Βασίλης και Θανάσης Παπακωνσταντίνου. Θανάσης και Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Δύο τεράστιες μορφές της ελληνικής ροκ μουσικής σκηνής. Ο Βασίλης αναμφισβήτητα αποτελεί τη φωνή του ελληνικού ροκ. Τη σημαία του. Από την άλλη, ο Θανάσης. Ο τραγουδοποιός που όλους μας κάποια στιγμή της ζωής μας, εξέφρασε με τους στίχους του αισθήματα που εμείς δεν μπορούσαμε να εκφράσουμε. Δύο μορφές με παράλληλες πορείες, που ωστόσο έμελλε μια φορά να συναντηθούν μουσικά και η συνάντηση αυτή να αφήσει στην ιστορία της ελληνικής μουσικής ανεξίτηλο το στίγμα της.
Ο Βασίλης γεννήθηκε στις 21 Ιουνίου του 1950 σε κάποιο χωριό της Αρκαδίας. Τετάρτη μεσημέρι, όπως λέει και στο αυτοβιογραφικό του κομμάτι «Σφεντόνα». Στις αρχές του 1970 έκανε τα πρώτα του επαγγελματικά βήματα, όπου τον ανακάλυψε ο αείμνηστος Μίκης Θεοδωράκης όμως αυτός που τον καθιέρωσε ήταν ο Μάνος Λοΐζος με τον οποίο, εκτός από τη συνεργασία τους, τούς έδενε και μια στενή φιλία.
Εννέα χρόνια μετά τη γέννηση του Βασίλη και πιο συγκεκριμένα στις 26 Απριλίου του 1959, κάπου στον Τύρναβο, ερχόταν στον κόσμο ένας άλλος Παπακωνσταντίνου. Ο Θανάσης. Όπως συνήθως συμβαίνει, η ενασχόληση του με τη μουσική ήταν τελείως εκτός προγράμματος. Σπουδάζει μηχανολόγος μηχανικός στη Θεσσαλονίκη και παράλληλα γράφει στίχους. Κοινό σημείο του με το Βασίλη, εκτός από το ίδιο επώνυμο, ήταν και ο θαυμασμός του για τον Μάνο Λοΐζο. Ο Θανάσης λάτρευε τον Μάνο και κάποια στιγμή, εκεί γύρω στις αρχές του 1980, αποφασίζει να του στείλει τους στίχους από δύο του τραγούδια. Τον «Μαύρο Γάτο» και τον «Λεγεωνάριο». Το πρώτο τραγούδι ήταν αλληγορικό και μέσα από την ιστορία του γάτου, καυτηρίαζε τη λειτουργία του συστήματος και την αντιμετώπισή του προς όλους αυτούς που πήγαιναν κόντρα σε αυτό. Το δεύτερο, πάλι αλληγορικό, εξέφραζε την εμπειρία του από τη στρατιωτική του θητεία.
Ο Λοΐζος, ξεχώρισε αυτά τα δύο τραγούδια. Ήταν άλλωστε μέσα στο ύφος και το πνεύμα του. Αποφάσισε να τα ντύσει μουσικά και φυσικά να τα δώσει στον Βασίλη, ώστε αυτός να τα ερμηνεύσει στον επόμενο δίσκο που ετοίμαζαν. Ωστόσο δεν ήταν γραφτό ο Θανάσης να μελοποιηθεί από τον Μάνο. Στις 17 του Σεπτέμβρη του 1982 φεύγει από τη ζωή, μετά από βαρύ εγκεφαλικό. Τι θα γινόταν λοιπόν με τους στίχους του Θανάση; Θα τελείωνε εκεί αυτή η μία και μοναδική συνεργασία, πριν καν ξεκινήσει;
Οι Μούσες, ευτυχώς για όλους μας, έβαλαν για άλλη μια φορά το χέρι τους. Ο Βασίλης ήξερε για την ύπαρξη των δύο αυτών τραγουδιών, που όμως τους έλειπε η μουσική. Τα ξεχώρισε (σε αυτό έπαιξε ρόλο του το γεγονός πως ήταν επιλογές του Μάνου) και τα επένδυσε ο ίδιος μουσικά. Ο «Μαύρος Γάτος» έγινε μια soft κι εύθυμα μελαγχολική μπαλάντα που λίγο το story της, λίγο η χαρακτηριστική νότα του Θανάση που διακρίνεται στον στίχο και το μέτρο έκανε το κομμάτι διαχρονικό κι ακούγεται ακόμα και σήμερα. Ο «Λεγεωνάριος», έγινε ένα σατυρικό τραγούδι, σχεδόν θεατρικό που φτιάχνει εικόνες στο μυαλό και διασκεδάζει τις μνήμες που ξυπνάνε από τη στρατιωτική θητεία ως προς τη μαμά πατρίδα. Και τα δύο τραγούδια συμπεριλήφθηκαν στον δίσκο του Βασίλη, «Διαίρεση» που κυκλοφόρησε το 1984.
Βασίλης και Θανάσης. Θανάσης και Βασίλης. Οι δύο Παπακωνσταντίνου που έχουν χαράξει την ελληνική μουσική. Κοινό τους σημείο, το ίδιο επώνυμο. Ίσως αυτός να είναι ένας από τους λόγους, που όσοι λατρεύουμε τους δύο αυτούς τραγουδοποιούς, να τους αποκαλούμε με τα μικρά τους ονόματα. Για να μπορούμε να τους ξεχωρίζουμε. Και να μπορούμε να ευχόμαστε πως κάποτε θα συνεργαστούν ξανά ο Βασίλης και ο Θανάσης.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου