Δύσκολη δουλειά το να είσαι γονιός. Ίσως και η δυσκολότερη του κόσμου. Με ευθύνες γιγαντιαίες και ατέλειωτο ωράριο, με συμβόλαιο ισόβιο και μία αιώνια μάχη ανάμεσα σε λογική, συναίσθημα, «πρέπει» και «γιατί». Το πιο δύσκολο κομμάτι της συγκεκριμένης δουλειάς, ωστόσο, είναι το ότι κανένας δε «γεννιέται γονιός». Κανένας δεν εκπαιδεύεται γι’ αυτόν τον ρόλο, κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς πρέπει να κάνει για να αναθρέψει το μικρό του «σωστά». Μα, κανείς δεν ξέρει και τι πάει να πει αυτό το «σωστά».
Στην ουσία, ωστόσο, το σημαντικό δεν είναι το να πάρει κανείς έναν οδηγό και να τον ακολουθήσει κατά γράμμα. Οι άνθρωποι είναι όλοι τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους που μια φόρμουλα ανατροφής δε θα ήταν ποτέ δυνατό να τους καλύψει επαρκώς όλους. Το σημαντικό είναι, λοιπόν, να κατανοήσουμε το τι συμβαίνει κατά βάση κι ανάλογα να πράξουμε κατά περίπτωση, με δική μας ευθύνη. Τρομακτικό; Ίσως. Γι’ αυτό, λοιπόν, σήμερα θα δούμε πέντε αλήθειες για την παιδική προσχολική ηλικία που θα φανούν σωτήριες για κάθε γονέα.
1. Τα παιδιά μιμούνται τα πάντα
Οκ, το συγκεκριμένο ίσως και να το έχει πάρει και το αυτί και το μάτι σας. Δε θα μπορούσα, όμως, να μην το συμπεριλάβω στη λίστα αυτή, μιας και η βαρύτητά του είναι τρομερή. «Ποτέ μην υποτιμάς ένα παιδί» είναι μια απ’ τις διασημότερες φράσεις στον κόσμο της παιδαγωγικής, και εδώ εφαρμόζεται τέλεια, μιας και τα παιδιά τείνουν να «πιάνουν» με το ραντάρ τους πολλές περισσότερες συμπεριφορές των γονιών τους, απ’ ό,τι ίσως να πιστεύαμε. Από ένα άγριο βλέμμα, από μάτια που γυρίζουν για να μην αφήσουν μια αρνητική κριτική να ακουστεί, μέχρι ένα ασυγκράτητο και επαναλαμβανόμενο «όχι», που θα συζητήσουμε και στην πορεία. Γι’ αυτό είναι πολύ -μα πάρα πολύ- σημαντικό να προσέχουμε πώς φερόμαστε γύρω τους. Ποιες συμπεριφορές μας δε θα θέλαμε να αντιγράψουν; Αυτές πρέπει να κρύψουμε όσο καλύτερα μπορούμε.
2. Τελικά το «όχι» είναι ή δεν είναι απαγορευτικό;
Ναι, τα παιδιά μιμούνται. Ναι, τα παιδιά περνούν φάση και οι περισσότεροι από εμάς έχουν γνωρίσει έστω και μια φορά στη ζωή τους ένα παιδάκι στη «φάση» του «όχι» -για τα πάντα. Η παγίδα εδώ, όμως, -όπως και παντού- είναι το μέτρο. Φυσικά και θα πεις «όχι» στο παιδί: απλώς όχι συνέχεια! Δε θα πεις όχι επειδή «βαριέσαι» ή επειδή έχεις κάποιο φανταστικό, επικίνδυνο σενάριο στο μυαλό σου (π.χ. όχι δε θα μάθεις ποδήλατο γιατί μπορεί κάποτε να μου ζητήσεις μηχανάκι). Το «όχι», που είναι μια πολύ ισχυρή και βαρύγδουπη λέξη πρέπει να χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνο όταν αποτελεί ανάγκη, όταν δεν μπορεί να υπάρξει συζήτηση, όταν το θέμα το απαιτεί γιατί το «ναι» θα ήταν αδιανόητο.
3. Η «αλήθεια» και τα «παραμύθια»
Ο κόσμος των παιδιών είναι αλήθεια πως είναι ένας φανταστικός κόσμος. Μέχρι τα 5-6 κάθε άνθρωπος ερμηνεύει τον κόσμο αποκλειστικά με τη φαντασία του και ο λόγος είναι πως η λογική δεν έχει ακόμα αναπτυχθεί. Τα παραμύθια, τα παιχνίδια, οι ζωγραφιές και ό,τι άλλο μπορεί να περιλαμβάνει η παιδική ηλικία είναι στοιχεία που βοηθούν το παιδί να εξελίξει τη σκέψη του (και τον λόγο του, κατ’ επέκταση) μέσω του μόνου τρόπου που έχει: της φαντασίας του. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, η παιδαγωγική θεωρεί σχεδόν εγκληματικό το να λέμε ψέματα στα παιδιά. Για παράδειγμα, αν ένα παιδί αναρωτηθεί γιατί βρέχει ή τι είναι η βροχή και ένας ενήλικας αποφασίσει να του εξηγήσει αυτό το φυσικό φαινόμενο κατασκευάζοντας κάποια φανταστική νεράιδα που φροντίζει να ποτίζει πού και πού τα λουλούδια του κόσμου, όταν θα έρθει η στιγμή ο μικρός αυτός άνθρωπος να μάθει την πραγματική ερμηνεία, θα μπερδευτεί. Και όταν ένας μικρός άνθρωπος μπερδεύεται, τα παρατάει. Γι’ αυτό και είναι απόλυτα σημαντικό να φροντίζουμε να κρατάμε όσο το δυνατόν πιο διακριτή τη γραμμή ανάμεσα στο μαγικό κόσμο των παιδιών και στην πραγματικότητα. Με δυο λόγια, εξηγούμε τα πάντα με απλά και κατανοητά λόγια, λέγοντας αλήθεια, μα κρατάμε ζωντανές και τις σημαντικές «παιδικές» πληροφορίες, όπως π.χ. τον Άη Βασίλη.
