Σήμερα θα μιλήσουμε για ένα συναίσθημα με πολλά ονόματα, που φέρνει πολύ πόνο και μπορεί να επηρεάσει σε τεράστιο βαθμό την πορεία και την ψυχολογία ενός ανθρώπου. Κάποιοι το ξέρουν ως χυλόπιτα, άλλοι ως άκυρο, άλλοι ως «Χ», άλλοι απλώς ως απόρριψη. Όλοι, όμως, ξέρουν, πως μοιάζει με μαχαίρι στην καρδιά για αυτόν που το λαμβάνει. Γι’ αυτόν που το δίνει, όμως;

Η αλήθεια είναι πως η πιο συνήθης προσέγγιση του θέματος στις μέρες μας εμπίπτει σε μια εγωιστική διάθεση, σε μια περήφανη και αρκετά αμυντική στάση του τύπου «δε σου χρωστάω τίποτα επειδή με ερωτεύτηκες». Θα μου πεις, «μα πού είναι το κακό σε αυτό; Δικαίωμά μου δεν είναι να θέλω ή να μη θέλω κάποιον;» και θα σου απαντήσω πως ναι, φυσικά και είναι δικαίωμά σου και δικαίωμα όλων μας. Και όντως, είναι χίλιες φορές καλύτερο να εκφράσουμε την έλλειψη ενδιαφέροντός μας, έτσι ώστε να μπορέσει ο άνθρωπος που έχουμε απέναντί μας να προχωρήσει στη ζωή του, να αντιληφθεί πως εδώ δε θα βρει αυτό που ψάχνει και να φύγει.

Get Over It! | eBook


€5,00

-----

 

 

Όμως, κάπου εδώ, υπάρχει και μια ακόμη πλευρά. Η πλευρά που λέει πως όλοι μας έχουμε βιώσει την απόρριψη τουλάχιστον μια φορά στη ζωή μας κι όσο κι αν λέμε στους εαυτούς μας πως το «όχι» μας είναι οκ, έχουμε κι ένα φιλότιμο που δε μας αφήνει να ξεφορτωθούμε τις Ερινύες. Ενοχές που πληγώσαμε, ενοχές που απογοητεύσαμε, ενοχές που ήμασταν ο λόγος που κάποιος ένιωσε αυτό το φρικτό συναίσθημα της απόρριψης, απλώς και μόνο επειδή δεν μπορέσαμε να ανταποδώσουμε τα όμορφα συναισθήματά του. Επόμενο, βέβαια, είναι να αρχίσουμε να αναρωτιόμαστε αν στ’ αλήθεια οφείλουμε να αναλάβουμε την ευθύνη της ραγισμένης του καρδιάς. Γιατί, ούτε κι εκείνος έφταιγε που μας ερωτεύτηκε, ούτε εμείς φταίξαμε που δεν ερωτευτήκαμε, σωστά; Άρα οι ευθύνες πού πάνε; Στο σύμπαν; Στη μοίρα; Στον Θεό; Πού;

Εδώ αξίζει να σημειωθεί πως υπάρχουν δύο περιπτώσεις. Η πρώτη είναι ο άνθρωπος που έχουμε απέναντί μας να μην έχει τίποτα λάθος, να είναι απόλυτα σωστός, αυτά που νιώθει να είναι πέρα για πέρα αληθινά και αγνά και εμείς απλώς να μην είμαστε σε θέση να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις του, μιας και είναι αδύνατον για το είδος μας να ελέγξει τα όσα νιώθει. Αν δεν ενδιαφέρεσαι, δεν ενδιαφέρεσαι και δεν υπάρχει κάτι που να μπορείς να κάνεις για αυτό.

Στην προκειμένη περίπτωση, η λογική υπαγορεύει πως κανείς απ’ τους δύο δε φταίει απόλυτα. Και τα δύο πρόσωπα φέρνουν το ένα το άλλο σε μια δύσκολη θέση και κάπου εκεί τελειώνει η ιστορία, όταν κι οι δύο με τον καιρό ξεπερνούν την άβολη κατάσταση.

Η δεύτερη περίπτωση, τώρα, είναι λιγάκι πιο περίπλοκη. Είναι η περίπτωση όπου ένας απ’ τους δύο περνάει τα όρια. Από τη μια έχουμε τον ερωτευμένο, ο οποίος ενδεχομένως δε δέχεται την ήττα του και προσπαθεί να πιέσει τα πράγματα και να εξαναγκάσει την κατάσταση να λειτουργήσει υπέρ του. Σε αυτό το σημείο φλερτάρουμε με την ελευθερία του καθενός από εμάς που δεν επιτρέπεται σε καμία περίσταση να ξεπεράσει και να καταπατήσει την ελευθερία του συνανθρώπου μας. Το «όχι» είναι «όχι» κι αν κάποιος δεν μπορεί να το αντιληφθεί, το πρόβλημα είναι καθαρά δικό του.

Ακόμα, αν ο πορθητής ξεπεράσει τα όρια κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του, με οποιονδήποτε τρόπο, κάνοντας τον άλλο να νιώσει άβολα και άσχημα, απλώς και μόνο επειδή δεν μπορεί να νιώσει κάτι, τότε και πάλι η ζυγαριά των ευθυνών πέφτει προς το μέρος του και αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να θυμόμαστε καλά κάθε φορά που πλησιάζουμε να πέσουμε στη λούπα των ενοχών.

Από την άλλη, εκείνος που σερβίρει την απόρριψη, η αλήθεια είναι πως θα έπρεπε θεωρητικά να το κάνει με μια κάποια ευλάβεια. Όπως είπαμε και πριν, έτσι όπως ο ίδιος δε φταίει που δε νιώθει, δε φταίει κι ο άλλος που ένιωσε. Επειδή, όμως, ένας απ’ τους δύο μόνο θα πληγωθεί τελικά απ’ όλη αυτήν την ιστορία, καλό θα ήταν η χυλόπιτα να είναι ζεστή και προσεγμένη, με σεβασμό για τα όμορφα συναισθήματα, για το θάρρος της έκφρασής τους και για το ταπεινό γεγονός πως έχουμε να κάνουμε απλώς με μία ανθρώπινη ψυχή. Αν ο πολιορκημένος, λοιπόν, δεν πληροί αυτές τις προϋποθέσεις, δε σεβαστεί, δεν προφυλάξει όσο μπορεί τον άλλον απ’ το χτύπημα, τότε η ζυγαριά γέρνει φυσικά προς το μέρος του.

Ανακεφαλαιώνοντας, λοιπόν, το ζήτημα του ανεκπλήρωτου έρωτα είναι αρκετά λεπτό και πολύ πιο περίπλοκο απ’ ό,τι μπορεί να φανταζόμαστε. Η χρυσή τομή στην όλη ιστορία, όμως, προαπαιτεί έναν αμοιβαίο σεβασμό ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές της και προϋποθέτει την από κοινού γνώση πως ο ένας έχει κάθε δικαίωμα να απορρίψει και ο άλλος κάτι πολύ δύσκολο να διαχειριστεί.

Σε κάποιες περιπτώσεις, λοιπόν, προκειμένου να μην πέσουμε στην παγίδα να αποδώσουμε ευθύνες, που τελικά δε θα έπρεπε να υπάρχουν, οφείλουμε, στους εαυτούς μας μα και στους συνανθρώπους μας, να ακολουθούμε έναν χρυσό κανόνα: ποτέ μην κάνεις στους άλλους ό,τι δε θέλεις να σου κάνουν. Παλιό αλλά δοκιμασμένο. Και κάθε φορά βγαίνει σωστό.

Συντάκτης: Ελευθερία Αντωνοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου