτήσει τη συννεφιασμένη όψη του ουρανού; Αυτό σημαίνει πως μάλλον κάτι το απασχολεί. Πως κάτι δεν του αρέσει. Όταν το παιδί νιώσει απειλή, η συμπεριφορά του αλλάζει σε σημαντικό βαθμό. Πόσο μάλλον όταν νιώσει πως κάποιος πλησιάζει τον γονιό του και επιθυμεί να αποσπάσει το ενδιαφέρον του. Όταν το φλερτ ανάμεσα στον γονιό και σε άλλο πρόσωπο εμφανιστεί, το καμπανάκι του κινδύνου συνήθως σημαίνει κόκκινο για το παιδί. Είναι ο φόβος και ο τρόμος του, μην ο γονιός ενδώσει και δώσει περισσότερη σημασία στον «ξένο» που τον πλησιάζει μελιστάλαχτα και ζητάει να μπει στην καθημερινότητά του, να αποκτήσει λίγο απ’ τον χρόνο του.
Το παιδί φοβάται μην αλλάξουν οι σταθερές του, μη χάσει την προσοχή που ως τώρα λάμβανε. Τα συναισθήματά του είναι περίεργα όταν βλέπει κάποιον/κάποια να φλερτάρει τον έναν απ’ τους δύο γονείς -κι ας έχει αποδεχτεί πως οι γονείς του δεν είναι μαζί. Μένει να παρατηρεί, να περιμένει αντιδράσεις, να αναρωτιέται ποια θα είναι η επόμενη κίνηση.
Ο γονιός ίσως στην αρχή να μη δώσει τη δέουσα σημασία. Όμως δεν μπορεί παρά να καταλάβει πως κάτι έχει αλλάξει. Εκείνα τα μούτρα και το συνοφρύωμα στο μέτωπο του παιδιού θα δηλώνουν ένταση, όσο κι αν κρύβονται πίσω από κοφτές και ακατάληπτες λέξεις. Οι συζητήσεις ίσως και να μη βγάζουν νόημα. Οι αντιδράσεις θα δείχνουν μια ενόχληση και ο γονιός θα προσπαθεί να βρει την πηγή της έντασης. Κι όσο η ένταση θα μεγαλώνει, τόσο θα μεγαλώνει και η απόσταση μεταξύ παιδιού και γονιού. Μέχρι που κάποια στιγμή σε κάποια βόλτα, σε κάποιο παιχνίδι, το παιδί θα το ξεστομίσει. Θα φανερώσει πως εκείνον τον άνθρωπο δεν τον συμπαθεί και κάπως έτσι το μυστήριο θα λάβει τέλος.
Τότε ο γονιός θα συγκρατήσει το τόξο στα χείλη του, το χαμόγελο που ετοιμάζεται να διαγραφεί και κοιτάξει στιγμιαία αλλού για να συγκεντρωθεί. Θα δώσει έμφαση στο παράπονο του παιδιού, στη σκέψη που το τελευταίο διάστημα παιδεύει το μυαλουδάκι του και δημιουργεί τα πιο ευφάνταστα σενάρια. Θα πάρει μια ανάσα και θα ξεκινήσει να εξηγεί όλα αυτά που οι ενήλικες θεωρούν αυτονόητα, μα ένα παιδί βλέπει διαφορετικά. Ο κόσμος των ενηλίκων στα παιδικά μάτια κάποιες φορές μοιάζει παράλογος. Ένας κόσμος που αντί να επικρατεί η χαρά κυριαρχεί η πολλή δουλειά και η κούραση και είναι περιορισμένος ο χρόνος για χάδια κι αγκαλιές.
Το παιδί θα μείνει να ακούει τις εξηγήσεις, προσπαθώντας να καταλάβει όλα αυτά που ο γονιός τού διηγείται. Ένα, όμως, θα είναι αυτό που θα το βασανίζει. Η εικόνα που είδε, τα όσα άκουσε. Αυτά έχουν καταγραφεί στη μνήμη του και δεν αντιστρέφονται. Και θέλει πολύ κόπο για να καταλάβει το παιδί πως δεν απειλείται απ’ την εμφάνιση του νέου προσώπου στη ζωή του γονιού του, πως τα πράγματα θα παραμείνουν ως έχουν και τίποτα δεν πρόκειται ν’ αλλάξει. Κι αυτό είναι κάτι που θα καταφέρει να διαπιστώσει στην πράξη, καθώς τις περισσότερες φορές τα λόγια δεν αρκούν.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.