4. Τα ηλεκτρονικά δεν είναι εχθροί!
Το θέμα των ηλεκτρονικών (π.χ. tablet, κινητά κ.λπ.) σε σχέση με τα μικρά παιδιά είναι κάτι που συνήθως αγγίζει τα άκρα. Απ’ τη μία έχουμε τους γονείς που αρνούνται να αφήσουν τα παιδιά τους να έρθουν σε επαφή με την τεχνολογία για όσο το δυνατόν περισσότερο και απ’ την άλλη εκείνους που έχουν βρει τα ηλεκτρονικά σαν ηρεμιστικό ή πάρκινγκ (η σκληρή τακτική του «παίξε στο τάμπλετ για να μη με ενοχλείς»). Βάσει παιδαγωγικής, τώρα, και σε αυτό το θέμα η οδός που θα πρέπει να ακολουθείται είναι η μέση. Τα παιδιά του 21ου αιώνα χρειάζεται οπωσδήποτε να έρχονται σε επαφή με τις νέες τεχνολογίες μεγαλώνοντας, έτσι ώστε να μπορούν να βρίσκονται στο κλίμα της εποχής ναι μελλοντικά να μην κυκλοφορούν στην κοινωνία εντελώς αποξενωμένα. Ωστόσο, τα ηλεκτρονικά δε θα πρέπει ποτέ να αντικαθιστούν τα φυσικά παιχνίδια. Είναι εκατό φορές προτιμότερο για ένα παιδί να μάθει να αγαπά τη ζωγραφική με τους μαρκαδόρους ή τις νερομπογιές, να μάθει να γράφει με μολύβι σε χαρτί, να μάθει να προτιμά τα βιβλία και τον έξω κόσμο. Γιατί; Επειδή ένα καρτούν ή ένα βιντεοπαιχνίδι δεν αφήνει τη φαντασία του να εξελιχθεί όπως πρέπει. Κρατά το παιδί πίσω, το αποχαυνώνει. Γι’ αυτό, ενώ το παιδί χρειάζεται την τεχνολογία, αυτή θα πρέπει να του παρέχεται σε μικρές δόσεις και σπάνια (π.χ. 20 λεπτά τη βδομάδα, ή ό,τι κρίνουν οι γονείς σωστό).
5. «Κακές» λέξεις, «παλιατζήδες» και «τέρατα»
Όταν ένα παιδί έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με βωμολοχίες, οι γονείς τείνουν να το τρομάζουν με χίλιους τρόπους, κάνοντάς του σαφές πως, σε περίπτωση που τολμήσει να χρησιμοποιήσει τις λέξεις αυτές, θα συμβούν τρομερά πράγματα (π.χ. «πιπέρι στο στόμα»). Την ίδια στιγμή, στην περίπτωση που ένα παιδί αρνείται να κάνει κάτι (π.χ. να φάει ή να μπει στο μπάνιο), άλλου είδους απειλές εκτοξεύονται, συνήθως σχετικές με παλιατζήδες, τέρατα κ.λπ. Όλες αυτές οι τακτικές, αν και αποδοτικές, είναι πολύ κρίσιμες για την ψυχολογία του μικρού παιδιού. Απ’ τη μία, μαθαίνει να δίνει τρομερή βαρύτητα σε κάποια ειδικά συνδυασμένα γράμματα (βρισιές), αποφεύγοντάς τα μέχρι την εφηβεία, όποτε λογικά θα τα χρησιμοποιεί ως μέθοδο «επανάστασης», ενώ απ’ την άλλη συνηθίζει να θεωρεί ορισμένες διαδικασίες ολίγον τι καταπιεστικές (αυτές που έχουν συνδυαστεί με απειλές). Η καλύτερη λύση; Στην πρώτη περίπτωση, όπως είπαμε και πριν, η αλήθεια. Η εξήγηση πως κάποιες λέξεις είναι λιγότερο ευγενικές από άλλες, πως δεν είναι όμορφο ή κομψό να τις χρησιμοποιούμε γιατί προσβάλλουμε, έτσι, τους άλλους και αυτό είναι κάτι άσχημο. Ενώ στη δεύτερη περίπτωση, η αναζήτηση κάποιου ευχάριστου παιχνιδιού για την ολοκλήρωση δραστηριοτήτων όπως το φαγητό ή το μπάνιο. Όσο πιο διασκεδαστικός ο τρόπος, τόσο πιο αποδοτικός!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου