Στη ζωή μας άνθρωποι μπαίνουν κι άνθρωποι βγαίνουν- και πολλές φορές ανυποψίαστα ξαναμπαίνουν, με ταχύτητες που ούτε εμείς οι ίδιοι καταλαβαίνουμε. Καμιά φορά νευριάζουμε και κρατάμε κακία, ειδικά αν φτάσαμε στο συμπέρασμα ότι το συγκεκριμένο άτομο δεν είχε εμφανή λόγο να εξαφανιστεί. Κρατάμε αυτή την πικρία καλά και βαθιά μέσα μας, σε περίπτωση που τύχει να ξαναϊδωθούν τα βλέμματά μας για να το κάνουμε χώμα. Έχουμε, όμως, και συγκεκριμένους ανθρώπους που τους δικαιολογούμε· σ’ αυτούς για κάποιο περίεργο λόγο αναγνωρίζουμε απολύτως τον λόγο που επέλεξαν να φύγουν –χωρίς πάντα να μας τον λένε ξεκάθαρα– κι αποφασίζουμε ότι όντως ήταν σημαντικός.
Τους ανθρώπους που δικαιολογούμε, τη δεδομένη στιγμή που τους δικαιολογούμε, πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας την αιτία που το κάνουμε. Καμιά φορά η κρίση μας κοιμάται, θες από την ανάγκη μας να τους έχουμε δίπλα μας, θες από τον φόβο μήπως τους αδικήσουμε, θες από την ελπίδα της επανασύνδεσης. Δυστυχώς ή ευτυχώς, τις πιο πολλές φορές τα άτομα που θα δείξουμε επιείκεια εις βάρος μας, είναι τ’ απωθημένα μας, είναι οι άνθρωποι που έφυγαν αφήνοντας τις καταστάσεις μισές.
Ο κάθε άνθρωπος, σαφώς, έχει διαφορετική εμπειρία με τα φαντάσματα των σχέσων που έμειναν στο περίπου· άλλοι λένε πως απωθημένο είναι μόνο ο εγωισμός μας που πληγώθηκε, ή απλώς το κακό timing. Δεν υπάρχουν βέβαια μόνο αυτές οι απόψεις επί του θέματος αλλά συνήθως ο πληθυσμός διχάζεται μεταξύ των παραπάνω επικρατέστερων.
Όσοι είναι της άποψης ότι το κακό timing υπάρχει και δεν είναι μια δικαιολογία του ανθρώπου που έχουμε απέναντί μας για να μας ξεφορτωθεί χωρίς οδυρμούς, τις πιο πολλές φορές θα θεωρήσουν λογική κι αναμενόμενη την ξαφνική εγκατάλειψη ή μια παρουσία που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και κομπαρσιλίκι. Αν λοιπόν κρίνουμε πως όντως υπάρχει το κακό τάιμινγκ, είναι εντάξει να δικαιολογούμε κάποια άτομα κάτω από αυτή την ομπρέλα.
Καταλαβαίνεις αν βρίσκεσαι στην περίπτωση αυτή, διότι δε θα συμβεί ποτέ σε συζήτηση που ν’ αφορά αυτόν τον ασυντόνιστο χρόνο. Εάν όντως το πρόβλημα στην αναμεταξύ μας σχέση είναι αυτό, θα το καταλάβουμε ετεροχρονισμένα, αφού πρώτα περάσουμε ένα διάστημα ν’ αναρωτιόμαστε γιατί δε δούλεψε κάτι που δεν πρόλαβε καλά-καλά ν’ αρχίσει. Κάπως έτσι το αφήνουμε στα χέρια μιας ανώτερης δύναμης, το αν θα ξαναεμφανιστεί αυτό το άτομο στη ζωή μας ή αν τελικά ο ρόλος του ήταν συμπληρωματικός.
Και στο κακό timing να μην πιστεύουμε, όμως, όταν θέλουμε να δικαιολογήσουμε ένα άτομο για τη συμπεριφορά του θα βρούμε χίλιους λόγους. Από εργασιακές υποχρεώσεις μέχρι κάποιο ψυχολογικό τραύμα που προκαλεί μια αδυναμία στις σχέσεις. Κι όπως και στην προηγούμενη περίπτωση, ο μόνος τρόπος για να καταλάβουμε εάν οι δικαιολογίες που αραδιάζουμε στον εαυτό μας είναι μόνο για να παρηγορηθούμε, είναι να περιμένουμε. Η φράση «μην παίρνεις αποφάσεις νευριασμένος ή πολύ χαρούμενος» ισχύει κι εδώ, διότι εν δυνάμει μπορούμε να δικαιολογήσουμε τα πάντα, αρκεί να έχουμε την κατάλληλη ψυχολογία. Μόλις όμως περάσουν μήνες ή ακόμα και χρόνια κι αφού το μυαλό μας καθαρίσει κι ασχοληθεί και μ’ άλλα πράγματα, τότε θ’ αντιληφθούμε πάνω σε μια άκυρη συζήτηση με φίλους, ή ακόμα και μια μέρα από μόνοι μας, εάν το άλλοθι που δώσαμε έστεκε τελικά.
Το να έχουμε την τάση δικαιολογούμε κάποια άτομα που φεύγουν από τη ζωή μας, δεν είναι απαραίτητα κακό. Μπορεί να ικανοποιήσει την ανάγκη που πολλοί έχουμε για κλείσιμο σε μια σχέση, να μας παρηγορήσει για να πάμε παρακάτω. Ποτέ όμως δεν πρέπει να πέσουμε στην παγίδα της στασιμότητας που κρύβει αυτή η κατάσταση. Όσο κι αν δικαιολογούμε την αποχώρηση με ένα κακό timing ή ένα σωρό άλλες δικαιολογίες, αυτό δε δικαιολογεί και μια ταυτόχρονη αναμονή για σίκουελ. Κι αν καμιά φορά οι άνθρωποι που έφυγαν, γυρίσουν, θα είναι στο χέρι μας εάν θα το δεχτούμε ή όχι αλλά δε ζούμε περιμένοντάς τους με τη δικαιολογία στο στόμα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου