Ξεκίνησε απαλά, τρυφερά, σαν εκείνο το ανάλαφρο αεράκι που χαϊδεύει τα ρόδινα μάγουλα των ερωτευμένων και τους κάνει να χαμογελούν με τη σκέψη του αγαπημένου τους. Ήταν μια ιστορία που έμοιαζε σαν όλες τις άλλες, μα στην πορεία στέφθηκε με επίθετα όπως «περίπλοκη», «μεγάλη», «σαπουνοπερική». Πώς έφτασαν εδώ τα πράγματα; Κανείς δεν ξέρει.
Ένας ηλεκτρισμός, μια χημική αντίδραση, χίλιες και μία κλισέ και πολυφορεμένες εκφράσεις που κάποτε σου έφερναν αναγούλα και τώρα έχουν γίνει ο λόγος της ύπαρξής σου, ο αέρας σου, ο χτύπος της καρδιάς σου. Τι σου συνέβη; Πού πήγε ο τυχοδιώκτης, ανέμελος εαυτός σου; Πώς πέρασες από την αδιαφορία στα παρακάλια;
Παρακάλια. Καταπάτηση της αξιοπρέπειάς σου ή μάχη για τα θέλω σου; Πόσο θα το αναλύσεις; Πού θα το κόψεις, πού θα το σταματήσεις; Όταν δε θες να φύγεις μα αναρωτιέσαι γιατί έχεις καν την ιδέα στο μυαλό σου, τι κάνεις; Ακούς το ένστικτο, τη λογική, την καρδιά ή το σώμα σου;
Εσύ δέκα βήματα μπροστά, το πρόσωπο είκοσι πίσω. Κοντεύεις τη γραμμή τερματισμού κι ο άλλος ίσα που ξεφεύγει απ’ την αφετηρία. Μηνύματα, τηλέφωνα και ένα χαμένο σήμα, σα να ‘στε σε άλλο μήκος κύματος και να ενώνεστε μόνο όταν ρίχνετε τις άμυνες και ξεχνάτε τους φόβους. Θα με περιμένει; Θα έρθει; Γιατί αργεί; Γιατί βιάζεται; Μήπως δεν μπορεί να μου δώσει όσα θέλω; Μήπως δεν μπορώ να δώσω αρκετά αυτή τη στιγμή και θα τα χάσω όλα;
Θυμάσαι όταν ήμασταν μικρά που μας έλεγαν το παραμύθι του λαγού και της χελώνας; Ένας γρήγορος και γεμάτος αυτοπεποίθηση λευκός λαγός στάθηκε δίπλα σε μία μεγαλοπρεπή και περιπετειώδη χελώνα για να αναμετρηθούν στο τρέξιμο. Τόσο σίγουρος ήταν ο λαγός πως θα νικήσει, που έφυγε χιλιόμετρα μπροστά και, πιστεύοντας υπερβολικά στη δική του ικανότητα και στης χελώνας την ανικανότητα, υπολόγισε πως τον παίρνει ο χρόνος και για έναν υπνάκο. Έλα, όμως, που η χελώνα έφτασε στο τέλος πρώτη και δεν τον βρήκε εκεί. Αυτό θες να συμβεί και με εσάς;
Όσο ζεις και υπάρχεις και παρατηρείς θα συνειδητοποιείς πως δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι τον ίδιο ρυθμό. Ούτε όταν περπατάνε, ούτε όταν τρέχουνε, ούτε όταν σκέφτονται ούτε όταν νιώθουν. Παίζει ρόλο η δομή τους, οι εμπειρίες τους, τα βάρη που κουβαλούν. Κι όταν δύο τόσο αντίθετες δυνάμεις συναντώνται, πέρα απ’ τη μαγευτική έκρηξη που πυροδοτούν μεταξύ τους, βρίσκονται αντιμέτωποι και με αυτόν τον αρχαίο μύθο, που εφαρμόζεται πάνω τους δίχως καν να το καταλαβαίνουν.
Εσύ νιώθεις έτοιμος για μια δέσμευση, για μια σχέση, για κάτι μικρό ή κάτι μεγάλο. Ο άλλος έρχεται στον ίδιο στόχο, αλλά με πιο αργά και σταθερά βήματα. Μέσα του τρέμει πως θα βαρεθείς και θα φύγεις, και δεν έχει άδικο. Η σκέψη περνάει απ’ το μυαλό σου κι εσύ φλερτάρεις μαζί της όσο φλερτάρεις και με τον κάθε περαστικό. Ψάχνεις να βρεις την αφορμή για να πείσεις τον εαυτό σου πως κάπου εκεί έξω υπάρχει κάτι καλύτερο, για να εγκαταλείψεις τον αγώνα και να πας να τρέξεις σε έναν άλλο, που ίσως να ταιριάζει περισσότερο στα κυβικά σου.
Και τότε έρχεται η στιγμή που πρέπει να βγάλεις απ’ την τσέπη σου τη ζυγαριά και να τα υπολογίσεις. Πόσο νιώθεις; Πόσο θες; Γιατί, αν έφτασες ως εδώ, ως την πηγή, και δεν άντεξες να περιμένεις λίγα λεπτά, λίγες βδομάδες, λίγους μήνες παραπάνω, ίσως αυτό που σε έφερε ως εδώ να μην ήταν η δύναμη των αληθινών συναισθημάτων σου, αλλά η δύναμη του ενθουσιασμού σου. Και τότε, ναι, καλύτερα να αφήσεις πίσω τη χελώνα σου.
Αν, όμως, ξέρεις πως μπορείς να υπομείνεις λίγο ακόμη, ρίχνοντας λίγο ακόμα απ’ το χρόνο σου στο βωμό του έρωτα που σε περιμένει μόλις η χελώνα σου φτάσει κοντά σου, τότε δεν υπάρχει λόγος να αγχώνεσαι. Όλα είναι αληθινά, όλα θα πάνε καλά και, αργά ή γρήγορα όλος ο κόπος σου θα ανταμειφθεί -και με το παραπάνω.
Επειδή, όμως κι η χελώνα σου δεν περνάει πολύ καλύτερα από σένα, μην μπορώντας να δει τι κάνεις και τι σκέφτεσαι τόσα χιλιόμετρα μπροστά που έχεις φτάσει, υποθέτοντας πως θα βαρεθείς και θα φύγεις, πως σε κουράζει, πως σε απογοητεύει επειδή δεν μπορεί να κάνει κάτι παραπάνω, να πάει πιο γρήγορα, αν στ’ αλήθεια, έστω και μια σταλιά, την αγαπάς, οφείλεις να της το φωνάξεις δυνατά για να σε ακούσει απ’ την άλλη άκρη του δάσους, για να πάρει δύναμη και να συνεχίσει.
Κι αν απ’ την άλλη είσαι η χελώνα, μην ξεχνάς να θυμίζεις στον λαγό σου πως κάνεις ό,τι μπορείς, πως τον αγαπάς κι εσύ και πως απλώς θέλεις λίγο χρόνο, όχι για να κοιτάξεις κι άλλα ζωάκια στις βιτρίνες που προσπερνάς, αλλά για να ωριμάσεις, για να σιγουρευτείς, για να ξεπεράσεις τους φόβους σου και να εμπιστευτείς.
Στο τέλος της ημέρας, νόημα δεν έχει το ποιος θα τερματίσει πρώτος στον αγώνα, αλλά το να τερματίσετε κι οι δυο. Αγκαλιά, σε μια κουβέρτα, με κακάο και λαμπιόνια, ένα τραγούδι του Σινάτρα και λίγη βροχή.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου