Από όταν ήμασταν μικροί μας μάθαιναν να συμπεριφερόμαστε στους άλλους όπως θα θέλαμε να μας συμπεριφέρονται αυτοί. Ένα άτυπο δούναι και λαβείν, στο οποίο στηρίζονται οι ανθρώπινες σχέσεις. Κάποιες φορές δίνουμε περισσότερα από όσα παίρνουμε, κάποιες άλλες παίρνουμε περισσότερα από όσα δίνουμε και κάποιες άλλες μπορεί να δίνουμε χωρίς να παίρνουμε. Λογικό. Αφού είμαστε καλοί άνθρωποι! Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που έρχεται κάποιος και μας δίνει χωρίς να πάρει ή φαινομενικά τουλάχιστον χωρίς να θέλει να πάρει; Αποσκοπεί κάπου αυτός ο κάποιος ή μήπως είναι και αυτός καλός άνθρωπος;
Πόσο παράδοξο ακούγεται αυτό! Όταν εμείς προσφέρουμε την καλοσύνη μας είμαστε βέβαιοι για το αγνό των προθέσεών μας, αλλά όταν κάποιος μας προσφέρει τη δική του το μυαλό μας κατακλύζεται από χίλιες μύριες πονηρές σκέψεις. Γινόμαστε καχύποπτοι απέναντι στην προσφερόμενη καλοσύνη και στο ίδιο το άτομο. Δεν μπορεί! Σίγουρα θα θέλει κάτι από εμάς.
Γιατί άραγε σκεφτόμαστε με αυτόν τον τρόπο; Είναι λογικό; Σίγουρα όχι. Μια τέτοια άρνηση σχεδόν αγγίζει τα όρια της προκατάληψης. Είναι όμως εν μέρει θεμιτό. Κι αυτό έχει να κάνει με τα βιώματα που έχουμε ζήσει σε κάποιο κοντινό ή μακρινό παρελθόν. Κάνοντας μια αναδρομή στη μέχρι τώρα ζωή μας θα θυμηθούμε περιπτώσεις που όλο και κάποιος βρέθηκε στον δρόμο μας που μας έκανε να πιστέψουμε πως ήρθε για να δώσει. Να μας δώσει με ανιδιοτέλεια όσα νιώθαμε πως μας έλειπαν και χρειαζόμασταν εκείνη τη δεδομένη στιγμή. Αφού πιστέψαμε σε αυτόν τον άνθρωπο, στην αγνότητα των προθέσεών του ξαφνικά βρεθήκαμε στο ταμείο του χρεώνοντάς μας την καλοσύνη που θεωρητικά μας χάρισε. Γιατί τελικά δεν ήταν και τόσο ανιδιοτελής. Κάτι ήθελε να πάρει.
Κάπως έτσι κι εμείς, αφού την έχουμε πατήσει τουλάχιστον μια φορά στη ζωή μας, υποσυνείδητα χτίζουμε ένα τείχος προστασίας. Ένα τείχος που θεωρητικά μας θωρακίζει από την ιδιοτέλεια των ανθρώπων που έρχονται στη ζωή μας για να μας εκμεταλλευτούν. Να μας δώσουν ένα και να μας ζητήσουν πέντε. Να μας πουλήσουν καλοσύνη. Γιατί εμείς δε λειτουργούμε έτσι. Και δεν είναι όλοι σαν εμάς.
Είναι και εκείνες οι φορές που γινόμαστε καχύποπτοι απέναντι στην καλοσύνη που μας προσφέρεται, όχι γιατί μας προσφέρθηκε χωρίς αντάλλαγμα αλλά επειδή την προσφέραμε και ποτέ δεν εκτιμήθηκε. Προφανώς και όταν δείχνουμε την δική μας καλοσύνη δεν επιζητούμε την ανταπόδοση και το αντάλλαγμα. Στην περίπτωση αυτή μπαίνουμε στο τριπάκι που μόλις αναφέραμε. Όταν όμως δίνουμε ό,τι έχουμε και δεν έχουμε, ό,τι περισσότερο μπορούμε και αυτό δεν αναγνωρίζεται, κάπου θα πεις «αϊ στο καλό» και θα έχεις και δίκιο. Κάπου κλονίζεται η εμπιστοσύνη και η καλοσύνη είτε λαμβάνεται είτε προσφέρεται καταλήγει αμφίβολη.
Είναι όμως πάντα έτσι; Μήπως αν κάνουμε μια ενδελεχή αναδρομή στη ζωή μας θυμηθούμε κάποιον άλλο άνθρωπο; Κάποιον που κάποτε συναντήσαμε και θέλησε πραγματικά να μας προσφέρει χωρίς να ζητήσει αντάλλαγμα; Έστω και έναν. Αυτόν τον ένα που μας προσέφερε αυτή την τόσο δυσεύρετη ανιδιοτελή καλοσύνη. Αυτόν που όταν του δείξαμε την δική μας καλοσύνη, όση κι αν ήταν αυτή, τουλάχιστον την εκτίμησε. Έστω για αυτόν τον έναν, παιδιά, αξίζει να δίνουμε ξανά και ξανά μια ευκαιρία στην καλοσύνη. Δε δίνουν όλοι για να πάρουν. Δεν είναι όλοι αγνώμονες. Μπορεί να είναι πολλοί αλλά δεν είναι όλοι. Για αυτούς τους λίγους, έστω για αυτόν τον ένα, αξίζει να εμπιστευτούμε τους ανθρώπους. Να δώσουμε και να πάρουμε καλοσύνη. Και να είμαστε σίγουροι πως αυτή θα γυρίσει πάντα εκεί που πρέπει.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.