Αλίμονο στα κορμιά που ενώθηκαν για να χαθούν πάλι μετά μέσα στο πλήθος. Στιγμές που χαράχτηκαν σαν τατουάζ πάνω σε μυαλά και σώματα, θυμίζοντας για πάντα σε κάποια άμοιρη ψυχή πως ίδιες δε θα ξαναβρεί, όσο καλά κι αν ψάξει.
Το χειρότερο μετά από ένα χωρισμό είναι οι γλυκιές αναμνήσεις που με τον πιο παράδοξο τρόπο καταφέρνουν να πικραίνουν το στόμα σου όταν μπλέκονται με τη νοσταλγία. Είναι η στιγμή που συνειδητοποιείς πως δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για να αλλάξεις την κατάσταση, γιατί το έργο τέλειωσε και πρέπει να αρκεστείς στο ότι ήσουν αρκετά τυχερός που το έζησες. Μα εσύ ήλπιζες σε μια ακόμη παράσταση, έστω μία τελευταία. Γιατί θυμάσαι πως την τελευταία φορά δεν αποτύπωσες τον άλλο στο μυαλό σου με τον τρόπο που θα το έκανες αν ήξερες πως αυτή θα ήταν η τελευταία σας συνάντηση.
Μα τώρα πια είναι αργά κι εσύ ψάχνεις πού να καρφώσεις τις ευθύνες που βαραίνουν τους ώμους σου λες και είναι δικές σου. Τι λάθος έκανες; Τι λάθος έκανε ο άλλος; Πού στράβωσε το πράγμα, πού έκοψε το γλυκό; Ψάχνεις τις απαντήσεις σε κάθε σου λέξη, κάθε σου κίνηση, ερευνώντας τις τελευταίες σας στιγμές που ζήσατε μαζί με προσοχή, σαν αρχαιολόγος που προσπαθεί να καταλάβει όσα περισσότερα μπορεί για το νέο θησαυρό που ανακάλυψε.
Εκείνος δε μοιάζει να έσφαλλε πουθενά. Ούτε κι εσύ όμως μπορείς να βρεις κάποιο μεγάλο φάουλ σου, αρκετό για να εξηγήσει το γιατί σας τελείωσε. Έτσι είναι τελικά αυτά, δεν το ‘ξερες; Όταν έμπλεκες σε αυτήν την ιστορία, που ήταν γεμάτη από στιγμές με ένταση κι έρωτα με δύναμη απάλευτη, δεν ήξερες πως όσο απότομα ξεκίνησε, άλλο τόσο θα χανόταν;
Δεν έχει νόημα τώρα να σκαλίζεις τις στάχτες. Οι φοίνικες είναι μυθικά πουλιά που καμία σχέση δεν έχουν με τον έρωτα ή με τους ανθρώπους. Μην πέφτεις στην ψευδαίσθηση πως η μοίρα θα βρει τον τρόπο να ξαναφέρει αυτό το, στα μάτια σου, μυθικό πλάσμα που είχες για μια περίοδο δίπλα σου, κοντά σου.
Και οι φίλοι σου τα ίδια σου λένε πάνω κάτω. «Ξεκόλλα ρε, τι τα θες; Βρες κάτι άλλο να ασχοληθείς, μας σκότισες!». Κι έτσι σωπαίνεις και δε μιλάς άλλο γι’ αυτό. Το μυαλό σου όμως με κάθε αφορμή εκεί τρέχει, όσοι μήνες κι αν πέρασαν, όσοι νέοι έρωτες κι αν προσφέρθηκαν να μπουν στη ζωή σου. Εσύ ξέρεις πως βαθιά μέσα σου κανένας δε συγκρίνεται με εκείνον τον έναν, εκείνον τον άνθρωπο που έκανε όλα τα λαμπάκια σου να ανάβουν, που σε εξίταρε με ένα βλέμμα, που σε τρέλαινε με ένα άγγιγμα. Κάποτε ένιωθες πως ο συνδυασμός σας και η απίστευτη δύναμη της χημείας σας, ήταν ικανή να προκαλέσει ολόκληρη έκρηξη. Τώρα νιώθεις λες και η έκρηξη έγινε, αλλά σας χτύπησε τελικά με μεγαλύτερη δύναμη απ’ όση αντέχατε και σας έβγαλε εκτός παιχνιδιού.
Οι άνθρωποι δεν μπορούν πάντα να δίνουν εξηγήσεις για τις αποφάσεις ή τις δράσεις τους. Πολλές φορές χάνονται μέσα στις σκέψεις τους και πράττουν με βάση το συμφέρον τους ή αυτό που τους κάνει να νιώθουν καλύτερα. Η στιγμή που εσύ ένιωσες τόσο ιδιαίτερη μπορεί για τον άλλο να μη σήμαινε και τόσα. Μπορεί να την είχε ξαναζήσει με άλλο, ή και άλλα, άτομα πέρα από σένα και τώρα να την πέρασε στο ντούκου, χωρίς δεύτερη σκέψη, χωρίς να πάει καν ο νους το στο πώς την ένιωσες εσύ.
Τα ‘χουν αυτά οι σύγχρονες σχέσεις, κακά τα ψέματα. Οι επιλογές είναι υπερβολικά πολλές για τους αισθηματίες και υπερβολικά λίγες για τους διψασμένους για τόλμη ανθρώπους που βλέπουν τη ζωή σαν περιπέτεια και τον έρωτα σαν παιχνίδι. Δε χρειάζεται όμως να αλλάξεις το ποιος είσαι για να μην περνάς από τέτοιες διαδικασίες. Κι ούτε χρειάζεται να νιώθεις παράταιρος του κόσμου γύρω σου.
Ίσως τώρα να είναι δύσκολο να το πιστέψεις, μα στο υπόσχομαι και να το θυμάσαι. Κάποια μέρα θα βρεις το πρόσωπο που θα ψάχνει ευκαιρίες να σε χαζεύει ενώ κοιμάσαι. Και ίσως να μη το νιώσεις αποκλειστικά σε φιλιά και αγγίγματα, θα το δεις όμως σε πράξεις που θα σε αφήσουν άφωνο. Θα ζήσεις με αυτόν τον άνθρωπο στιγμές βγαλμένες από τα πιο μακρινά κι ανεξερεύνητα κομμάτια της φαντασίας σου. Και θα έρθει η στιγμή που το όνομα, που τώρα όταν ακούς ανεβάζει τους παλμούς σου και ασυναίσθητα ψάχνεις τη μορφή του σε άγνωστα πρόσωπα γύρω σου, ξαφνικά θα είναι εκεί απλώς σαν μια ανάμνηση.
Και ίσως, αυτή η «κάποια μέρα» που λέμε συνέχεια, να έρθει πολύ πιο σύντομα απ’ ό,τι πιστεύεις. Ίσως ακόμα και αύριο.
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη