Μόνοι μας, μια τεράστια πόλη, μια χαοτική χώρα και οι στιγμές που οι άνθρωποι μέσα στη μέρα τους νιώθουν μόνοι αυξάνονται συνεχώς. Μόνοι μας ανάμεσα σε κόσμο, σε φίλους και συγγενείς έχοντας την πεποίθηση πως δεν πρόκειται να μας καταλάβει κανείς, όντας σίγουροι πως και να μιλήσουμε θα καταλήξουμε να είμαστε πιο μόνοι από πρώτα. Σκεφτόμαστε πως είμαστε διαφορετικοί και δε μοιάζουμε άρα ποιο το όφελος να προσπαθούμε να επικοινωνήσουμε; Ποια η ουσία στην όλη προσπάθεια συνδιάλεξης με τον άνθρωπο που έχουμε απέναντί μας αφού για ακόμη μία φορά η μοναξιά θα μας χτυπήσει την πόρτα;
Έχω σκεφτεί πολλές φορές πως θα έπρεπε να είχαμε τη δυνατότητα να καταθέσουμε αιτήματα αλλαγών στο κουτί παραπόνων και να κάνουμε μήνυση στον κατασκευαστή, αλλά αυτό δε γίνεται και με κάποια πράγματα είναι καλό, αν όχι να συμβιβάζεσαι, τουλάχιστον να τα αποδέχεσαι όσο πιο νωρίς γίνεται. Πράγματι έχουμε πολλές διαφορές μεταξύ μας οι άνθρωποι εξωτερικές και εσωτερικές, αλλά για κάποιο περίεργο λόγο που ακόμη δεν έχω ανακαλύψει -και επειδή θέλω να μιλάω με αποδείξεις δε θα κατηγορήσω για ακόμη μια φορά την κοινωνία- τείνουμε να μένουμε σ’ αυτές και να παραβλέπουμε τις ομοιότητες που έχουμε αντιστοίχως.
Όσο κι αν φοβόμαστε ή δε θέλουμε να το παραδεχτούμε ούτε στον εαυτό μας πολλές φορές, οι άνθρωποι μοιάζουμε στον τρόπο σκέψης, στο χιούμορ μα κυρίως στις ανάγκες μας. Μπορεί να διαφέρει η σειρά με την οποία θα τοποθετηθούν στο κεφάλι του καθενός αυτές οι ανάγκες, αλλά είναι εκεί. Όλοι χρειάζονται και θέλουν τουλάχιστον τις περισσότερες φορές καλούς φίλους, έρωτα, ένα επάγγελμα που τους αρέσει και λίγη φαντασία. Τα προβλήματα ξεκινούν όταν οι άνθρωποι που θα συναντηθούν δεν έχουν με την ίδια αρίθμηση τις ανάγκες στο κεφάλι τους.
Γι’ αυτό όταν σου λείπει κάποιος δεν το νιώθεις μόνο εσύ και σε εκείνον λείπεις, όταν λες στον άλλον να προσέχει την ώρα που χωρίζεστε σημαίνει πως θες να είναι καλά και σου χαμογελάει επειδή ακριβώς καταλαβαίνει. Τώρα, λοιπόν, ήρθε η ώρα να κατηγορήσω την κοινωνία μας για το γεγονός της δύναμης που θέλει να έχουμε και να δείχνουμε, που πιστεύει πως ο μοναδικός τρόπος για να επιτευχθεί αυτό είναι αν πολεμήσει το συναίσθημα, αν αρχίσουμε να «ρομποτοποιούμαστε» σαν άλλες μηχανές. Δεν είναι έτσι, δε γίνεσαι πιο δυνατός αν κρύβεις συνεχώς τι νιώθεις, ακόμη και απ’ τον εαυτό σου.
Υποτίθεται πως καθώς μεγαλώνουμε ωριμάζουμε, μ’ αυτή τη συμπεριφορά οδηγούμαστε τουλάχιστον στο συναισθηματικό τομέα να παραμένουμε για πάντα στην ηλικία της εφηβείας. Σε εκείνη την περίοδο της ζωής μας που τράβαγαν τα πάντα οι φίλοι μας για τον τεράστιο έρωτα που βιώνουμε, ενώ το άτομο που μας ενδιέφερε μπορεί να μη γνώριζε τίποτα, ακριβώς γιατί δε μιλάγαμε. Μην τοποθετείς μόνιμα στη ζωή σου το πείσμα και τον εγωισμό, δεν ωφελεί πουθενά. Δε θα πάρεις τηλέφωνο επειδή δεν τηλεφώνησε ο άλλος και μετά πήγαινε να παίξεις μπάλα με τα παιδιά στο διάλειμμα. Δεν είσαι πλέον δεκαπέντε και καλό είναι να το συνειδητοποιήσεις κι εσύ αυτό.
Τώρα λοιπόν θα μιλήσω με αποδείξεις, έρευνες και μαρτυρίες. Δεν πρόκειται να πάθεις τίποτα αν πάρεις τον άλλον τηλέφωνο και του πεις πως σου λείπει, πως τον σκέφτεσαι ακόμη. Θα επιζήσεις και θα λυτρωθείς κιόλας, θα ξέρεις τη συνέχεια της ιστορίας σας και δε θα σε τρώει μια ζωή ένα «γιατί» κι ένα «αν». Είμαστε μόνοι μας γιατί δε μιλάμε, γιατί έχουμε στερήσει απ’ την αρχή την ευκαιρία στον άλλο να μας καταλάβει, να μας νιώσει, να μας βοηθήσει. Εμείς είμαστε δυνατοί, ατρόμητοι και έχουμε πείσει τον εαυτό μας πως δε χρειαζόμαστε κανέναν άλλο.
Πόσο ψέματα, πόσο πολύ κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας ότι είμαστε πλήρεις και οι άλλοι αποτελούν απλώς διακοσμητικά στοιχεία στη ζωή μας. Δε λειτουργούν έτσι οι ανθρώπινες σχέσεις, ούτε είμαστε δυνατοί κατά αυτόν τον τρόπο. Δυνατοί είμαστε αν σταθούμε μπροστά στον άλλο και πούμε «μου έλειψες πολύ αυτές τις μέρες». Δύναμη είναι να παραδέχεσαι τα συναισθήματά σου μ’ όποιο κόστος, μ’ όποια πιθανή απόρριψη κι όχι να τα καταχωνιάζεις κάτω απ’ το χαλί, λες και ως διά μαγείας θα εξαφανιστούν. Αν μιλάγαμε εξάλλου λίγο παραπάνω με τους ανθρώπους, δε θα ήταν τόσο δύσκολη η επικοινωνία και τόσο μεγάλη η μοναξιά μας.
Δύναμη και αδυναμία. Στην τελική, δύναμη είναι να παραδέχεσαι στην αδυναμία σου πως πλέον εκείνη είναι υπεύθυνη για το πώς διαχειρίζεσαι τη δύναμή σου.
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου